Όπως ο ήλιος μεταδίδει αμείωτα το φώς και τη ζέστη σε όσους
εκτίθενται στις ακτίνες του, έτσι και οι ενέργειες του Θεού μεταδίδονται
στον άνθρωπο που επιθυμεί να κοινωνήσει μαζί Του. Μόνο εκείνοι που
άγγιξαν αυτό το θείο φως μπορούν να μετέχουν της χάριτος η οποία
θεοποιεί τον άνθρωπο και με αυτή να ενωθούν με το Θεό. Εμείς διδαχθήκαμε
από τους πατέρες ότι όλες οι ενέργειες του Θεού είναι άκτιστες. Το
όνομα Θεός είναι όνομα ενεργείας, «από το ρήμα θέειν (τρέχειν) και
διακυβερνά τα πάντα ή αίθει δηλαδή καίει».
Από όλες αυτές τις ενέργειες είναι πιο ψηλά κατά την ουσία ο Θεός, και είναι αμέθεκτος. Κατά τις ενέργειες όμως είναι μεθεκτός. Ο Μέγας Βασίλειος τονίζει ότι εμείς λέμε πως γνωρίζουμε τον Θεό από τις ενέργειες, αλλά δεν ισχυριζόμαστε ότι πλησιάζουμε την ουσία Του, η οποία είναι αιτία αυτών των ενεργειών.
Η πνευματική δωρεά που ενοικεί στους αγίους είναι χάρις θεοποιός και άκτιστη. Η εμπειρία αυτή των αγίων του Θεού φανερώνει την ύπαρξή του. Εκείνοι που δεν δέχονται να κοινωνήσουν με τον Θεό με αυτόν τον πνευματικό τρόπο, θα αγνοήσουν ότι υπάρχει ο Θεός. Οι άνθρωποι του Θεού υψώνοντας την ψυχή τους προς τις θείες και αθάνατες ακτίνες των ενεργειών του Θεού ομοιώνονται με Αυτόν. Η έλευση του πανταχού παρόντος Αγίου Πνεύματος δεν είναι άλλο από τη φανέρωσή Του στους Αγίους, στους οποίους αποκαλύπτεται κατά τρόπο μυστικό. Αυτή η αποκάλυψη της χάριτος και της ενεργείας του Πνεύματος πραγματοποιείται μόνο στους άξιους.
Η θεοποιός αυτή δωρεά του Πνεύματος είναι η βασιλεία του Θεού. Αυτή η βασιλεία είναι άναρχη και άκτιστη. Όταν λέμε ότι ο άνθρωπος μπορεί να θεοποιηθεί, εννοούμε ακριβώς αυτό, το να εισέλθει στη βασιλεία του Θεού. Η ζωή των ανθρώπων που κοινώνησαν αυτής της βασιλείας είναι πάνω από κάθε γνώση και επιστήμη. Ο Άγιος Μάξιμος περιγράφοντας την πραγματικότητα της αιωνιότητος λέει: «Όλα τα αθάνατα, καθώς και η ίδια η αθανασία, και όλα τα ζώντα, καθώς και η ίδια η ζωή, και όλα τα άγια, καθώς και η ίδια η αγιότης, και όλα τα ενάρετα, καθώς και η ίδια η αρετή, και όλα τα όντα, καθώς και η ίδια η οντότης, είναι προδήλως έργα του Θεού. Κάθε ζωής και αθανασίας, αγιότητας και αρετής δημιουργός είναι ο Θεός, διότι είναι πάνω από όλα τα λεγόμενα και νοούμενα.»
Όλα όσα σας παραθέτουμε εδώ είναι οφειλή και σεβασμός προς τους πνευματικούς μας Πατέρες, η οποία είναι απαραίτητη εκ μέρους των παιδιών ως ευγνωμοσύνη. Το Άγιο Πνεύμα, το οποίο έκανε εκείνους Πατέρες, προκαλεί και τη δική μας ευγνωμοσύνη και το χρέος που έχουμε να σας κηρύξουμε την αλήθεια και την πίστη προς Αυτό και προς τον ύψιστο Πατέρα.
