Δευτέρα 20 Μαρτίου 2017

Ομιλια εορτης του Αγιου Μαρκου του Ευγενικου Ιανουαριος 2016


«Ό,τι και να κάνουν, δεν μπορούν να σταματήσουν τον έλεγχο που τους ασκούν οι Άγιοι»

Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς κολαφίζει τοὺς σύγχρονους δοκησισόφους Ἐπισκόπους ποὺ θεωροῦν τοὺς διακόπτοντες τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία λόγῳ αἱρέσεως ἐκτὸς Ἐκκλησίας. 


Γράφει ο Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου

Κλασσικός Φιλόλογος, Ἱστορικός


 Διάφοροι σύγχρονοι Ἐπίσκοποι πρεσβεύοντες σιωπηλῶς ἢ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ θέλοντες μὲ νύχια καὶ μὲ δόντια –χαρακτηριστικὸ τῶν ἀνὰ τοὺς αἰῶνας αἱρετικῶν– νὰ τὴν ὑπερασπίσουν, ἐκδίδουν κηρύγματα καὶ ἐγκυκλίους, μὲ τὶς ὁποῖες καλοῦν τὸ ποίμνιό τους νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τοὺς ὁμολογητές, ἁγιορεῖτες καὶ μή, μοναχούς, ἱερεῖς καὶ λαϊκούς, ποὺ ἀκολουθώντας τὴν ἁγιοπατερικὴ παράδοση διέκοψαν τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς οἰκουμενιστές. Σὲ αὐτὲς τὶς ἐγκυκλίους χρησιμοποιοῦν χαρακτηρισμοὺς ποὺ θὰ τοὺς ζήλευε κάθε αἱρετικὸς τοῦ παρελθόντος, παραχαράσσουν τὶς ἱερὲς διδαχὲς καὶ διαστρεβλώνουν συνειδητὰ τὰ λόγια τῶν Ἁγίων Πατέρων.




   Ὅ,τι καὶ νὰ κάνουν ὅμως δὲν μποροῦν νὰ σταματήσουν τὸν ἔλεγχο ποὺ τοὺς ἀσκοῦν οἱ Ἅγιοι. Γιατὶ οἱ Ἅγιοι εἶναι μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ (Ἐφεσ. α΄ 25), φίλοι τοῦ Θεοῦ (Ψαλμ. 138, 17), τέκνα (Γαλ. γ΄ 26) καὶ κληρονόμοι τοῦ Χριστοῦ (Ρωμ. η΄ 17). Ἡ φωνή τους, φωνὴ τῆς Μίας Ἀληθείας, δὲν χάνει ποτὲ τὴν δύναμη καὶ τὴν ἐπικαιρότητά της.
  Ἔτσι ἀκούγεται καὶ σήμερα ἡ φωνὴ τοῦ Ἄτλαντος τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, ποὺ ἀπαντᾶ καὶ κολαφίζει ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀσεβεῖς καὶ δοκησίσοφους Ψευδοεπισκόπους, ποὺ μέχρι σήμερα συνειδητὰ τὸν περιφρονοῦν ὡς Ἅγιο καὶ ὁμολογητὴ καὶ βάζουν καὶ βγάζουν, ὅποιον αὐτοὶ θέλουν, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Τοὺς λέει λοιπὸν ὁ ἕνας ἀλλὰ γιὰ τὸν Θεὸ μέγας Μᾶρκος: 
   «Οἱ Σύνοδοι κατεδίκαζαν, ὅσους δὲν πείθονταν στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ προέβαλαν κάποια διδασκαλία ἐνάντια σὲ αὐτὴν καὶ τὴν κήρυτταν καὶ ἀγωνίζονταν γιὰ αὐτὴ (δηλ. τοὺς οἰκουμενιστές) γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς ὀνόμαζαν αὐτοὺς αἱρετικούς... Ἐγὼ (καὶ σήμερα οἱ ὁμολογητὲς πιστοἰ) δὲν κηρύττω δική μου διδασκαλία, οὔτε προβάλλω κάποιο ἄλλο δόγμα ξένο καὶ νόθο (σημ. οἱ οἰκουμενιστές τὸ κάνουν), ἀλλὰ τηρῶ τὸν ἑαυτό μου καὶ τὴν ἀκραιφνὴ διδασκαλία, ποὺ παρέλαβε ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Σωτῆρα μας Χριστό... Ἐὰν λοιπὸν παραμένω καὶ δὲν θέλω νὰ παρεκκλίνω ἐξ αὐτῆς, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ κατακριθῶ καὶ νὰ δικασθῶ... Ἐὰν αὐτὴ εἶναι ὁμολογουμένως εὐσεβὴς καὶ ὀρθόδοξος, πῶς ἐγὼ εἶμαι ἄξιος καταδίκης;» (Συρόπουλος, απομνημονεύματα Χ 23); 
   «Αὐτοὺς λοιπὸν πρέπει νὰ τοὺς ἀποφεύγουμε, ὅπως ἀποφεύγει κανεὶς τὸ φίδι ἢ τοὺς πολὺ χειρότερους ἀπὸ ἐκείνους, γιατὶ εἶναι χριστοκάπηλοι καὶ χριστέμποροι. Αὐτοὶ εἶναι, σύμφωνα μὲ τὸν θεῖο Ἀπόστολο (Β΄ Κορ. 7, 15), οἱ ὁποῖοι θεωροῦν τὴν εὐσέβεια ὡς εὐκαιρία πλουτισμοῦ. 
   »Ἐμεῖς μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς Πατέρες, δὲν λέμε, ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐκπορεύεται... μαζὶ μὲ τὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο ὡς πρὸς τὴν αἰτία διακρίνουμε τὸν Πατέρα ἀπὸ τὸν Υἱό... μαζὶ μὲ τὸν σεπτὸ Μάξιμο τὸν Ὁμολογητὴ καὶ τοὺς τότε Ρωμαίους καὶ Δυτικοὺς Πατέρες δὲν κάνουμε τὸν Υἱὸ αἰτία τοῦ Πνεύματος... μαζὶ μὲ τὸν μάρτυρα καὶ φιλόσοφο Ἰουστῖνο λέμε, ὅτι ὅπως ὁ Υἱὸς ἐκ τοῦ Πατρὸς, ἔτσι καὶ τὸ Πνεῦμα ἐκ τοῦ Πατρός... μαζὶ μὲ τὸν Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ καὶ ὅλους τοὺς Πατέρες ὁμολογοῦμε, ὅτι ἀγνοοῦμε τὴν διαφορὰ γεννήσεως καὶ ἐκπορεύσεως» (Ἐγκύκλιος ἐπιστολὴ τοῖς ἀπανταχοῦ τῆς γῆς καὶ τῶν νήσων εὑρισκομένοις Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς). 
  «...Ποτὲ δὲν θὰ δεχθῶ σὲ κοινωνία ὅσους τόλμησαν νὰ προσθέσουν στὸ Σύμβολο τὴν καινοτομία περὶ ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος... Γιατὶ ὅποιος ἔχει κοινωνία μὲ τὸν ἀκοινώνητο ἂς εἶναι καὶ αὐτὸς ἀκοινώνητος... εἶναι φανερὴ ἔκπτωση τῆς πίστεως καὶ κατηγορία γιὰ ὑπερηφάνεια, τὸ νὰ ἀθετεῖς κάτι ἀπὸ τὰ γεγραμμένα ἢ νὰ εἰσάγεις κάτι ποὺ δὲν εἶναι γεγραμμένο... αὐτοὶ ποὺ προσποιητὰ ὁμολογοῦν τὴν ὑγιῆ πίστη, ἔχουν ὅμως κοινωνία μὲ ὅσους φρονοῦν διαφορετικὰ, ἂν δὲν ἀκούσουν τὶς νουθεσίες μας, ὄχι μόνο νὰ μὴν ἔχουμε κοινωνία μαζί τους, ἀλλὰ οὔτε ἀδελφοὺς νὰ τοὺς ὀνομάζουμε....» (Ὁμολογία περὶ τῆς ὀρθῆς Πίστεως). 
ς ὀνομάζουν ὁ Μεσσηνίας, ὁ Κορίνθου, ὁ Γόρτυνος, ὁ Βόλου, ὁ Ἀργολίδος, ὁ Κυδωνίας, ὁ Περγάμου, ὁ Πατριάρχης, ὁ Γερμανίας, ὁ π. Γεράσιμος Φραγκουλάκης καὶ τόσοι ἄλλοι ὅλους, ὅσους ὁμολογοῦν, «ἐκτὸς Ἐκκλησίας». Ὁ ἔλεγχος τοῦ Ἁγίου δὲν θὰ σταματήσει, γιατὶ δὲν ἀνήκει σὲ αὐτούς, ἀλλὰ στὸν Θεό· καὶ ὁ Θεὸς δὲν ἐμπαίζεται. Εἶναι μέγας ἐν τοῖς Ἁγίοις αὐτοῦ.



Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου
Κλασσικός Φιλόλογος, Ἱστορικός

«Έκθεσις του αγιωτάτου μητροπολίτου Εφέσου...» Μάρκου Ευγενικού


   Ἀναγκαία ἐπανάληψη  -μετὰ τὴν Κολυμπάριο Σύνοδο-  παλαιότερης ἀναρτήσης γιὰ τὸν ἑορτάζοντα σήμερα «Ἄτλαντα τῆς Ὀρθοδοξίας» ἅγιο Μᾶρκο τὸν Εὐγενικό.
Ακτινογραφία των προδοτικών Διαλόγων από τον άγ. ΜΑΡΚΟ ΕΥΓΕΝΙΚΟ

  Παρουσιάζουμε ἕνα σημαντικὸ κείμενο τοῦ ἁγίου Μάρκου Εγενικο μὲ τίτλο «Ἔκθεσις τοῦ ἁγιωτάτου μητροπολίτου Ἐφέσου...». Τὸ κείμενο αὐτὸ

α) Ἀποτελεῖ μιὰ περιγραφή, μιὰ κτινογραφία τῆς παθολογίας τῶν θεολογικῶν Διαλόγων καί, περιγράφοντας ὅσα ἔπραξε ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος καὶ ὅσα παρέλειψαν νὰ πράξουν οἱ ἐπίσκοποι ποὺ συμμετεῖχαν στὴ Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας, διαζωγραφίζει ἐκπληκτικά, τὰ σα κατάπτυστα πράττουν σήμερα οἱ διάφοροι Βαρθολομαῖοι, Ζηζιούληδες, Σαββᾶτοι, Ἰγνάτιοι κ.λπ., οἱ ὁποῖοι εἶναι συνειδητοὶ προδότες τῆς Πίστεως μὲ δίπλωμα Παπικό: γνωρίζουν δηλ. ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, γνωρίζουν τί ἔπραξαν οἱ Ἅγιοί μας, γνωρίζουν τί ἔπραξε ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός (ποὺ ἀντιμετώπισε ταυτόσημα ἢ δίδυμα μὲ τὰ σημερινὰ θέματα τῶν συγχρόνων ἑνωτικῶν-οὐνιτικῶν Διαλόγων) κι ὅμως πράττουν τὰ ἀντίθετα, ἐκεῖνα ποὺ τοὺς ὑπαγορεύει ἡ ἀποκαλυπτόμενη ἀντίχριστη παγκόσμια ἐξουσία.
β) (Δημοσιεύουμε τὸ κείμενο αὐτό) γιὰ νὰ παύσουν ἐπιτέλους οἱ ἀνακρίβειες καὶ οἱ σέβειες πρὸς τὸ πρόσωπο το γίου Μάρκου καὶ τῶν ἄλλων ἐπισκόπων ποὺ ἔλαβαν μέρος στὴν Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας. Μὲ τὸ κείμενο δηλ. αὐτὸ διαψεύδονται ὅσοι Οἰκουμενιστὲς διασπείρουν τὶς ψευδες πληροφορίες (κρίνοντας ἀπὸ κάποιες φιλόφρονες προσφωνήσεις κατὰ τὴν ἔναρξη τῆς Συνόδου)  ὅτι ὅσοι ἔλαβαν μέρος στὸν Διάλογο μὲ τοὺς Παπικούς (καὶ φυσικὰ ὁ ἅγιος Μᾶρκος), εἴτε χαρίστηκαν στὸν Πάπα, εἴτε ἦσαν ἐξ ἀρχῆς φιλενωτικο κα νδοτικο εἰς τὰ τῆς Πίστεως.
Εἶναι, ἀκόμα, καιρὸς νὰ παύσουν νὰ παραπληροφοροῦν οἱ λεγόμενοι ἐκ Πειραιῶς "ἀντι-Οἰκουμενιστές" ποὺ τοὺς "συμφέρει" καὶ θέλουν νὰ ἀποδείξουν ὅτι ὁ ἅγιος Μᾶρκος πικοινωνοσε κκλησιαστικ μὲ λατινόφρονες (ὅπως αὐτοὶ σήμερα μὲ Οἰκουμενιστὲς Ἀρχιερεῖς καὶ Πατριάρχες) καὶ ἰσχυρίζονται ὅτι δὲν εἶχε ἀποτειχιστεῖ ἀπὸ αὐτούς! Ὁ ἅγιος Μᾶρκος στὴν παρακάτω «Ἔκθεση», τος διαψεύδει.
Καὶ ἕνα μεγάλο ἐρώτημα εἶναι: Πῶς ὁ ἅγ. Μᾶρκος ντελήφθη μέσως –μετὰ τὶς πρῶτες συζητήσεις μὲ τοὺς Λατίνους– ὅτι οἱ Παπικοὶ δν ἤθελαν ν ερουν στὴν Σύνοδο τῆς Φερράρας τὴν λήθεια, καὶ οἱ δικοί μας Οἰκουμενιστὲς Ἀρχιερεῖς καὶ θεολόγοι, διαλεγόμενοι μὲ τοὺς Παπικούς ἐπὶ τόσα χρόνια, δὲν κατάλαβαν ὅτι οἱ Παπικοὶ τούς (καὶ μᾶς) ἐμπαίζουν, ὅτι προσθέτουν νέες αἱρέσεις ἐπὶ αἱρέσεων, ὅτι οὐδόλως ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν ἀλήθεια (παρὰ διατηροῦν τοὺς Διαλόγους γιὰ νὰ τὴν στραγγαλίσουν ὁλοκληρωτικά) καὶ ὅτι ὁ ἀπώτερος σκοπός τους, (ὅπως ἐπὶ ἁγίου Μάρκου), δὲν εἶναι ἡ εὕρεση της ἀλήθειας, ἀλλὰ ἡ ἐπιθυμία τους νὰ μᾶς ὑποτάξουν;
     Εἰς τό τέλος αὐτῆς τῆς Ἐκθέσεως ὁ ἅγιος γνωστοποιεῖ ἐπίσημα τὴν ἀπομάκρυνσή του—ἀποτείχιση ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστὲς τῆς ἐποχῆς του μὲ τά ἑξῆς:
 
κ θ ε σ ι ς 

το γιωτάτου μητροπολίτου φέσου, τίνι τρόπ δέξατο

τό τς ρχιερωσύνης ξίωμα καί δήλωσις τς Συνόδου 

τς ν Φλωρεντί γενομένης».
Ὁ ἅγιος Μᾶρκος ἀρχίζει τὴν “Ἔκθεση” δηλώνοντας ὅτι, παρότι ἀσθενής, μετέβη στὴν Φερράρα ὑπακούοντας στὴν Ἐκκλησία, καὶ ἐλπίζοντας ὅτι ὁ Θεὸς θὰ δώσει τὴν εὐλογημένη ἐπούλωση τοῦ τραύματος μεταξὺ Ἀνατολικῶν καὶ Δυτικῶν. Ἀλλὰ εὐθὺς ἐξαρχῆς σημειώνει, ἀντελήφθη ὅτι οἱ Λατῖνοι ἔδειξαν τὴν κακή τους πρόθεση.
«Ἐγὼ διὰ τὴν ἐπιταγὴ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας ἐπηκολούθησα τῷ οἰκουμενικῷ πατριάρχῃ πρὸς τὴν ἐν Ἰταλίᾳ σύνοδον, μήτε τὴν ἐμαυτοῦ ἀσθένειαν ὑπολογισάμενος, μήτε τὸ τοῦ προκειμένου πράγματος ἐργῶδές τε καὶ ὑπέρογκον, ἀλλ’ ἐλπίσας ἐπὶ Θεῷ, ὡς ἅπαντα ἡμῖν ἕξει καλῶς καί τι κατορθώσομεν μέγα καὶ τῶν ἡμετέρων πόνων καὶ ἐλπίδων ἄξιον. Ἐπεὶ δ’ ἐνταῦθα γενόμενοι, τῶν Λατίνων εὐθὺς ἐπειράθημεν ἄλλως ἡμῖν προσενεχθέντων ἢ ὡς ἠλπίζομεν, εὐθὺς μὲν ἀπογνῶναι τοῦ τέλους συνέπεσε, καί τις ἡμῶν εἴπεσκεν ἰδὼν ἐς πλησίον ἄλλον».
 (Patrologia Orientalis, Τοme XV, Αu Concile de Florence, σ. 304-308).
Συνεχίζει ἅγιος Μᾶρκος: Καὶ ἀφοῦ μὲ προέτρεψαν, ὁμίλησα πρῶτος καὶ ἐπεσήμανα τὴν αἰτίαν τῆς διαιρέσεως καὶ τὴν ὑπεροψίαν τῶν Λατίνων· αὐτοὶ ὅμως ἀπέκρουαν τὶς αἰτιάσεις, δικαιολογώντας τὰ λάθη τους, ὅπως συνηθίζουν νὰ κάνουν. Τοὺς ἀπέδειξα ὅτι ἀπαγορεύεται ἀπὸ Οἰκουμ. Συνόδους προσθήκη ἔστω καὶ μιᾶς λέξεως στὸ Σύμβολο (ὅπως τοῦ filioque), ἀκόμα καὶ μιᾶς συλλαβῆς. Γιὰ ἐκείνους δὲ ποὺ θὰ τολμήσουν νὰ προσθέσουν κάτι, ἂν εἶναι ἱερωμένους, οἱ Πατέρες «ἐκφωνοῦσι φρικώδεις» κατάρες, καὶ θεωροῦν ὅτι εἶναι ἀνίεροι ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ διαπράξουν αὐτὸ τὸ τόλμημα, καὶ «ἀλλότριοι (=ξένοι) τῆς χάριτος»· δὲ λαϊκὸς «ὑπόκειται ἀναθέματι»· τοῦτο δὲ εἶναι χωρισμὸς ἀπὸ τὸν Θεό.
Καὶ δὴ προτραπεὶς ἐγὼ τῆς ὑποθέσεως ἄρξασθαι, πρῶτα μὲν ἐν τοῖς προοιμίοις ἐσπούδασα τὴν αἰτίαν αὐτοῖς ἀνάψαι τῆς διαιρέσεως καὶ τὸ ἄφιλον ἐγκαλέσαι καὶ ὑπεροπτικόν, ἐκείνων ἀπολογουμένων τε καὶ ἀντεγκαλούντων ἡμῖν καὶ ἑαυτοὺς δικαιούντων, ὅπερ εἰώθασιν.
Ἔπειτα κατὰ τὰς ἐφεξῆς συνελεύσεις προχειρισάμενος τὰς πράξεις τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων, ἀνέγνων ἐξ αὐτῶν τοὺς ὅρους, ἐν οἷς ἀπαγορεύουσιν οἱ θεῖοι πατέρες ἐκεῖνοι τὴν ἐναλλαγὴν τοῦ συμβόλου μέχρι λέξεώς τε καὶ συλλαβῆς καὶ φρικώδεις ἀρὰς ἐκφωνοῦσι κατὰ τῶν ταύτην ποτὲ τολμησόντων, ὥστε τοὺς ἐπισκόπους μὲν καὶ τοὺς κληρικοὺς ἀνιέρους εἶναι τὸ ἀπὸ τοῦδε καὶ τῆς δεδομένης αὐτῆς χάριτος ἀλλοτρίους, τοὺς δὲ λαϊκοὺς ὑποκεῖσθαι τῷ ἀναθέματι, τοῦτό δέ ἐστιν ὁ ἀπὸ Θεοῦ χωρισμός.
Ὅταν καταλάβαμε ὅτι οἱ Λατῖνοι δὲν ἐνδιαφέροντο γιὰ τὴν εὕρεση τῆς Ἀλήθειας, παύσαμε νὰ ἀντιπαραθέτουμε πρὸς τὶς πλάνες τους τὶς ὀρθόδοξες θέσεις, καὶ τοὺς παρακαλούσαμε νὰ ἐπανέλθουν στὴν Ὀρθοδοξία· λλὰ σὰ νὰ μιλούσαμε σὲ ντουβάρια. Οἱ Λατῖνοι, δηλ. δυσανασχετοῦσαν μὲν ἐλεγχόμενοι, ἀλλὰ ἔμεναν ἀδιόρθωτοι καὶ μᾶς παρακινοῦσαν νὰ παρακάμψουμε τὸ θέμα τοῦ filioque καὶ νὰ συζητήσουμε τὰ ἄλλα δογματικὰ θέματα, νομίζοντες ὅτι, μὲ ἑπόμενες θεολογικές τους διαλέξεις, θὰ ἔκαναν νὰ ξεχαστεῖ τὸ θέμα τῆς προσθήκης τοῦ filioque στὸ Σύμβολο. Ἀλλὰ ὅλοι οἱ Ἀνατολικοὶ (Πατριάρχης, Ἐπίσκοποι, συνοδοί) ἐπέμεναν νὰ συζητηθεῖ ὁπωσδήποτε κατὰ πρῶτον προσθήκη τοῦ filioque.
Ὡς δὲ ἑωρῶμεν τοὺς Λατίνους σαφῶς ἤδη παραγυμνώσαντας ἐν ταῖς πρὸς ἡμᾶς διαλέξεσιν, ὡς οὐ πρὸς ἀλήθειαν αὐτοῖς ὁ σκοπὸς οὐδὲ τὸ ταύτην εὑρεθῆναι διὰ σπουδῆς τίθενται, μόνον δέ γε τὸ δόξαι τι λέγειν καὶ τὰς ἀκοὰς τῶν οἰκείων προκατασχεῖν, τοὐντεῦθεν ἤδη τοῦ λέγειν παυσάμενοι, παρεκαλοῦμεν αὐτοὺς ἐπανελθεῖν πρὸς τὴν καλὴν συμφωνίαν ἐκείνην, ἣν εἴχομεν πρότερον. Ταῦτα λέγοντες, κενὴν ἐῴκημεν ψάλλειν, ἢ λίθον ἕψειν, ἢ κατὰ πετρῶν σπείρειν, ἢ καθ’ ὑγρῶν γράφειν, ἢ ὅσα ἄλλα ἐπὶ τοῖς ἀδυνάτοις αἱ παροιμίαι φασίν· ἐκεῖνοι μὲν τοῖς μὲν ἐλέγχοις στενοχωρούμενοι, διόρθωσιν δὲ οὐδαμῶς οὐδεμίαν παραδεχόμενοι διὰ τὸ ἀνιάτως ἔχει ὡς ἔοικε, παρεκάλουν ἡμᾶς ἐπὶ τὴν ἐξέτασιν μεταβῆναι τοῦ δόγματος, ὡς ἱκανῶν ἤδη ῥηθέντων τῶν ἐπὶ τῇ προσθήκῃ λόγων, οἰόμενοι δι’ ἐκείνων τῶν λόγων ἐπισκιάσειν τὸ τοῦ συμβόλου τόλμημα, τῆς δόξης ὑγιοῦς δεικνυμένης. Ἀλλ’ οἱ ἡμέτεροι οὐν ἠνείχοντο καὶ ἀμεταθέτως εἶχον πρὸς τὴν τῆς δόξης ἐξέτασιν, εἰ μὴ διορθωθείη πρότερον ἡ προσθήκη.
 
Ὅταν μεταφέρθηκε Σύνοδος στὴν Φλωρεντία ἀρχίσαμε νὰ συζητᾶμε τὰ θεολογικὰ θέματα καὶ οἱ Λατῖνοι παρουσίαζαν στὴ συζήτηση νοθευμένα καὶ ἀλλοιωμένα κείμενα καὶ πάνω σαὐτὰ στήριζαν τὶς κακοδοξίες τους. Τότε καὶ πάλι ἐγώ ἐνεπλάκην στὴ συζήτηση, ἀποδεικνύοντας ὅτι παραθέτουν νοθευμένα κείμενα ὡς Πατερικά, ἀλλὰ οἱ Λατῖνοι ἦσαν ἀμετάπιστοι κι ἔτσι χάναμε συζητώντας μαζί τουςτὸν καιρό μας. Γι’ αὐτὸ καὶ σταμάτησα τὶς ὁμιλίες βεβαιώνοντάς τους πὼς δὲν θὰ συμμετέχω στὴ Σύνοδο ἢ θὰ μετέχω σιωπῶν. Ἀλλὰ οἱ Λατῖνοι ἐπίεζαν τοὺς δικούς μας να συνεχίσουν τὶς συζητήσεις. Ὅλες αὐτὲς οἱ πιέσεις, ἔκαναν τοὺς δικούς μας νὰ καμφθοῦν, νχάσουν τὴν ἀγωνιστικότητα καὶ τὸ θάρρος ποὺ εἶχαν, ἐπηρεαζόμενοι καὶ ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες, ποὺ ἤθελαν τὴν ἕνωση, καὶ γιατὶ ἐπίσης ἐφοβοῦντο τὶς περαιτέρω διαμάχες. Οἱ Λατῖνοι, λοιπόν, τὴν σιωπήν μας ἐκλαμβάνοντες ὡς ὑποχώρηση καὶ ἀδυναμία, μᾶς προκαλοῦσαν πρὸς συζήτηση καί, καθὼς ἐμεῖς ἀποφεύγαμε νὰ ἐμπλακοῦμε σὲ μιὰ νέα συζήτηση, θριαμβολογοῦσαν ὡς νικηταί, ὡς ἔχοντες αὐτοὶ τὴν ἀλήθεια.
Ἔνθα (εἰς Φλωρεντίαν ἀπὸ τῆς Φερράρας) γενόμενοι, τῶν ἀπὸ τῆς δόξης διαλέξεων ἀπηρξάμεθα, τῶν Λατίνων προσενεγκόντων ῥητά, τὰ μὲν ἐξ ἀποκρύφων τινῶν καὶ ἀγνώστων βιβλίων, τὰ δὲ ἐκ νενοθευμένων καὶ διεφθαρμένων, ἐν οἷς ἰσχυρίζοντο τὴν ἑαυτῶν δόξαν συνίστασθαι. Πάλιν οὖν αὐτοῖς ἐγὼ συμπλεκόμενος καὶ τὸ τῆς δόξης ἄτοπον διελέγχων καὶ νενοθευμένας εἶναι τὰ βίβλους προφανῶς παριστῶν, οὐδὲν ἤνυον εἰς πειθώ, πλὴν ὅσον τὸν καιρὸν ἀναλίσκειν εἰκῇ καὶ μάτην.
Ἐπὶ τούτοις κατέλυσα τὰς πρὸς αὐτοὺς ὁμιλίας, ἢ μηκέτι συνελεύσασθαι μεταὐτῶν, ἢ γοῦν αὐτὸς σιωπήσειν βεβαιωσάμενος. Ἀλλ’ ἐκεῖνοι προσεκαλοῦντο τοὺς ἡμετέρους ἑκόντας ἄκοντας εἰς τὴν τῶν εἰρημένων ἀντίρρησιν. Ἐπεὶ δ’ ἐμοῦ σεσιωπηκότος, οὐδεὶς ἔτι τῶν ἡμετέρων πρὸς αὐτοὺς ἐθάρρησεν ἀντιτάξασθαι, τοῦτο μὲν τῶν ἀρχόντων οὕτω δέον εἶναι κρινόντων, τοῦτο δὲ καὶ ὀκνοῦντες ἅπαντες τὸν ἀγῶνα καὶ μὴ εἰς ἔριδας καὶ ταραχὰς ἐκπέσωσι δεδιότες, ἐκεῖνοι τὴν ἡμετέραν σιωπὴν ὥς ἕρμαιον λογισάμενοι, καθάπερ τινὰς φυγάδας προεκαλοῦντο πρὸς μάχην, καὶ μηδαμῶς ὑπακουόντων ἡμῶν, ἐπεκρότουν ὡς νικηταὶ καὶ τὴν ἀλήθειαν μεθ’ ἑαυτῶν ἔχοντες.
Σαὐτὸ τὸ χρονικὸ σημεῖο ἄρχισαν νὰ ὑποχωροῦν οἱ δικοί μας (Ὀρθόδοξοι σύνεδροι), νὰ διαφοροποιοῦνται ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση καὶ νὰ μιλοῦν περὶ Οἰκονομίας καὶ συγκαταβάσεως. Κάποιος μάλιστα δικός μας ἐπεχείρησε νὰ μᾶς πείσει ὅτι καλὸ εἶναι νὰ εἰρηνεύσουμε μὲ τοὺς Λατίνους καὶ νὰ τὰ βροῦμε, γιὰ νὰ ἀποδείξουμε ὅτι οἱ Ἅγιοι συμφωνοῦν μεταξύ τους, καὶ νὰ μὴ δίδεται ἐντύπωση ὅτι διαφωνοῦν οἱ Δυτικοὶ μὲ τοὺς Ἀνατολικούς. Καὶ ἄρχισε νὰ λέγει ὅτι κάποιος ὀρθόδοξος διδάσκαλος θεολογεῖ ὅτι τὸ «διὰ» (τοῦ Υἱοῦ) ἔχει τὴν ἴδια σημασία μὲ τὸ «ἐκ» (τοῦ Υἱοῦ -ὡς πρὸς τὸ filioque). Ἔτσι λίγο-λίγο λατινικὴ κακοδοξία ἐπεκτεινόταν καὶ ἐπιβαλλόταν, καὶ πλέον ἔπαυσε συζήτηση νὰ ἀποσκοπεῖ στὴν ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας, καὶ μετετράπη σὲ μιὰ (ἐμπορική) διαπραγμάτευση γιὰ τὴν Ἕνωση· πρὸς τοῦτο καὶ ἔψαχναν νὰ βροῦν τὴν κατάλληλη φόρμουλα, ἀναζητοῦσαν τὰ ρητὰ ἐκεῖνα ποὺ θὰ μποροῦσε κάθε πλευρὰ νὰ τὰ ἐξηγεῖ μὲ τὸ δικό της τρόπο, ἀσχέτως ἂν ἔρχονταν σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν Πίστη, ἀρκεῖ νὰ ἔφταναν στὴν Ἕνωση. Αὐτὴ μέθοδος τοὺς φάνηκε πὼς ἐξυπηρετοῦσε θαυμάσια τὸ σκοπό τους, ἀφοῦ θὰ τὸ ἀποδέχονταν εὔκολα καὶ ἀνεξέταστα οἱ μὲν καὶ οἱ δέ.
Ἐντεῦθεν ἀρχὴν λαμβάνει τὰ τῆς οἰκονομίας καὶ συγκαταβάσεως ρήματα, καί τις τῶν ἡμετέρων ἐπεχείρησε λέγειν ὡς καλόν ἐστι τὴν εἰρήνην ἀσπάσασθαι, καὶ τοὺς Ἁγίους συμφώνους ἀποδεῖξαι πρὸς ἑαυτούς, ἵνα μὴ δοκῶσιν οἱ δυτικοὶ τοῖς Ἀνατολικοῖς ἀντιφθέγγεσθαι· ἤδη δὲ καὶ περὶ τῆς διά, φιλοσοφεῖν τις ἤρξατο([99]), παρὰ τοῖς ἡμετέροις διδασκάλοις εὑρισκομένης, ὡς ταὐτὸν τῇ ἐκ δυναμένης καὶ τὴν αἰτίαν τοῦ Πνεύματος τῷ Υἱῷ διδούσης. Οὕτω κατὰ μικρὸν ὁ λατινισμὸς ἐξερράγη, καὶ περὶ τοῦ τρόπου τῆς ἑνώσεως ἤρξαντο πραγματεύεσθαι, καί τινα ρητὰ περιεργάζεσθαι, δι᾿ ὧν ἑνωθήσονται, μέσην ἐπέχοντα χώραν καὶ δυνάμενα κατ᾿ ἀμφοτέρας τὰς χώρας λαμβάνεσθαι, καθάπερ τις κόθορνος. Τοῦτο γὰρ αὐτοῖς πρὸς τὴν ἐπίνοιαν ἔδοξε σφόδρα συμβάλλεσθαι, τῶν τε ἡμετέρων δι᾿ αὐτῶν ρᾷον προσαγομένων, καὶ τῶν ἐναντίων ἐλπιζομένων ἀνεξετάστως αὐτὰ παραδέξασθαι.
Καὶ συνέθεσαν Ἔγγραφο, ποὺ περιεῖχε τὶς παραπάνω περίπου συμβιβαστικὲς θέσεις, στὸ ὁποῖο ὅμως παρετίθεντο ξεκάθαρα οἱ ἑνωτικὲς θέσεις τους, στοχεύοντας μὲ βάση αὐτὸ νὰ γίνει ἡ Ἕνωση· ὅμως τοῦτο δὲν ἐδέχτηκαν νὰ τὸ υἱοθετήσουν ἀνεξετάστως οἱ ὑπόλοιποι, ἀλλὰ τοὺς καλοῦσαν νὰ ἀναλύσουν καὶ ἐξηγήσουν τὶς διαφορὲς ποὺ περιείχοντο στὸ Ἔγγραφο. Ἐκεῖνοι ἔστειλαν ἕνα ἔγγραφο, διὰ τοῦ ὁποίου ἀποδέχονταν τὸ filioque.
Καὶ δή τι συντεσθέντες γραμμάτιον, τοιαῦτά τινα περιέχον, τὴν ἐκείνων δὲ δόξαν ὅμως καθαρῶς ἐκτιθέμενον, ἐξαπέστειλον αὐτοῖς, ὡς διὰ τούτων τὴν ἕνωσιν ποιησόμενοι· τοῖς δὲ οὐκ ἀνεκτὸν ἐδόκει τὸ γραμμάτιον δέξασθαι χωρὶς ἐξετάσεως, ἀλλ᾿ ἢ πρὸς ἀπολογίαν αὐτοὺς προὐκαλοῦντο καὶ λύσεις τῶν ἀμφισβητουμένων φωνῶν ἐν τῷ γράμματι, ἢ τὸ οἰκεῖον δέξασθαι παρηγγύων, ὅπερ αὐτοὶ φθάσαντες ἐξαπέστειλον· ἦν δὲ ἐκεῖνο συμφώνησις παντελὴς περὶ τὸ δόγμα τῶν Λατίνων τε καὶ Γραικῶν, καὶ ὁμολογία τοῦ καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐκπορεύεσθαι.
Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο χρονοτρίβησαν πολύ, καὶ οἱ δικοί μας ἀγανακτοῦσαν γιὰ τὴν παράταση τῶν συζητήσεων καὶ τὴν πεῖνα, ἀφοῦ οἱ Λατῖνοι γιὰ νὰ τοὺς ἐξαναγκάσουν νὰ ὑπογράψουν, δὲν τοὺς ἔδιναν τρόφιμα... Τελικά, αὐτοὶ οἱ δυσσεβεῖς καὶ ὅσοι τοὺς ἀκολούθησαν ἀφοῦ πείστηκαν στὶς ὑποσχέσεις τους, ξεκάθαρα ὁμολόγησαν ὅτι δέχονται πὼς ὁ Υἱὸς εἶναι αἴτιος τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸ τὸ ἀποδέχτηκε καὶ ὁ Πατριάρχης, ἀφοῦ καὶ αὐτὸς προηγουμένως ἐπείσθη καὶ ὑποχώρησε ὁ ταλαίπωρος...
Τρίβεται δὲ πολὺς ἐπὶ τούτοις χρόνος, καὶ οἱ ἡμέτεροι τὴν ἀναβολὴν ἐδυσχέραινον καὶ πρὸς τὸν λιμὸν ἠγανάκτουν· καὶ γὰρ δὴ καὶ τοῦτο αὐτοῖς ἐπενοήθη, μηδενὶ διδόναι τῶν συγκειμένων ἀναλωμάτων, ἵν’ ἀναγκασθέντες ἐκ τούτου κατὰ μικρὸν ὑποκύψωσιν... Ἀλλ᾿ οἱ τολμηροὶ τὴν δυσσέβειαν, καὶ ὅσοι τούτοις παρηκολούθησαν, ἐπαγγελίαις λαμπραῖς ὑπαχθέντες καὶ δόμασι, γυμνῇ τῇ κεφαλῇ τὸν Υἱὸν ἀπεφήναντο τοῦ Πνεύματος αἴτιον, ὃ μηδ᾿ ἐν τοῖς τῶν Λατίνων ρητοῖς εὕρηταί που φανερῶς κείμενον. Τούτοις δὲ καὶ ὁ Πατριάρχης ἐπεψηφίσατο, προδιεφθαρμένος ἤδη καὶ αὐτὸς ὁ τάλας...
Ἐγὼ δέ, ἐπειδὴ εἶχα διατυπώσει τὴν γνώμη μου μὲ γραπτὸ κείμενο, τὸ ὁποῖο ταυτόχρονα ἀποτελοῦσε καὶ ὁμολογία Πίστεως, ὅταν εἶδα ὅτι οἱ δικοί μας εἶχαν συμβιβασθεῖ καὶ ἀποφασίσει τὴν Ἕνωση μὲ τοὺς Λατίνους, καὶ ἔτσι, αὐτοὶ ποὺ λίγο πρὶν ἦσαν σύμμαχοί μου στὴν ὑποστήριξη τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, τώρα –μὴ ὑπολογίζοντες τὰ συγγράμματα τῶν Ἁγίων Πατέρων– ἔγιναν σύμμαχοι τῶν Λατίνων, ἔκρυψα τὴν γραπτὴ αὐτὴ Ὁμολογία (ποὺ εἶχα ἑτοιμάσει) γιὰ νὰ μὴν τοὺς ἐρεθίσω περισσότερο, καὶ κατέθεσα ἐκφώνως τὴν γνώμη μου, ὅτι δὲν μποροῦμε διαφορετικὰ νὰ συμφωνήσουμε Δυτικοὶ καὶ Ἀνατολικοί, παρὰ μόνο βασιζόμενοι στὴν ἐξήγηση ποὺ ἔδωσε ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής... Καὶ αὐτοὶ μὲν ἔκαναν τὸ δικό τους καὶ συμβιβάστηκαν ὡς πρὸς τὸ filioque, προχώρησαν δὲ καὶ στὰ ὑπόλοιπα πρὸς ὑλοποίηση τῆς Ἑνώσεως μὲ τοὺς Λατίνους.


Ἔκτοτε, ἀφοῦ χωρίστηκα ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους Ἀνατολικούς (ἀποτειχίστηκα), παραμένω ἐν ἑαυτ, γιὰ νὰ μπορῶ ἔτσι νὰ συνεχίσω νὰ εἶμαι ἑνωμένος μὲ τοὺς Ἁγίους μου Πατέρες καὶ διδασκάλους (ἀφοῦ, ὅποιος ἐπικοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικούς, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τοὺς Ἁγίους). Καὶ φανερώνω σὲ ὅλους τὴν ἀπόφασή μου αὐτὴ (τῆς ἀποτείχισης) μὲ τούτη τὴν Ἔκθεση, γιὰ νὰ μπορεῖ –ὅποιος θέλει– νὰ ἐξετάζει, γιὰ ποιό λόγο δὲν ἀποδέχτηκα τὴν Ἕνωση ποὺ ἔγινε. Δὲν τὴν ἀποδέχτηκα, ἐπειδὴ ἡ Ἕνωση στηρίχτηκε, ὄχι στὰ ὑγιῆ Ὀρθόδοξα δόγματα, ἀλλὰ στὰ κακόδοξα καὶ διεστραμμένα.
Ἐγὼ δὲ τὴν ἐμαυτοῦ γνώμην ἅμα καὶ ὁμολογίαν τῆς πίστεως συγγεγραμμένην ἔχων (οὕτω γάρ που διείρητο πρότερον, ἐγγράφως ἐπιδοῦναι τὴν ἑαυτοῦ γνώμην ἕκαστον), ὡς εἶδον αὐτοὺς ἐκθύμως ἤδη πρὸς τὴν ἕνωσιν ὡρμημένους, καὶ τοὺς ἐμοὶ συνεστῶτας πρότερον, ἄρτι συμπεπτωκότας ἐκείνοις, ἐγγράφων δὲ οὐδὲ μεμνημένους, ἐπέσχον καὶ αὐτὸς τὴν γραφήν, ἵνα μὴ πρὸς ὀργὴν αὐτοὺς ἐρεθίσας εἰς προὖπτον ἤδη τὸν κίνδυνον ἐμαυτὸν ἐμβάλω· διὰ στόματος μέν τοι τὴν ἐμαυτοῦ γνώμην ἐδήλωσα, μὴ ἂν ἄλλως δύνασθαι τὰ ρητὰ τῶν δυτικῶν καὶ ἀνατολικῶν συμφωνῆσαι Πατέρων, εἰμὴ κατὰ τὴν ἐξήγησιν τῆς ἐπιστολῆς τοῦ σεπτοῦ Μαξίμου, τὸν Υἱὸν μὴ φαίημεν αἴτιον τοῦ ἁγίου Πνεύματος, προσεπισημηνάμενος ἅμα καὶ περὶ τῆς προσθήκης ὡς οὐδὲ ταύτην συγχωρῶ τοῖς Λατίνοις, ἅτε μὴ καλῶς οὐδ᾿ εὐλόγως κατὰ τοὺς εἰρημένους λόγους γεγενημένην. Ἐντεῦθεν οἱ μὲν τὸ ἑαυτῶν ἔπραξαν, καὶ πρὸς τὴν συνθήκην ὅρου καὶ τὰ λοιπὰ τῆς ἑνώσεως ἔβλεψαν· ἐγὼ δὲ χωρισθεὶς αὐτῶν ἔκτοτε καὶ ἐμαυτῷ σχολάσας, ἵνα τοῖς ἁγίοις μου πατράσι καὶ διδασκάλοις διατελῶ συνημμένος, πᾶσι καταφανῆ ποιῶ τὴν ἐμαυτοῦ γνώμην διὰ τῆσδε μου τῆς γραφῆς, ὡς ἂν ἐξῇ δοκιμάζειν τῷ βουλομένῳ, πότερον ὑγιέσι δόγμασι χαίρων, ἢ διεστραμμένοις τισὶ τὴν γεγενημένην ἕνωσιν οὐ παρεδεξάμην».
 

(σ.σ. Καὶ ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται, ἀλλὰ μεταξὺ Οἰκουμενιστῶν καὶ ἀντι-Οἰκουμενιστῶν πλέον, οἱ ὁποῖοι ἔχασαν τὴν ἀγωνιστικότητά τους καὶ συμβιβάστηκαν. Θυμηθεῖτε τὸν παλμὸ ποὺ εἶχαν, ὅταν ξεκίνησε ὁ ἀγώνας κατὰ τῶν Οἰκουμενιστῶν, οἱ ὁποῖοι ἔφεραν τὸν Πάπα στὴν Ἀθήνα. Πάει αὐτός· τὸν κατέσβεσαν- Καπνούρα ἀντὶ γιὰ φωτιά, παρόλο ποὺ τώρα συμβαίνουν τὰ τρισχειρότερα. Τότε Ἁγιορεῖτες καὶ Συναξιακοὶ ἀπειλοῦσαν μὲ Διακοπὴ Μνημοσύνου. Τώρα κατηγοροῦν, ὅσους ἀκολούθησαν τὴν πρωτινὸ ἀγωνιστικό τους παλμὸ καὶ ἀποτειχίστηκαν -ὅπως καὶ ὁ γράφων- καὶ τοὺς θεωροῦν ὡς ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Καὶ κοινωνοῦν μὲ τοὺς αἱρετικοὺς συνεπισκόπους τους Οἰκουμενιστές, τοὺς ὁποίους ταυτόχρονα τοὺς καταγγέλλουν ὅτι ἤδη ἔχουν κάνει τὴν Ἕνωση στὰ ὑψηλὰ κλιμάκια, συνεχίζουν δὲ ἀμετανόητα νὰ πρεσβεύουν τὶς αἱρετικὲς ἰδέες τους περὶ βαπτισματικὴς Ἐκκλησίας, περὶ ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ὅσες ἄλλες παρόμοιες).
Σημάτης Παναγιώτης

Ο άγ. Γρηγόριος παραβάτης Ι. Κανόνων, ή γενναίος Ομολογητής της Πίστεως θέτων εν κινδύνω και αυτή την ζωήν του;


  

  ἅγιος Γρηγόριος ἀναφερόμενος στὴν ἐναντίον του κατηγορία, ὅτι ἄφησε τὴν περιφέρειά του καὶ εἰσῆλθε σὲ ξένη ἐκκλησιαστικὴ περιφέρεια, καταφεύγει στὴν ἕως τότε ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, καὶ μάλιστα στὴν Ἁγία Γραφή, καὶ ἀναφέρει ὅτι τὸ ἴδιο ἔκαναν οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ Εὐαγγελιστές, ὅταν αὐτὸ ἀπαιτοῦσαν οἱ τότε  ἀνάγκες τῆς πρώτης Ἐκκλησίας.

(Γρ. Θεολόγου, Ὁμιλία ΛΓ΄, Πρὸς Ἀρειανοὺς καὶ πρὸς ἑαυτόν,
Ἔργα 2, Πατερ. Ἐκδ., "Γρ. ὁ Παλαμᾶς", σελ. 108-111).
 
Καὶ βέβαια ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν Συνόδων της καθόρισε κάποιους Κανόνες, οἱ ὁποῖοι ἰσχύουν σὲ καιροὺς ὁμαλότητας καὶ εἰρήνης.

Κι ἐδῶ προκύπτει τὸ ἐρώτημα: Αὐτοὶ οἱ Κανόνες εἶναι δυνατὸν νὰ παρακάμπτονται σὲ καιροὺς ἀναστατώσεων καὶ αἱρέσεων, ἢ ἰσχύει ἡ θέση τῶν συγχρόνων Ποιμένων καὶ Ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι διδάσκουν ὅτι δὲν ἔχουμε δικαίωμα νὰ ἐπεμβαίνουμε σὲ ἄλλες Μητροπόλεις, σὲ μέρες ποὺ διδάσκεται σ' αὐτὲς ἡ Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ;
Ἀσφαλῶς καὶ ναί. Ἤδη τὴν ἐποχὴ τοῦ Μ. Ἀθανασίου, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ ἁγίου Μαξίμου, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, παρεκάμφθησαν κατ’ οἰκονομίαν, παραδίδοντάς μας καὶ ἄλλον τρόπον στάσεως καὶ δράσεως σὲ περιόδους αἱρέσεων. Ἐκεῖνον τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τοὺς παναιρετικοὺς Οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι σήμερα καὶ διὰ Συνόδου ἐπιβεβαίωσαν τὶς ἀπὸ καιροῦ ὁλοφάνερα κακόδοξες προθέσεις τους.

Εἶναι λοιπόν, κακόδοξη ἡ τοποθέτηση, ποὺ δυστυχῶς Οἰκουμενιστὲς καὶ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς τὴν ἔχουν ὡς σημαία καὶ λέει:
Ἐγὼ στὴν Μητρόπολή μου δὲν αἱρετίζω καὶ δὲν εἶμαι ὑπεύθυνος τί γίνεται στὶς ἄλλες Μητροπόλεις! Ἐγὼ κάνω ὑπακοὴ στὴν Ἐκκλησία καὶ στὸν Πατριάρχη μας!!!
στε, Ἐπίσκοπε καὶ ποιμένα,
ἐὰν στὶς ἄλλες Μητροπόλεις δὲν ὑπάρχει Ἐπίσκοπος Ὀρθόδοξος καὶ ποίμνιο Ὀρθοδοξο, μπορεῖς ἐσύ, ἀλλὰ καὶ τὸ ποίμνιό σου νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ αὐτούς;
ἐὰν στὶς ἄλλες Μητροπόλεις ἐπικρατεῖ ἡ πλάνη, ἐσὺ ἀδιαφορεῖς γι' αὐτό;
ἐὰν στὶς ἄλλες μητροπόλεις μνημονεύονται αἱρετικοὶ Ἐπίσκοποι ποὺ κηρύττουν καὶ ἐμπεδώνουν τὴν παναιρέση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὴν ἐσχάτη αἵρεση τῆς ἱστορίας (κατὰ τὸν ἀείμνηστο π. Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο)
                   μπορεῖς νὰ μένεις στὰ σχήματα τῆς ἐν καιρῷ εἰρήνης ἐκκλησιαστικῆς τάξεως; Γιατὶ διαγράφεις ὅσα ὁ ἅγιος Γρηγόριος καὶ τόσοι ἄλλοι Ἅγιοι μὲ λόγο καὶ πράξεις καὶ θυσίες μᾶς δίδαξαν;

Μήπως, τελικά, τὸ ὅλο προβλημα εἶναι ὅτι δὲν θέλουμε νὰ διωχθοῦμε γιὰ τὸ Χριστό;