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Περί θείων ενεργειών
Σχόλιο
Το παραπάνω κείμενο συνοψίζει την πνευματική εμπειρία της κοινωνίας με τον Θεό, στην οποία κυρίως διαφοροποιείται η θεολογία των Ορθοδόξων Πατέρων από την θεολογία των Λατίνων, όπως αυτή διαμορφώθηκε σταδιακά από τον μεσαίωνα και εξής. Οι πανορθόδοξες σύνοδοι της εποχής του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (14ος αιώνας) οριοθέτησαν την εμπειρία αυτή και έδωσαν ένα μήνυμα στον άνθρωπο κάθε εποχής: ότι μπορεί να μετέχει πραγματικά στον Θεό, και ότι ο Θεός γνωρίζεται μόνο μέσα από αυτή την μετοχή στην άκτιστη χάρη Του. Μέσα σ’ αυτή την χάρη ή ενέργεια ο πιστός καθαίρεται, φωτίζεται, ή και ενώνεται με τον Θεό. Αντιθέτως, αν αυτό που λέμε Θεία Χάρη δεν είναι ο ίδιος ο Θεός, τότε είναι αδύνατη η κοινωνία Θεού και ανθρώπου. Στην Ρωμαιοκαθολογική θεολογία δεν υπάρχει η διάκριση ανάμεσα στην ουσία του Θεού, που είναι αμέθεκτη, και στις ενέργειες της ουσίας αυτής, που είναι μεθεκτές. Επειδή λοιπόν δεν μπορεί να υπάρχει κοινωνία μέσω των ενεργειών, η Ρωμαιοκαθολική θεολογία επινόησε την θεολογία του προσώπου (την οποία ασπάσθηκαν και κάποιοι «Ορθόδοξοι» ακαδημαϊκοί θεολόγοι), οπότε μιλούν για «κοινωνία προσώπων», που την εννοούν απλά ως σχέση μεταξύ των προσώπων. Απόληξη της θεολογίας αυτής είναι ότι ούτε η πίστη ούτε η λατρεία αποτελούν κριτήρια ενότητας των πιστών, αλλά μόνον η ύπαρξη ενός «πρώτου», εξ ού και η εκκλησιολογία του πρωτείου.
Από όλες αυτές τις ενέργειες είναι πιο ψηλά κατά την ουσία ο Θεός, και είναι αμέθεκτος. Κατά τις ενέργειες όμως είναι μεθεκτός. Ο Μέγας Βασίλειος τονίζει ότι εμείς λέμε πως γνωρίζουμε τον Θεό από τις ενέργειες, αλλά δεν ισχυριζόμαστε ότι πλησιάζουμε την ουσία Του, η οποία είναι αιτία αυτών των ενεργειών.
Η πνευματική δωρεά που ενοικεί στους αγίους είναι χάρις θεοποιός και άκτιστη. Η εμπειρία αυτή των αγίων του Θεού φανερώνει την ύπαρξή του. Εκείνοι που δεν δέχονται να κοινωνήσουν με τον Θεό με αυτόν τον πνευματικό τρόπο, θα αγνοήσουν ότι υπάρχει ο Θεός. Οι άνθρωποι του Θεού υψώνοντας την ψυχή τους προς τις θείες και αθάνατες ακτίνες των ενεργειών του Θεού ομοιώνονται με Αυτόν. Η έλευση του πανταχού παρόντος Αγίου Πνεύματος δεν είναι άλλο από τη φανέρωσή Του στους Αγίους, στους οποίους αποκαλύπτεται κατά τρόπο μυστικό. Αυτή η αποκάλυψη της χάριτος και της ενεργείας του Πνεύματος πραγματοποιείται μόνο στους άξιους.
Η θεοποιός αυτή δωρεά του Πνεύματος είναι η βασιλεία του Θεού. Αυτή η βασιλεία είναι άναρχη και άκτιστη. Όταν λέμε ότι ο άνθρωπος μπορεί να θεοποιηθεί, εννοούμε ακριβώς αυτό, το να εισέλθει στη βασιλεία του Θεού. Η ζωή των ανθρώπων που κοινώνησαν αυτής της βασιλείας είναι πάνω από κάθε γνώση και επιστήμη. Ο Άγιος Μάξιμος περιγράφοντας την πραγματικότητα της αιωνιότητος λέει: «Όλα τα αθάνατα, καθώς και η ίδια η αθανασία, και όλα τα ζώντα, καθώς και η ίδια η ζωή, και όλα τα άγια, καθώς και η ίδια η αγιότης, και όλα τα ενάρετα, καθώς και η ίδια η αρετή, και όλα τα όντα, καθώς και η ίδια η οντότης, είναι προδήλως έργα του Θεού. Κάθε ζωής και αθανασίας, αγιότητας και αρετής δημιουργός είναι ο Θεός, διότι είναι πάνω από όλα τα λεγόμενα και νοούμενα.»
Όλα όσα σας παραθέτουμε εδώ είναι οφειλή και σεβασμός προς τους πνευματικούς μας Πατέρες, η οποία είναι απαραίτητη εκ μέρους των παιδιών ως ευγνωμοσύνη. Το Άγιο Πνεύμα, το οποίο έκανε εκείνους Πατέρες, προκαλεί και τη δική μας ευγνωμοσύνη και το χρέος που έχουμε να σας κηρύξουμε την αλήθεια και την πίστη προς Αυτό και προς τον ύψιστο Πατέρα.
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Περί θείων ενεργειών
Σχόλιο
Το παραπάνω κείμενο συνοψίζει την πνευματική εμπειρία της κοινωνίας με τον Θεό, στην οποία κυρίως διαφοροποιείται η θεολογία των Ορθοδόξων Πατέρων από την θεολογία των Λατίνων, όπως αυτή διαμορφώθηκε σταδιακά από τον μεσαίωνα και εξής. Οι πανορθόδοξες σύνοδοι της εποχής του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (14ος αιώνας) οριοθέτησαν την εμπειρία αυτή και έδωσαν ένα μήνυμα στον άνθρωπο κάθε εποχής: ότι μπορεί να μετέχει πραγματικά στον Θεό, και ότι ο Θεός γνωρίζεται μόνο μέσα από αυτή την μετοχή στην άκτιστη χάρη Του. Μέσα σ’ αυτή την χάρη ή ενέργεια ο πιστός καθαίρεται, φωτίζεται, ή και ενώνεται με τον Θεό. Αντιθέτως, αν αυτό που λέμε Θεία Χάρη δεν είναι ο ίδιος ο Θεός, τότε είναι αδύνατη η κοινωνία Θεού και ανθρώπου. Στην Ρωμαιοκαθολογική θεολογία δεν υπάρχει η διάκριση ανάμεσα στην ουσία του Θεού, που είναι αμέθεκτη, και στις ενέργειες της ουσίας αυτής, που είναι μεθεκτές. Επειδή λοιπόν δεν μπορεί να υπάρχει κοινωνία μέσω των ενεργειών, η Ρωμαιοκαθολική θεολογία επινόησε την θεολογία του προσώπου (την οποία ασπάσθηκαν και κάποιοι «Ορθόδοξοι» ακαδημαϊκοί θεολόγοι), οπότε μιλούν για «κοινωνία προσώπων», που την εννοούν απλά ως σχέση μεταξύ των προσώπων. Απόληξη της θεολογίας αυτής είναι ότι ούτε η πίστη ούτε η λατρεία αποτελούν κριτήρια ενότητας των πιστών, αλλά μόνον η ύπαρξη ενός «πρώτου», εξ ού και η εκκλησιολογία του πρωτείου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου