ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
Επειδή, λοιπόν, ο αγαθός και υπεράγαθος Θεός δεν επαναπαύθηκε στη θεωρία του εαυτού του, αλλά από υπερβολική αγαθότητα θέλησε να δημιουργηθούν ορισμένα δημιουργήματα που θα ευεργετηθούν και θα μετάσχουν στην αγαθότητα του· γι’ αυτό, παράγει και δημιουργεί εκ του μηδενός τα σύμπαντα, ορατά και αόρατα· δημιουργεί, επίσης, και τον άνθρωπο που αποτελείται και από ορατή και από αόρατη φύση. Μόλις συλλαμβάνει την ιδέα, αυτόματα δημιουργεί· και η σκέψη του γίνεται πράξη, που την ολοκληρώνει ο Λόγος και την τελειοποιεί το Πνεύμα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΓΓΕΛΟΥΣ
Ο ίδιος είναι κτίστης και δημιουργός των αγγέλων, τους οποίους έφερε στην ύπαρξη από το μηδέν, και τους έκαμε σύμφωνα με τη δική του εικόνα να είναι ασώματη φύση, σαν κάποιος άνεμο ή άϋλη φωτιά, όπως το λέει ο θείος Δαβίδ: «Αυτός που κάνει τους αγγέλους ασώματα πνεύματα και τους λειτουργούς του σαν φλόγα φωτιάς»· έτσι περιγράφει την ευκινησία, τη φλογερότητα, τη θερμότητα, τη διεισδυτικότητα και την ταχύτητά τους στον πόθο και τη διακονία του Θεού, καθώς και την προσήλωσή τους προς τα άνω και την απομάκρυνση από κάθε υλική φροντίδα. Ο άγγελος, λοιπόν, είναι νοερή ουσία, αεικίνητη, αυτεξούσια, ασώματη, που διακονεί το Θεό και έλαβε κατά χάριν στη φύση της την αθανασία· τη μορφή και την κατάσταση αυτής της υπάρξεως μόνον ο δημιουργός της γνωρίζει. Σε σχέση με μας είναι ασώματη και άϋλη· αλλά, κάθε τι που συγκρίνεται με τον μόνο ασύγκριτο Θεό είναι παχύ και υλικό· διότι, μόνο το θείο είναι όντως άϋλο και ασώματο. Ο άγγελος, λοιπόν, είναι φύση λογική, νοερή και αυτεξούσια, μεταβλητή στην προαίρεση, δηλαδή στη θέληση· διότι κάθε κτιστό είναι και μεταβλητό, ενώ μόνο το άκτιστο είναι αμετάβλητο. Κάθε λογικό επίσης είναι και αυτεξούσιο.
(Ο άγγελος), λοιπόν, σαν λογική και νοερή φύση είναι αυτεξούσιος· σαν κτιστή φύση είναι μεταβλητή, έχοντας τη δυνατότητα και να διατηρείται και να προοδεύει στο αγαθό αλλά και να πηγαίνει προς το χειρότερο. (Ο άγγελος) δεν έχει τη δυνατότητα να μετανοήσει, διότι είναι και ασώματος. Αντίθετα ο άνθρωπος, εξαιτίας της αδυναμίας του σώματός του, μπορεί να μετανοήσει. Είναι αθάνατος κατά χάριν και όχι από τη φύση του· διότι ό,τι έχει αρχή έχει και τέλος, σύμφωνα με τους νόμους της φύσεως. Και μόνον ο Θεός είναι αιώνιος και μάλιστα πέρα από τους αιώνες· διότι ο δημιουργός του χρόνου δεν εξαρτάται από το χρόνο, αλλά τον υπερβαίνει.
(Οι άγγελοι) είναι δεύτερα νοερά φώτα, τα οποία δέχονται το φωτισμό από το πρώτο και άναρχο φως· δεν έχουν γλώσσα και ακοή, αλλά μεταδίδουν μεταξύ τους τις σκέψεις και τις αποφάσεις τους χωρίς προφορικό λόγο. Ο Λόγος δημιούργησε όλους τους αγγέλους και το Άγιο Πνεύμα με τον αγιασμό του τους τελειοποίησε· μετέχουν στο φωτισμό και τη χάρη αναλογικά με την αξία και το τάγμα τους. Ο χώρος τους περιορίζει· διότι όταν είναι στον ουρανό, δεν βρίσκονται στη γη· κι όταν ο Θεός τους αποστέλλει στη γη, δεν παραμένουν στον ουρανό. Βέβαια, τα τείχη, οι πόρτες, οι κλειδαριές και τα λουκέτα δεν τους περιορίζουν· διότι είναι ακαθόριστοι. Και λέγοντας «ακαθόριστοι», εννοώ, ότι φανερώνονται στους αξίους, στους οποίους θέλει ο Θεός να εμφανισθούν, όχι όπως πραγματικά είναι, αλλά με άλλη μορφή, ανάλογα με τη δυνατότητα που έχουν να τους δουν. Διότι, στην κυριολεξία, μόνο το άκτιστο είναι ακαθόριστο· ενώ κάθε δημιούργημα έχει τα όριά του, όπως τα όρισε ο Θεός. Έχουν τον αγιασμό από το Άγιο Πνεύμα, έξω από την ουσία τους· προφητεύουν με τη θεία χάρη και δεν έχουν ανάγκη από γάμο, επειδή δεν είναι θνητοί. Επειδή είναι πνευματικά όντα, ζουν σε τόπους πνευματικούς, χωρίς να περιορίζονται όπως τα σώματα· διότι δεν παίρνουν το σχήμα του σώματος σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους, ούτε έχουν τρεις διαστάσεις, αλλά παρουσιάζονται και ενεργούν πνευματικά, όπου διαταχθούν· δεν μπορούν βέβαια στο ίδιο χρονικό διάστημα να βρίσκονται και να ενεργούν εδώ κι εκεί. Δεν γνωρίζουμε εάν οι άγγελοι είναι μεταξύ τους ίσοι στην ουσία ή διαφέρουν. Το γνωρίζει μόνον ο παντογνώστης Θεός, ο οποίος τους έπλασε. Διαφέρουν, βέβαια, μεταξύ τους στο φωτισμό και τη θέση· δηλαδή, ή βρίσκονται σε θέση δεκτική φωτισμού ή μετέχουν στο φωτισμό ανάλογα με τη θέση τους και φωτίζονται μεταξύ τους εξαιτίας της υπεροχής του τάγματος ή της φύσεως. Είναι φανερό ότι οι άγγελοι που υπερέχουν μεταδίδουν το φωτισμό και τη γνώση στους κατώτερους.
Είναι ικανοί και πρόθυμοι στην εκτέλεση του θελήματος του Θεού και, λόγω της ταχύτητος της φύσεώς τους, βρίσκονται αμέσως παντού, όπου τους δώσει εντολή ο Θεός. Φυλάγουν τα μέρη της γης, διοικούν έθνη και τόπους, όπου ο Δημιουργός τους έταξε, και φροντίζουν για τα ανθρώπινα και μας βοηθούν. Πάντως, είναι ανώτεροι από μας, σύμφωνα με το θέλημα και την εντολή του Θεού, και βρίσκονται πάντοτε στην υπηρεσία του Θεού. Είναι δυσκίνητοι προς το κακό, όχι όμως ακίνητοι· τώρα όμως έχουν γίνει και ακίνητοι (στο κακό), όχι εξαιτίας της φύσεώς τους, αλλά κατά χάριν και με την προσήλωσή τους στο μόνο αγαθό. Βλέπουν το Θεό όσο τους επιτρέπεται και έχουν τη θέα του σαν τροφή. Ως ασώματοι είναι ανώτεροι από μας· έχουν απαλλαγεί από κάθε πάθος του σώματος, αλλά δεν είναι απαθείς· διότι μόνον ο Θεός είναι απαθής. Αλλάζουν τη μορφή τους, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου και Θεού, και έτσι φανερώνονται στους ανθρώπους και τους αποκαλύπτουν τα θεία μυστήρια. Ζουν στον ουρανό και έχουν ένα έργο, να υμνούν το Θεό και να διακονούν το θείο του θέλημα. Έτσι το λέει και ο αγιώτατος, ιερώτατος και θεολογικώτατος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης: «Όλη η θεολογία, δηλαδή η Αγία Γραφή, έχει ξεχωρίσει τις ουράνιες δυνάμεις σε εννέα τάγματα»· ο θείος διδάσκαλος τις κατατάσσει αυτές σε τρία τριαδικά συστήματα.
«Πρώτη τριάδα», λέει, «είναι αυτή που είναι πάντοτε γύρω από το Θεό και είναι έτοιμη να ενωθεί μαζί του αμέσως, δηλαδή η τάξη των εξαπτέρυγων Σεραφίμ, των πολυόμματων Χερουβίμ και των αγιώτατων Θρόνων·
δεύτερη τριάδα είναι των Κυριοτήτων, των Δυνάμεων και των Εξουσιών· και τρίτη και τελευταία τριάδα είναι των Αρχών, των Αρχαγγέλων και των Αγγέλων».
Μερικοί λένε ότι δημιουργήθηκαν πριν απ’ όλη τη δημιουργία, όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, που λέει: «(Ο Θεός) πρώτα συλλαμβάνει στο νου τις ουράνιες δυνάμεις των αγγέλων, και η σκέψη του έγινε πράξη». Άλλοι λένε ότι δημιουργήθηκαν μετά τη δημιουργία του πρώτου ουρανού. Όλοι βέβαια συμφωνούν ότι έγιναν πριν την πλάση του ανθρώπου. Εγώ συμφωνώ με το Θεολόγο Γρηγόριο. Διότι έπρεπε πρώτα να δημιουργηθούν οι νοερές ουσίες, έπειτα τα αισθητά, και στο τέλος και από τα δύο ο άνθρωπος.
Όσοι τέλος ισχυρίζονται ότι οι άγγελοι είναι οι δημιουργοί των διαφόρων υπάρξεων, αυτοί αποτελούν το στόμα του πατέρα τους, του Διαβόλου· διότι οι άγγελοι είναι κτίσματα και όχι δημιουργοί. Δημιουργός, προνοητής και συντηρητής όλων είναι μόνον ο άκτιστος Θεός, ο οποίος υμνείται και δοξάζεται στο πρόσωπο του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος
ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΒΟΛΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΑΙΜΟΝΕΣ
Απ’ αυτές τις αγγελικές δυνάμεις αρχηγός της τάξεως γύρω και πάνω στη γη, που ο Θεός του ανάθεσε τη φύλαξή της, (ήταν ο Διάβολος)· δεν ήταν πονηρός από τη φύση του, αλλά αγαθός και με προορισμό το αγαθό, χωρίς να έχει μέσα του κανένα ίχνος κακίας για το Δημιουργό. Επειδή όμως δεν δέχθηκε το φωτισμό και την τιμή που του δώρησε ο Δημιουργός, με τη δική του ελεύθερη επιλογή ξέφυγε από τη φυσική κατάσταση στην παρά φύση. Υπερηφανεύθηκε απέναντι στο δημιουργό του Θεό και θέλησε να επαναστατήσει εναντίον του· αφού πρώτα απομακρύνθηκε από το αγαθό, κατάληξε στο κακό. Διότι το κακό δεν είναι τίποτε άλλο παρά στέρηση του αγαθού· όπως και το σκοτάδι είναι έλλειψη του φωτός. Το αγαθό είναι πνευματικό φως· παρόμοια και το κακό είναι πνευματικό σκοτάδι. Παρόλο, λοιπόν, που ο Δημιουργός τον έπλασε αγαθό –σύμφωνα με το: «Είδε ο Θεός τα δημιουργήματα που έπλασε και ήταν όλα πολύ καλά»– εκείνος όμως, με την ελεύθερη θέλησή του, έγινε σκοτεινός. Και άπειρο πλήθος αγγέλων, που είχε στις διαταγές του, επαναστάτησε μαζί του και τον ακολούθησε στην πτώση του. Και παρότι έχουν την ίδια φύση με τους αγγέλους, έχουν γίνει κακοί, επειδή έστρεψαν με τη θέλησή τους την προτίμηση από το αγαθό προς το κακό. Δεν έχουν βέβαια ούτε εξουσία ούτε δύναμη εναντίον κάποιου, παρά μόνον όταν τους επιτρέψει ο Θεός σύμφωνα με το σχέδιο της οικονομίας του, όπως στην περίπτωση του Ιώβ και όπως έχει γραφεί στο Ευαγγέλιο για τους χοίρους. Όταν όμως το επιτρέψει ο Θεός, και δύναμη έχουν και αλλάζουν και μεταμορφώνονται φανταστικά σε όποια μορφή θέλουν.
Το μέλλον δεν το γνωρίζουν ούτε οι άγγελοι του Θεού ούτε οι δαίμονες· κάνουν όμως προβλέψεις. Οι άγγελοι προβλέπουν, επειδή τους τα αποκαλύπτει ο Θεός και προστάζει να τα προλέγουν. Γι’ αυτό, όσα λένε, εκπληρώνονται. Και οι δαίμονες όμως προλέγουν, άλλοτε επειδή βλέπουν αυτά που γίνονται στο μακρινό μέλλον και άλλοτε επειδή τα φαντάζονται· γι’ αυτό και λένε πολλά ψέμματα. Κανείς δεν πρέπει να τους πιστεύει, ακόμη κι αν λένε την αλήθεια ορισμένες φορές, με τον τρόπο που έχουμε πει. Διότι γνωρίζουν καλά και τις Γραφές. Κάθε κακία και τα ακάθαρτα πάθη είναι δική τους εφεύρεση. Τους επιτρέπεται βέβαια να πειράζουν τον άνθρωπο, χωρίς όμως να έχουν το δικαίωμα να τον εκβιάζουν· από μας εξαρτάται να συγκατατεθούμε στην προσβολή ή όχι. Γι’ αυτό και έχει ετοιμασθεί η ακοίμητη φωτιά και η αιώνια κόλαση για το Διάβολο και τους δαίμονές του, που τον ακολουθούν. Πρέπει να γνωρίζουμε επίσης ότι αυτό που είναι ο θάνατος για τους ανθρώπους, είναι η πτώση για τους αγγέλους. Διότι μετά την πτώση δεν υπάρχει γι’ αυτούς μετάνοια, όπως και για τους ανθρώπους μετά το θάνατό τους.
ΓΙΑ ΤΑ ΟΡΑΤΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑΤΑ
Ο ίδιος ο Θεός μας, που τον δοξολογούμε ως Τριάδα και Μονάδα, «έφτιαξε τον ουρανό, τη γη και όλα όσα βρίσκονται σ’ αυτά»· έφτιαξε το σύμπαν από το μηδέν. Άλλα τα έφτιαξε από ύλη που δεν προϋπήρχε, όπως τον ουρανό, τη γη, τον αέρα, τη φωτιά, το νερό. Άλλα πάλι τα δημιούργησε από ύλη που ήδη είχε δημιουργήσει, για παράδειγμα τα ζώα, τα φυτά και τα σπέρματα. Διότι αυτά έχουν δημιουργηθεί με πρόσταγμα του Δημιουργού από χώμα και νερό, από αέρα και φωτιά.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ
Ο ουρανός είναι ο τόπος των ορατών και αοράτων δημιουργημάτων· διότι μέσα σ’ αυτόν περιλαμβάνονται και περικλείονται οι νοερές αγγελικές δυνάμεις και όλα τα αισθητά. Μόνο το θείο είναι απεριόριστο· το θείο γεμίζει, περιλαμβάνει και τα περικλείει όλα, επειδή είναι πέρα απ’ όλα και τα δημιούργησε όλα. Επειδή, λοιπόν, η Αγία Γραφή ομιλεί για ουρανό και «ουρανό του ουρανού» και «ουρανούς των ουρανών» και ο μακάριος Παύλος λέει ότι ανέβηκε «έως τον τρίτο ουρανό», λέμε ότι στη δημιουργία του σύμπαντος έχουμε την παράδοση για τη δημιουργία του ουρανού· οι σοφοί του κόσμου ονομάζουν τον ουρανό άναστρη σφαίρα, αφού οικειοποιήθηκαν τη διδασκαλία του Μωϋσή. Ακόμη ο Θεός και το στερέωμα το ονόμασε ουρανό· έδωσε μάλιστα την εντολή να σχηματισθεί στο μέσον του νερού και να χωρίζει το νερό που υπάρχει πάνω από το στερέωμα από το νερό που είναι κάτω από το στερέωμα. Ο Μέγας Βασίλειος, που έχει εντρυφήσει στην Αγία Γραφή, λέει ότι η φύση του είναι λεπτή σαν καπνός. Άλλοι πάλι λένε ότι είναι υδάτινη, επειδή βρίσκεται στο μέσον του νερού. Άλλοι τέλος λένε ότι αποτελείται η φύση του από τέσσερα στοιχεία και άλλοι ότι είναι πέμπτο σώμα, διαφορετικό από τα τέσσερα. Ορισμένοι βέβαια νόμισαν ότι ο ουρανός περικλείει τα πάντα κυκλικά, ότι είναι σφαιρικός και ότι από παντού αυτός είναι το πιο ψηλό σημείο, ενώ το κατώτερο μέρος του είναι το πιο κεντρικό σημείο του τόπου που περικλείει· θεώρησαν επίσης ότι τα πιο αβαρή και ελαφρά σώματα έχουν λάβει από το Δημιουργό τις ψηλές θέσεις, ενώ τα βαριά και με ροπή προς τα κάτω σώματα κατέχουν τις χαμηλότερες θέσεις, που είναι στο κέντρο. Η φωτιά ασφαλώς είναι το πιο ελαφρύ και ανυψωτικό στοιχείο, τό οποίο, λένε, έχει πάρει θέση αμέσως μετά τον ουρανό· και το ονομάζουν αυτό αιθέρα, μετά τον οποίο κατώτερος είναι ο αέρας. Η γη όμως και το νερό, σαν βαρύτερα και με ροπή προς τα κάτω, λένε ότι βρίσκονται στο μέσον· έτσι συμβαίνει να είναι αντιμέτωπα στο κάτω μέρος η γη και το νερό –και το νερό είναι πιο ελαφρύ από τη γη, γι’ αυτό είναι και πιο ευκίνητο απ’ αυτήν– και από πάνω κυκλικά από παντού ο αέρας σαν μανδύας και γύρω από τον αέρα από παντού ο αιθέρας, ενώ έξω απ’ όλα κυκλικά βρίσκεται ο ουρανός. Λένε, επίσης, ότι ο ουρανός κινείται κυκλικά και συσφίγγει τα σώματα που είναι μέσα· γι’ αυτό μένουν σταθερά και αδιάπτωτα.
Λένε ακόμη ότι υπάρχουν επτά ζώνες του ουρανού, η μία πιο ψηλά από την άλλη. Και λένε, επίσης, ότι ο ουρανός έχει πολύ λεπτή σύσταση, σαν καπνός, και στη κάθε ζώνη του είναι κι ένας πλανήτης· διότι είπαν ότι υπάρχουν επτά πλανήτες: ο Ήλιος, η Σελήνη, ο Δίας, ο Ερμής, ο Άρης, η Αφροδίτη και ο Κρόνος. Και ονομάζουν Αφροδίτη αυτόν που γίνεται άλλοτε Εωσφόρος και άλλοτε Έσπερος. Τους ονόμασαν πλανήτες, διότι έχουν την αντίθετη κίνηση μ’ αυτήν του ουρανού· διότι, ενώ ο ουρανός και τα υπόλοιπα άστρα κινούνται από την ανατολή προς τη δύση, μόνον αυτοί έχουν την κίνηση από τη δύση στην ανατολή. Και αυτό θα το αντιληφθούμε από τη σελήνη, η οποία οπισθοδρομεί λίγο κάθε βράδυ.
Όσοι, λοιπόν, είπαν ότι ο ουρανός είναι σφαιρικός, υποστηρίζουν πιθανόν ότι είναι μακριά και απέχει από τη γη, και από πάνω και από τα πλάγια και από κάτω. Λέγοντας από κάτω και από τα πλάγια εννοώ τόσο, όσο απέχει από τις αισθήσεις μας, επειδή, σύμφωνα με τη λογική, ο ουρανός κατέχει από παντού τον πάνω τόπο, ενώ η γη τον κάτω. Ακόμη λένε ότι ο ουρανός κυκλώνει σφαιρικά τη γη και περιστρέφει μαζί του με την ταχύτατη κίνησή του τον ήλιο, τη σελήνη και τα άστρα· επίσης, όταν ο ήλιος είναι πάνω από τη γη, εδώ γίνεται ημέρα, ενώ, όταν είναι κάτω από τη γη, γίνεται νύχτα. Όταν πάλι ο ήλιος βρίσκεται κάτω από τη γη, εδώ γίνεται νύχτα, ενώ εκεί ημέρα. Άλλοι πάλι φαντάσθηκαν ότι ο ουρανός είναι ημισφαίριο, σύμφωνα με τα λόγια του προφήτη Δαβίδ: «Ο (Θεός) απλώνει τον ουρανό σαν δέρμα», και που δηλώνουν τη σκηνή. Σύμφωνα, επίσης, με τον Ησαΐα: «Ο Θεός έφτιαξε τον ουρανό σαν καμάρα». Και όταν δύει ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα διαγράφουν κύκλο γύρω από τη γη, από τη δύση έως το βορά, κι έτσι επανέρχεται στην ανατολή. Αλλά, είτε έτσι, είτε διαφορετικά, όλα έχουν γίνει και στερεωθεί με την προσταγή του Θεού, και έχουν ως αμετακίνητο θεμέλιο το θείο θέλημα και τη θεία απόφαση. «Διότι, Αυτός είπε και έγιναν· Αυτός έδωσε εντολή και δημιουργήθηκαν. Τα δημιούργησε για να μένουν αιώνια· έδωσε εντολή που δεν θα μείνει ενενέργητη». Υπάρχει, λοιπόν, ο ουρανός του ουρανού, ο πρώτος ουρανός, που είναι πάνω από το στερέωμα. Να, δύο ουρανοί: «διότι και το στερέωμα ο Θεός το ονόμασε ουρανό». Αποτελεί συνήθεια για την Αγία Γραφή και τον αέρα να τον ονομάζει ουρανό, διότι τον βλέπουμε πάνω. Καθώς λέει: «Δοξολογείτε (το Θεό) όλα τα πτηνά του ουρανού», και εννοεί τον αέρα. Διότι ο αέρας είναι ο τόπος των πτηνών και όχι ο ουρανός. Να, που έχουμε τρεις ουρανούς, όπως λέει ο θείος απόστολος. Κι αν θελήσεις πάλι να θεωρήσεις και τις επτά ζώνες σαν τους επτά ουρανούς, καθόλου δεν θα ξεφύγεις από την αλήθεια. Είναι μάλιστα συνήθεια της εβραϊκής γλώσσας να ονομάζει τον ουρανό στον πληθυντικό ως ουρανούς. Αντί να πει ουρανό του ουρανού, είπε ουρανούς των ουρανών, πράγμα που σημαίνει ουρανό του ουρανού, ο οποίος είναι πάνω από το στερέωμα· δηλώνει όμως και τα νερά που είναι πάνω από τους ουρανούς, ή πάνω από τον αέρα και από το στερέωμα, ή πάνω από τις επτά ζώνες του στερεώματος, ή πάνω από το στερέωμα, το οποίο σύμφωνα με τη συνήθεια της εβραϊκής γλώσσας λέγεται στον πληθυντικό αριθμό «ουρανοί». Όλα, λοιπόν, όσα δημιουργούνται, φθείρονται σύμφωνα με την τάξη της φύσεως· και οι ουρανοί, επομένως, συγκρατούνται και διατηρούνται με τη χάρη του Θεού. Μόνον ο Θεός είναι από τη φύση του χωρίς αρχή και τέλος. Γι’ αυτό και λέει η Αγία Γραφή: «Αυτοί θα χαθούν, εσύ όμως θα παραμένεις». Δεν θα εξαφανισθούν όμως τελείως οι ουρανοί· «διότι οι ουρανοί θα παλιώσουν, θα τυλιχθούν σαν ρούχο και θ’ αλλάξουν», και τότε «θα σχηματισθεί καινούριος ουρανός και καινούρια γη» Στην έκταση ο ουρανός είναι πολύ μεγαλύτερος από τη γη. Δεν πρέπει όμως ν’ αναζητάμε την ουσία του ουρανού, διότι μας είναι άγνωστη.
Και κανείς να μην θεωρεί ότι οι ουρανοί και τ’ αστέρια έχουν ψυχή· διότι είναι άψυχα και χωρίς αισθήσεις. Επομένως, αν και λέει η Αγία Γραφή, «ας ευφρανθούν οι ουρανοί και ας χαρεί η γη», εννοεί ότι προσκαλεί να χαρούν οι άγγελοι στον ουρανό και οι άνθρωποι στη γη. Διότι η Αγία Γραφή γνωρίζει να προσωποποιεί και να ομιλεί για τα άψυχα σαν να πρόκειται για έμψυχα, όπως όταν λέει: «η θάλασσα είδε και απομακρύνθηκε, ο Ιορδάνης γύρισε προς τα πίσω», και επίσης «γιατί, θάλασσα, απομακρύνθηκες και συ, Ιορδάνη, γύρισες προς τα πίσω»;. Και τα βουνά και οι λόφοι παρακινούνται να σκιρτήσουν, όπως κι εμείς συνηθίζουμε να λέμε «συγκεντρώθηκε η πόλη», χωρίς να θέλουμε να δείξουμε τα οικοδομήματα αλλά τους κατοίκους της πόλεως. Και λέγοντας «οι ουρανοί διηγούνται τη δόξα του Θεού», δεν εννοούμε ότι αφήνουν φωνή που την ακούν τ’ αυτιά, αλλά ότι παρουσιάζουν σε μας με το μέγεθός τους τη δύναμη του Δημιουργού· έτσι, κατανοούμε το κάλλος τους και δοξάζουμε το Δημιουργό σαν άριστο τεχνίτη.
ΓΙΑ ΤΟ ΦΩΣ, ΤΗ ΦΩΤΙΑ, ΤΟΥΣ ΦΩΣΤΗΡΕΣ, ΔΗΛΑΔΗ ΤΟΝ ΗΛΙΟ, ΤΗ ΣΕΛΗΝΗ ΚΑΙ ΤΑ ΑΣΤΡΑ
Η φωτιά είναι ένα από τα τέσσερα στοιχεία, ελαφρύ και ανυψωτικό σε σχέση με τα υπόλοιπα· καυστική και συγχρόνως φωτιστική· τη δημιούργησε ο Δημιουργός την πρώτη ημέρα. Διότι λέει η Αγία Γραφή: «Και είπε ο Θεός· να δημιουργηθεί φως, και δημιουργήθηκε». Καθόσον, η φωτιά δεν είναι κάτι το διαφορετικό από το φως, όπως λένε μερικοί. Άλλοι πάλι λένε ότι το «κοσμικό πυρ» είναι πάνω από τον αέρα και το ονομάζουν αιθέρα.
Στην αρχή, λοιπόν, την πρώτη ημέρα δημιούργησε ο Θεός το φως, σαν στολίδι και κόσμημα όλου του ορατού κόσμου. Διότι, αν αφαιρέσεις το φως, όλα μένουν μέσα στο σκοτάδι άγνωστα, επειδή δεν μπορούν να φανερώσουν την ομορφιά τους. «Και ονόμασε ο Θεός το φως ημέρα, ενώ το σκοτάδι νύχτα». Και το σκοτάδι δεν είναι κάποια ύπαρξη, αλλά κάποιο συμβάν· είναι απουσία του φωτός. Διότι ο αέρας δεν έχει μέσα στην ουσία του το φως. Ονόμασε, λοιπόν, ο Θεός σκοτάδι τη στέρηση του αέρα από το φως. Και η ουσία του αέρα δεν είναι σκοτάδι, αλλά η στέρησή του από το φως, πράγμα το οποίο δηλώνει ένα γεγονός που συμβαίνει παρά μια ουσία. Και δεν ονόμασε πρώτα τη νύχτα, αλλά την ημέρα· έτσι, πρώτα είναι η ημέρα και τελευταία η νύχτα. Η νύχτα, λοιπόν, ακολουθεί την ημέρα, και από την αρχή μιας ημέρας έως την άλλη ημέρα σχηματίζεται ένα ημερόνυχτο. Και το είπε η Αγία Γραφή: «Έγινε βράδυ, έγινε πρωΐ, σχηματίσθηκε ένα ημερόνυχτο». Στις τρεις, λοιπόν, ημέρες καθώς το φως διαχεόταν και συστελλόταν με θεία εντολή, έγινε η ημέρα και η νύχτα.
Και την τέταρτη ημέρα ο Θεός δημιούργησε το μεγάλο αστέρι, δηλαδή τον ήλιο, για να ορίζει την αρχή και τη διεύθυνση της ημέρας· διότι αυτός συνιστά την ημέρα, καθώς ημέρα
έχουμε όταν ο ήλιος είναι πάνω στη γη· και διάρκεια ημέρας είναι η διαδρομή του ήλιου πάνω στη γη από την ανατολή μέχρι τη δύση του. Δημιούργησε ακόμη το μικρότερο αστέρι, δηλαδή τη σελήνη, και τα αστέρια για να ορίζουν την αρχή και τη διεύθυνση της νύχτας φωτίζοντάς την. Νύχτα έχουμε όταν ο ήλιος είναι κάτω από τη γη και διάρκεια της νύχτας είναι η διαδρομή του ήλιου κάτω από τη γη από τη δύση έως την ανατολή του.
Η σελήνη, λοιπόν, και τα αστέρια ορίσθηκαν για να φωτίζουν τη νύχτα· αυτό δεν σημαίνει ότι αυτά την ημέρα είναι κάτω από τη γη, διότι υπάρχουν και την ημέρα αστέρια πάνω από τη γη· αλλά ο ήλιος με το λαμπρότερο φως του σκεπάζει και τ’ αστέρια και τη σελήνη, και δεν τα αφήνει να φαίνονται. Σ’ αυτά τ’ αστέρια ο Δημιουργό έδωσε το πρωτοδημιούργητο φως του, όχι διότι δεν είχε άλλο φως, αλλά για να μην παραμείνει εκείνο το φως άχρηστο. Διότι το αστέρι δεν είναι το ίδιο το φως, αλλά δοχείο του φωτός.
Λένε ότι απ’ αυτά τ’ αστέρια προέρχονται οι επτά πλανήτες, οι οποίοι κινούνται αντίθετα από την κίνηση του ουρανού· γι’ αυτό και τους ονόμασαν πλανήτες. Λένε, δηλαδή, ότι ο ουρανός κινείται από την ανατολή στη δύση, ενώ οι πλανήτες από τη δύση στην ανατολή· λένε ακόμη ότι ο ουρανός με την ταχύτητα της κινήσεώς του συμπαρασύρει τους επτά πλανήτες. Τα ονόματα των επτά πλανητών είναι τα εξής: Ήλιος, Σελήνη, Ζευς, Ερμής, Άρης, Αφροδίτη και Κρόνος. Και σε κάθε ζώνη του ουρανού υπάρχει και ένας από τους επτά πλανήτες. Στην πρώτη και ψηλότερη ζώνη ο Κρόνος, στη δεύτερη ο Δίας, στην τρίτη ο Άρης, στην τέταρτη ο Ήλιος, στην πέμπτη η Αφροδίτη, στην έκτη ο Ερμής και στην έβδομη και χαμηλότερη η Σελήνη. Διανύουν ατέλειωτη διαδρομή, που ο Δημιουργός τούς όρισε, καθώς έθεσε τα θεμέλιά τους, όπως το λέει ο προφήτης Δαβίδ: «Τη Σελήνη και τα άστρα, των οποίων Εσύ έθεσες τα θεμέλια». Λέγοντας «θεμελίωσες», εννοεί τη σταθερή και αμετάβλητη τάξη και σειρά, που τους έδωσε ο Θεός. Διότι τα έχει τάξει να ορίζουν τις εποχές, τις ημέρες και τα έτη. Από τον ήλιο δηλαδή σχηματίζονται οι τέσσερις εποχές. Πρώτη η άνοιξη. Στη διάρκειά της ο Θεός έφτιαξε το Σύμπαν· αυτό το αποδεικνύει το γεγονός ότι μέχρι και σήμερα ανθίζουν τα φυτά αυτή την εποχή, η οποία και λέγεται περίοδος της ισημερίας· διότι κάνει να διαρκεί και η ημέρα και η νύχτα δώδεκα ώρες. Αυτή σχηματίζεται εξαιτίας της ανατολής του ήλιου από το μέσον του ορίζοντα, είναι εύκρατη, αυξάνει το αίμα, είναι θερμή και υγρή και είναι ανάμεσα στο χειμώνα και το καλοκαίρι· είναι πιο θερμή εποχή από το χειμώνα, αλλά και πιο ψυχρή και υγρή από το καλοκαίρι. Και διαρκεί αυτή η εποχή από την εικοστή πρώτη Μαρτίου μέχρι τις είκοσι τέσσερις Ιουνίου. Έπειτα, καθώς ανυψώνεται η ανατολή του ήλιου προς τα βορειότερα μέρη, ακολουθεί η θερινή περίοδος, που είναι ανάμεσα στην άνοιξη και το φθινόπωρο· από την άνοιξη έχει τη θερμότητα και από το φθινόπωρο την ξηρασία· είναι δηλαδή θερμή, ξερή και αυξάνει την ξανθή χολή. Και έχει πολύ μεγάλη ημέρα, διάρκειας δεκαπέντε ωρών, ενώ τη νύχτα πάρα πολύ μικρή, διάρκειας εννέα ωρών. Και διαρκεί αυτή η εποχή από τις είκοσι τέσσερις Ιουνίου έως τις είκοσι πέντε Σεπτεμβρίου. Έπειτα, με την επάνοδο του ήλιου στο μέσο της ανατολής, η φθινοπωρινή περίοδος διαδέχεται τη θερινή, και είναι ανάμεσα στο ψύχος και τη θερμότητα, την ξηρασία και την υγρασία· βρίσκεται ανάμεσα στο καλοκαίρι και το χειμώνα, και διατηρεί από το καλοκαίρι την ξηρασία και από το χειμώνα την υγρασία· είναι δηλαδή ψυχρή και ξερή εποχή και αυξάνει τη μαύρη χολή. Αυτή, επίσης, είναι περίοδος της ισημερίας· έχει και η ημέρα και η νύχτα δώδεκα ώρες. Διαρκεί από τις είκοσι πέντε Σεπτεμβρίου μέχρι τις είκοσι πέντε Δεκεμβρίου. Όταν τέλος ο ήλιος κατέβει στο πιο μικρό και χαμηλό σημείο, δηλαδή τη μεσημβρινή ανατολή, φθάνει η χειμερινή περίοδος, που είναι ψυχρή και υγρή και βρίσκεται ανάμεσα στο φθινόπωρο και την άνοιξη· από το φθινόπωρο κρατάει την ψύχρα, ενώ από την άνοιξη την υγρασία. Η περίοδος αυτή έχει την πιο μικρή ημέρα, από εννέα ώρες, και την πιο μεγάλη νύχτα, από δεκαπέντε ώρες· Δεκεμβρίου μέχρι την εικοστή πρώτη Μαρτίου. Καθόσον ο Δημιουργός με πολλή σοφία προνόησε, να μη μεταβαίνουμε από το υπερβολικό ψύχος ή τη θερμότητα ή την υγρασία ή την ξηρασία στην ακριβώς αντίθετη κατάσταση και έτσι να πέφτουμε στις πιο βαριές ασθένειες. Διότι η λογική μας διδάσκει ότι οι ξαφνικές αλλαγές είναι επικίνδυνες.
Έτσι, λοιπόν, ο ήλιος σχηματίζει τις εποχές και με αυτές ολοκληρώνει το έτος, αλλά και τις ημέρες και τις νύχτες· τις ημέρες τις σχηματίζει με την ανατολή του και την πορεία πάνω από τη γη, ενώ τις νύχτες με τη δύση του κάτω από τη γη και με την παραχώρηση του φωτισμού του στους άλλους φωστήρες, τη σελήνη δηλαδή και τ’ αστέρια. Λένε, επίσης, ότι υπάρχουν στον ουρανό και δώδεκα ζώδια από αστέρια, που έχουν αντίθετη κίνηση από τον ήλιο, τη σελήνη και τους άλλους πέντε πλανήτες· και ότι ανάμεσα από τα δώδεκα ζώδια περνούν οι επτά πλανήτες. Ο ήλιος, λοιπόν, συμπληρώνει ένα μήνα κατά τη διάρκεια κάθε ζωδίου κι έτσι στους δώδεκα μήνες περνά μέσα από τα δώδεκα ζώδια. Τα ονόματα των δώδεκα ζωδίων και οι αντίστοιχοι μήνες τους είναι οι εξής: ο Κριός, την 21η του μήνα Μαρτίου δέχεται τον ήλιο, ο Ταύρος την 23η Απριλίου, οι Δίδυμοι την 24η Μαΐου, ο Καρκίνος την 24η Ιουνίου, ο Λέων την 25η Ιουλίου, ο Παρθένος την 25η Αυγούστου, ο Ζυγός την 25η Σεπτεμβρίου, ο Σκορπιός την 25η Οκτωβρίου, ο Τοξότης την 25η Νοεμβρίου, ο Αιγόκερως την 25η Δεκεμβρίου, ο Υδροχόος την 25η Ιανουαρίου, οι Ιχθύες την 24η Φεβρουαρίου.
Η σελήνη όμως περνά από τα δώδεκα ζώδια κάθε μήνα, επειδή βρίσκεται πιο χαμηλά και τα διατρέχει πιο γρήγορα. Είναι, δηλαδή, όπως όταν κατασκευάσεις μια σφαίρα μέσα σε άλλη· τότε η εσωτερική σφαίρα θα είναι μικρότερη. Έτσι και η διαδρομή της σελήνης, που βρίσκεται πιο χαμηλά, είναι λιγότερη και διανύεται γρηγορότερα. Οι ειδωλολάτρες βέβαια ισχυρίζονται ότι η ζωή μας καθορίζεται από την ανατολή, τη δύση και τη σύγκρουση αυτών των άστρων, δηλαδή του ήλιου και της σελήνης· και με αυτά βέβαια ασχολείται η αστρολογία. Εμείς όμως υποστηρίζουμε ότι μπορεί κάποια συμβάντα να προέρχονται απ’ αυτά, όπως η βροχή και η ανομβρία, η ψύχρα και η ζέστη, η υγρασία και η ξηρασία, οι άνεμοι και τα παρόμοια· σε καμία περίπτωση όμως δεν εξαρτώνται οι πράξεις μας. Διότι ο Δημιουργός μας έπλασε αυτεξούσιους, να είμαστε υπεύθυνοι για τις πράξεις μας. Εάν, ό,τι κάνουμε το οφείλουμε στην κίνηση των αστέρων, τότε το κάνουμε καταναγκαστικά· και ό,τι γίνεται καταναγκαστικά, δεν είναι ούτε αρετή ούτε κακία.
Αν όμως δεν έχουμε αποκτήσει ούτε αρετή ούτε κακία, τότε δεν αξίζουμε ούτε επαίνους και βραβεία, ούτε κατηγορίες και τιμωρίες· θ’ αποδειχθεί μάλιστα ότι και ο Θεός είναι άδικος, διότι σ’ άλλους μοιράζει αγαθά και σ’ άλλους θλίψεις. Κι αν όλα τα κατευθύνει η ανάγκη, τότε ο Θεός δεν θα χρειαστεί να κυβερνά και να προνοεί για τα δημιουργήματά του. Και η λογική ακόμη θα μας είναι περιττή· διότι αν δεν είμαστε υπεύθυνοι για καμιά μας πράξη, τότε περιττεύει η λογική. Καθόσον, το λογικό μας έχει δοθεί για να σκεφτόμαστε· γι’ αυτό, κάθε λογικό ον είναι και αυτεξούσιο (υπεύθυνο). Εμείς όμως ισχυριζόμαστε ότι τα άστρα δεν είναι η αιτία κανενός απ’ αυτά που συμβαίνουν, ούτε αιτία δημιουργίας των δημιουργημάτων ούτε αιτία καταστροφής αυτών που φθείρονται· αλλά μάλλον είναι προμηνύματα βροχών και αλλαγής των αέρων. Κατά τον ίδιο τρόπο θα έλεγε κάποιος ότι δεν αποτελούν αίτια των πολέμων αλλά συνιστούν προμηνύματα. Και η ποιότητα του αέρα, η οποία δημιουργείται από τον ήλιο, τη σελήνη και τα άστρα, συνθέτει κάθε φορά διαφορετικές κράσεις, συνήθειες και διαθέσεις. Οι συνήθειες μάλιστα εξαρτώνται από μας· διότι τις εξουσιάζει η λογική και στις μεταβολές τους κατευθύνονται απ’ αυτήν. Σχηματίζονται μάλιστα πολύ συχνά και κομήτες, κάποια σημάδια δηλαδή που φανερώνουν το θάνατο των βασιλέων· αυτοί δεν ανήκουν στα άστρα που δημιουργήθηκαν εξαρχής, αλλά σχηματίστηκαν σε ειδική περίπτωση με θείο πρόσταγμα και πάλι διαλύονται. Επειδή και ο αστέρας που φάνηκε στους μάγους στη φιλάνθρωπη και σωτήρια κατά σάρκα γέννηση του Κυρίου, δεν ήταν από τα άστρα που δημιουργήθηκαν από την αρχή της δημιουργίας. Και φαίνεται αυτό από το γεγονός ότι η πορεία του ήταν άλλοτε από ανατολή στη δύση, άλλοτε από βορρά προς νότο, άλλοτε χανόταν και άλλοτε φαινόταν. Τα χαρακτηριστικά δηλαδή αυτά δεν ανήκαν στην τάξη ή τη φύση των άστρων. Πρέπει ακόμη να γνωρίζουμε ότι η σελήνη φωτίζεται από τον ήλιο, όχι διότι δεν είχε ο Θεός να της δώσει ιδιαίτερο φως, αλλά για να υπάρχει ρυθμός και τάξη μέσα στη δημιουργία, με τη διαβάθμιση άρχοντα και υπηκόου· για να μάθουμε κι εμείς να είμαστε κοινωνικοί μεταξύ μας, να προσφέρουμε στους άλλους και να υποτασσόμαστε πρώτα στο Δημιουργό και Πλάστη μας, το Θεό και Δεσπότη, και έπειτα στους άρχοντες που Αυτός έχει ορίσει· μήτε να εξετάζουμε, γιατί έχει αυτός την εξουσία και όχι εγώ· αλλά όλα όσα μας δίνει ο Θεός να τα δεχόμαστε με ευχαρίστηση και ευγνωμοσύνη. Ο ήλιος και η σελήνη παθαίνουν έκλειψη· κι έτσι αποδεικνύουν ως ανόητη πράξη την προσκύνηση των δημιουργημάτων και όχι του Δημιουργού· διότι τα κτίσματα τούς διδάσκουν ότι μεταβάλλονται και αλλοιώνονται. Και κάθε τι το μεταβλητό δεν είναι Θεός· διότι σύμφωνα με τη φύση τους όλα τα μεταβλητά είναι φθαρτά.
Ο ήλιος παθαίνει έκλειψη, όταν το σώμα της σελήνης παρεμβάλλεται σαν κάποιος μεσότοιχος και ρίχνει τη σκιά της, χωρίς να επιτρέπει να μεταδοθεί το φως της σε μας. Και όσο διάστημα το σώμα της σελήνης κρύβει τον ήλιο, τόσο διαρκεί και η έκλειψη. Και μην απορείς, αν το σώμα της σελήνης είναι πιο μικρό. Διότι και ο ήλιος θεωρείται από ορισμένους πολύ μεγαλύτερος από τη γη, ενώ από τους Αγίους Πατέρες ίσος προς τη γη· και παρ’ όλ’ αυτά συχνά ένα μικρό σύννεφο ή ένας μικρός λόφος ή τοίχος τον σκεπάζει. Η έκλειψη όμως της σελήνης προκαλείται από τη σκιά της γης, όταν η σελήνη γίνει δεκαπέντε ημερών και βρεθεί στο απέναντι αντίθετο άκρο· (σε μια ευθεία) δηλαδή, ο ήλιος κάτω από τη γη, ενώ η σελήνη πάνω από τη γη. Τότε η γη ρίχνει τη σκιά της και δεν φθάνει το φως του ήλιου να φωτίσει τη σελήνη· έτσι γίνεται η έκλειψή της.
Πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι ο Δημιουργός έφτιαξε τη σελήνη τέλεια, δηλαδή δεκαπέντε ημερών· διότι έπρεπε να δημιουργηθεί τέλεια. Και την τέταρτη ημέρα, όπως είπαμε, δημιουργήθηκε ο ήλιος. Προηγήθηκε, δηλαδή, από τον ήλιο ένδεκα ημέρες· καθώς από την τέταρτη έως τη δεκάτη πέμπτη υπάρχουν ένδεκα ημέρες. Και γι’ αυτό, στο έτος οι δώδεκα μήνες της σελήνης υπολείπονται ένδεκα ημέρες από τους δώδεκα μήνες του ήλιου· καθώς οι μήνες του ήλιου έχουν τριακόσιες εξήντα πέντε ημέρες. Γι’ αυτό με με τον υπολογισμό ενός τετάρτου της ημέρας κάθε τέσσερα χρόνια συμπληρώνεται μία ημέρα, η οποία ονομάζεται δίσεκτος. Κι έτσι το έτος εκείνο έχει τριακόσιες εξήντα έξι ημέρες. Τα έτη όμως της σελήνης έχουν τριακόσιες πενήντα τέσσερις ημέρες· διότι η σελήνη, αφότου γεννηθεί, δηλαδή εμφανισθεί ως νέα, μεγαλώνει έως ότου γίνει δεκατέσσερις και μισή ημέρες· τότε αρχίζει να μικραίνει έως την εικοστή ενάτη και μισή ημέρα, οπότε γίνεται τελείως σκοτεινή. Και πάλι όμως έρχεται σε επαφή με τον ήλιο, ξαναγεννιέται και γίνεται νέα προτυπώνοντας τη δική μας ανάσταση. Κάθε έτος, λοιπόν, επιστρέφει στον ήλιο τις ένδεκα ημέρες. Και έτσι, κάθε τρία χρόνια, δημιουργείται ο εμβόλιμος μήνας για τους Εβραίους· και το έτος εκείνο έχει δεκατρείς μήνες, λόγω της προσθήκης των ένδεκα ημερών. Και είναι φανερό ότι ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα είναι σύνθετα, και σύμφωνα με τη φύση τους πέφτουν στη φθορά. Δεν γνωρίζουμε βέβαια τη φύση τους. Ορισμένοι λένε ότι η φωτιά είναι αφανής, επειδή είναι έξω από την ύλη· γι’ αυτό και χάνεται, όταν σβήνει. Άλλοι πάλι λένε ότι, όταν σβήνει, μεταβάλλεται σε αέρα. Ο ζωδιακός κύκλος κινείται πλάγια, διαιρεμένος σε δώδεκα τμήματα, τα οποία ονομάζουμε ζώδια. Το κάθε ζώδιο έχει τρεις δεκανούς (διαίρεση του ζωδιακού κύκλου: τόξο δέκα μοιρών που αντιστοιχεί σε 10 ημέρες), δηλαδή τριάντα μοίρες· η κάθε μοίρα έχει εξήντα λεπτά. Έτσι ο ουρανός έχει τριακόσιες εξήντα μοίρες, δηλαδή εκατόν ογδόντα μοίρες το πάνω από τη γη ημισφαίριο και εκατόν ογδόντα το κάτω. Οίκοι (αστρολογικά σημεία του ζωδιακού κύκλου, στα οποία όταν εισέλθει ο πλανήτης, δέχεται επίδραση) των πλανητών Ο Κριός και ο Σκορπιός είναι οίκος του Άρη, ο Ταύρος και ο Ζυγός της Αφροδίτης, οι Δίδυμοι και η Παρθένος του Ερμή, ο Καρκίνος της Σελήνης, ο Λέων του Ήλιου, ο Τοξότης και οι Ιχθείς του Δία, ο Αιγόκερως και ο Υδροχόος του Κρόνου. Υψώματα (η υψηλή στάση του αστέρα στον ορίζοντα). Ο Κριός είναι ύψωμα του Ήλιου, ο Ταύρος της Σελήνης, ο Καρκίνος του Δία, η Παρθένος του Άρη, ο Ζυγός του Κρόνου, ο Αιγόκερως του Ερμή, οι Ιχθείς της Αφροδίτης.
Τα σχήματα της Σελήνης. Σύνοδος είναι όταν η σελήνη φθάσει στη μοίρα που βρίσκεται ο ήλιος· γέννα είναι όταν έχει απομακρυνθεί από τον ήλιο δεκαπέντε μοίρες· ανατολή, όταν δύο φορές φανεί ημισέληνος και απέχει εξήντα μοίρες· διχοτόμοι δύο, όταν απέχει ενενήντα μοίρας· αμφίκυρτοι δύο, όταν απέχει εκατόν είκοσι μοίρες· πλήρεις φωτισμού δύο, οι οποίες λέγονται και πλησιφαείς, όταν απέχει εκατόν πενήντα μοίρες· πανσέληνος, όταν απέχει εκατόν ογδόντα μοίρες. Είπαμε δύο φορές, δηλαδή μία όταν γεμίζει και μία όταν αδειάζει. Η σελήνη περνά κάθε ζώδιο στο διάστημα διόμισυ ημερών.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΕΜΟΥΣ
Ο αέρας είναι στοιχείο πολύ λεπτό, υγρό και θερμό, πιο βαρύ από τη φωτιά, πιο ελαφρό από το χώμα και το νερό, αίτιο της αναπνοής και της ομιλίας· είναι αχρωμάτιστο, δηλαδή δεν έχει από τη φύση του χρώμα, διαυγές, διάφανο (δηλαδή το διαπερνά το φως) και εξυπηρετεί τις τρεις αισθήσεις μας (διότι μέσω αυτού βλέπουμε, ακούμε, οσφραινόμαστε)· είναι στοιχείο που δέχεται τη θερμότητα και την ψυχρότητα, την ξηρότητα και την υγρασία· στον αέρα ανήκουν όλες οι κινήσεις στο χώρο· δηλαδή πάνω, κάτω, μέσα, έξω, δεξιά, αριστερά και κυκλικά. Δεν έχει δικό του φως, αλλά φωτίζεται από τον ήλιο, τη σελήνη, τα άστρα και τη φωτιά. Και αυτό το βεβαιώνει ο λόγος της Γραφής, ότι «σκότος υπήρχε πάνω από την άβυσσο»· πράγμα που σημαίνει ότι ο αέρας δεν έχει δικό του φως, αλλά η ουσία του φωτός είναι κάποια άλλη. Ο άνεμος ακόμη είναι κίνηση του αέρα ή ρεύμα του αέρα που αλλάζει τις ονομασίες του από τους διαφορετικούς τόπους από τους οποίους φυσά. Αλλά και ο τόπος ανήκει στον αέρα· διότι ως τόπος θεωρείται η περιοχή κάθε σώματος. Και τί άλλο περιέχει τα σώματα, παρά ο αέρας; Υπάρχουν μάλιστα διάφοροι τόποι, απ’ όπου προέρχεται η κίνηση του αέρα και από τους οποίους οι άνεμοι παίρνουν τις ονομασίες τους· και όλοι οι άνεμοι είναι δώδεκα. Λένε ακόμη ότι ο αέρας είναι σβήσιμο φωτιάς ή ατμός νερού που έχει θερμανθεί. Ο αέρας, λοιπόν είναι θερμός στη φύση του, αλλά ψύχεται από την επαφή του με το νερό και το έδαφος, με αποτέλεσμα τα κάτω στρώματά του να είναι ψυχρά, ενώ τα πάνω θερμά. Άνεμοι φυσούν οι εξής: από τη θερινή ανατολή ο καικίας (=βορειοανατολικός), που ονομάζεται και μέσης, από την ισημερινή ανατολή ο απηλιώτης (=ανατολικός), από τη χειμερινή ανατολή ο εύρος (=ανατολικός- νοτιοανατολικός), από τη χειμερινή δύση ο λίβας (=νοτιοδυτικός), από την ισημερινή δύση ο ζέφυρος (=δυτικός), από τη θερινή δύση ο αργέστης (=βορειοδυτικός), δηλαδή ο Ολυμπίας, που λέγεται και Ιάπυξ. Έπειτα πνέουν αντίθετα μεταξύ τους ο νότος και ο απαρκτίας (=βόρειος). Ενδιάμεσος πάλι μεταξύ του απαρκτία και του καικία πνέει ο βορέας (=βόρειος-βορειοανατολικός). Ενδιάμεσος μεταξύ του εύρου και του νότου πνέει ο Φοίνιξ (=νότιος-νοτιοανατολικός), ο οποίος λέγεται ευρόνοτος. Ενδιάμεσος πάλι μεταξύ νότου και λίβα είναι ο λιβόνοτος, που λέγεται και λευκόνοτος (=νότιος-νοτιοδυτικός). Ενδιάμεσος τέλος μεταξύ απαρκτίου και αργέστου είναι ο θρασκίας (=βόρειος-βορειοδυτικός), που λέγεται κέρκιος από τους γύρω κατοίκους. (Τα άκρα του κόσμου τα κατοικούν τα εξής έθνη· προς τον απηλιώτη οι Βακτριανοί, προς τον εύρο οι Ινδοί· προς τον Φοίνικα βρίσκεται η Ερυθρά θάλασσα και η Αιθιοπία· προς τον λιβόνοτο οι Γαράμαντες που κατοικούν πάνω από τη Σύρτη· προς το λίβα οι Αιθίοπες και οι Υπέρμαυροι της δύσεως· προς τον ζέφυρο βρίσκονται οι Στήλες του Ηρακλέους και οι αρχές της Λιβύης και της Ευρώπης· προς τον αργέστη η Ιβηρία, η σημερινή Ισπανία· προς τον θρασκία οι Κέλτες και τα γειτονικά έθνη· προς τον απαρκτία οι Σκύθες που κατοικούν πάνω από τη Θράκη· προς το βορρά είναι ο Πόντος, η Μαιώτιδα και οι Σαρμάτες· προς τον καικία είναι η Κασπία θάλασσα και οι Σάκες).
ΓΙΑ ΤΑ ΝΕΡΑ
Και το νερό, επίσης, είναι ένα από τα τέσσερα στοιχεία το πιο ωραίο δημιούργημα του Θεού. Το νερό είναι στοιχείο υγρό και ψυχρό, βαρύ και με ροπή προς τα κάτω, που εύκολα χύνεται. Αυτό υπενθυμίζει η Αγία Γραφή όταν λέει: «Υπήρχε σκοτάδι πάνω από την άβυσσο και το Πνεύμα του Θεού βρισκόταν πάνω από τα νερά». Η άβυσσος δεν είναι τίποτε άλλο παρά τα πολλά νερά, που το τέλος τους είναι ασύλληπτο για τον άνθρωπο. Στην αρχή, βέβαια, το νερό κυριαρχούσε σ’ όλη την επιφάνεια της γης. Και ο Θεός δημιούργησε πρώτα το στερέωμα, που χωρίζει το νερό που είναι πάνω από το στερέωμα από το νερό που είναι κάτω από το στερέωμα· διότι, με την εντολή του Δεσπότου Θεού, δημιουργήθηκε το στερέωμα στο μέσον της αβύσσου των νερών. Και γι’ αυτό, είπε ο Θεός να γίνει το στερέωμα, και έγινε. Για ποιό λόγο, όμως, ο Θεός τοποθέτησε νερό πάνω από το στερέωμα; Λόγω της υπερβολικής θερμότητος του ήλιου και του αιθέρα· καθώς, αμέσως μετά το στερέωμα, απλώνεται από κάτω ο αιθέρας. Αλλά και ο ήλιος και η σελήνη και τα άστρα βρίσκονται στο στερέωμα. Κι αν δεν είχε τοποθετηθεί νερό πάνω απ’ αυτό, το στερέωμα θα είχε ανάψει από θερμότητα.
Κατόπιν, ο Θεός έδωσε εντολή να συγκεντρωθούν τα νερά σε μία συναγωγή. Η φράση «μία συναγωγή» δεν σημαίνει ότι αυτά συγκεντρώθηκαν σ’ ένα τόπο, –διότι λέει, στη συνέχεια, «τα συστήματα των νερών τα ονόμασε θάλασσες»–· η φράση δηλώνει ότι τα νερά συγκεντρώθηκαν όλα μαζί, ξεχωριστά από την ξηρά. «Τα νερά, λοιπόν, συγκεντρώθηκαν στις δεξαμενές τους και φάνηκε η ξηρά». Έτσι σχηματίστηκαν οι δύο θάλασσες που περιβρέχουν την Αίγυπτο –καθόσον αυτή βρίσκεται ανάμεσα σε δύο θάλασσες.
(Οι θάλασσες) περιέχουν διάφορα πελάγη, βουνά, νησιά, κόλπους και λιμένες, που περιλαμβάνουν αιγιαλούς και ακτές –αιγιαλός λέγεται η παραλία που έχει άμμο, ενώ ακτή λέγεται αυτή που έχει πέτρες και είναι απότομη, δηλαδή αυτή που έχει βάθος από την αρχή της. Παρόμοια, σχηματίσθηκε θάλασσα στα ανατολικά και λέγεται Ινδική, καθώς και βόρεια και λέγεται Κασπία· αλλά και οι λίμνες σχηματίσθηκαν από τότε. Ο Ωκεανός, λοιπόν, είναι σαν ποταμός που περικυκλώνει όλη τη γη· γι’ αυτόν, όπως νομίζω, είπε η Αγία Γραφή, ότι «ένα ποτάμι πηγάζει από τον Παράδεισο» το οποίο έχει πόσιμο και γλυκό νερό. Αυτός χύνει στις θάλασσες το νερό του, το οποίο, όταν μείνει στάσιμο στις θάλασσες για πολύ χρόνο, γίνεται πικρό, επειδή ο ήλιος και οι σίφωνες αντλούν πάντοτε το πιο ελαφρό μέρος του· έτσι σχηματίζονται τα σύννεφα και πέφτουν οι βροχές, ενώ ταυτόχρονα το νερό γίνεται γλυκό και καθαρίζεται. Αυτός (ο Ωκεανός) διαιρείται σε τέσσερα μέρη, δηλαδή σε τέσσερις ποταμούς. ο όνομα του πρώτου είναι Φεισών, δηλαδή ο Γάγγης στην Ινδία. Το όνομα του δευτέρου είναι Γηών· αυτός είναι ο Νείλος, που πηγάζει από την Αιθιοπία και χύνεται στην Αίγυπτο. Το όνομα του τρίτου είναι Τίγρης και του τετάρτου Ευφράτης. Υπάρχουν βέβαια και πολλά άλλα μεγάλα ποτάμια, από τα οποία άλλα χύνονται στη θάλασσα και άλλα σκορπίζουν στην ξηρά. Γι’ αυτό όλη η ξηρά είναι διάτρητη και έχει υπόγεια νερά σαν φλέβες, μέσα από τις οποίες παίρνει τα θαλάσσια νερά και αναβλύζει τις πηγές. Και το νερό των πηγών είναι ανάλογο με την ποιότητα της γης. Διότι, το θαλασσινό νερό καθαρίζει και διϋλίζεται μέσα στη γη, και έτσι γίνεται γλυκό. Αν όμως το έδαφος του τόπου, απ’ όπου πηγάζει το νερό, είναι πικρό ή αλμυρό, τότε και το νερό είναι ανάλογο με το χώμα. Συχνά, επίσης, επειδή το νερό συμπιέζεται και εκτινάσσεται με πίεση, γίνεται ζεστό, και έτσι πηγάζουν τα φυσικά θερμά νερά. Με εντολή, λοιπόν, του Θεού υπάρχουν κοιλώματα στη γη, και μ’ αυτόν τον τρόπο τα νερά συγκεντρώθηκαν στις δεξαμενές τους· από εκεί δημιουργήθηκαν και τα βουνά. Πρώτα στο νερό, λοιπόν, έδωσε εντολή ο Θεός να βγάλει ζωντανούς οργανισμούς, επειδή επρόκειτο ν’ ανακαινίσει τον άνθρωπο με το νερό και με το Άγιο Πνεύμα, το οποίο στην αρχή της δημιουργίας κινούνταν πάνω από τα νερά. Αυτό βέβαια το είπε ο Μέγας Βασίλειος. Και έβγαλε το νερό μικρά και μεγάλα ζώα, θαλάσσια κήτη, δράκοντες, ιχθείς που έρπουν μέσα στα νερά και πτηνά που πετούν. Με τα πτηνά συνδέονται το νερό, η ξηρά και ο αέρας· διότι αυτά προήλθαν από τα νερά, ζουν στην ξηρά και πετούν στον αέρα. Το νερό μάλιστα είναι το πιο ωραίο στοιχείο της φύσεως και πολύ χρήσιμο· καθαρίζει, όχι μόνον τη σωματική βρωμιά, αλλά και την ψυχική, 9εφόσον δεχθεί τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.
ΓΙΑ ΤΑ ΠΕΛΑΓΗ
Ο Ελλήσποντος, που τελειώνει στην Άβυδο και τη Σηστό, διαδέχεται το Αιγαίο πέλαγος. Έπειτα είναι η Προποντίδα, η οποία καταλήγει στη Χαλκηδόνα και το Βυζάντιο, όπου είναι τα στενά από τα οποία αρχίζει ο Πόντος. Ακολουθεί η λίμνη Μαιώτις. Επίσης, στην άκρη της Ευρώπης και της Λιβύης είναι το Ιβηρικό πέλαγος, από τις Στήλες του Ηρακλή έως τα Πυρηναία Όρη. Μετά είναι το Λιγυστικό πέλαγος, που φθάνει στα πέρατα της Τυρηνίας. Μετά είναι το Σαρδόνιο πέλαγος, πάνω από την Σαρδηνία, και εκτείνεται κάτω προς τη Λιβύη· το Τυρρηνικό πέλαγος επίσης, που καταλήγει στη Σαρδηνία και αρχίζει από τα όρια της Λιγυστικής· έπειτα το Λυβικό πέλαγος· κατόπιν το Κρητικό, της Σικελίας, το Ιόνιο, της Αδριατικής, που απλώνεται στο πέλαγος της Σικελίας και που το ονομάζουν Κορινθιακό κόλπο ή Αλκυονίδα θάλασσα. Μετά είναι το Σαρωνικό πέλαγος, μεταξύ του Σουνίου και του Σκυλλαίου· ακολουθεί το Μυρτώο και Ικάριο πέλαγος, όπου βρίσκονται οι Κυκλάδες. Έπειτα είναι το Καρπάθιο, Παμφύλιο και Αιγυπτιακό πέλαγος. Ο παράπλους της Ευρώπης από τις εκβολές του ποταμού Τάναη (=Δον) έως τις Ηράκλειες στήλες είναι εξακόσια εννέα χιλιάδες επτακόσια εννέα στάδια· ο παράπλους της Λιβύης από τη Τίγγη (=Ταγγέρη) έως την είσοδο του Κανώβου (=Αβουκίρ) είναι διακόσια εννέα χιλιάδες διακόσια πενήντα δύο στάδια. Ο περίπλους της Ασίας από τον Κάνωβο έως τον ποταμό Τανάη με τις ακτές των κόλπων είναι τέσσερις χιλιάδες εκατόν ένδεκα στάδια.
Παρόμοια, ο περίπλους όλης της οικουμένης μαζί με το μήκος των ακτών είναι ένα εκατομμύριο τριακόσιες εννέα χιλιάδες και εβδομήντα δύο στάδια.
ΓΙΑ ΤΗ ΓΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΣΑ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΑΠ' ΑΥΤΗΝ
Η γη είναι ένα από τέσσερα στοιχεία της φύσεως· είναι ξηρό, ψυχρό, βαρύ και ακίνητο. Ο Θεός τη δημιούργησε από το μηδέν την πρώτη ημέρα της δημιουργίας. Διότι, (η Γραφή) λέει «ο Θεός δημιούργησε στην αρχή τον ουρανό και τη γη»· και κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίζει τη θέση και τη βάση της γης. Άλλοι λένε ότι έχει στηριχθεί και σταθεροποιηθεί πάνω στα νερά, όπως λέει ο προφήτης Δαβίδ: «Αυτός που τη στερέωσε πάνω στα νερά»· άλλοι πάλι λένε ότι στηρίζεται στον αέρα. Και άλλος λέει: «Αυτός που στήριξε τη γη πάνω στο τίποτε». Και πάλι ο προφήτης Δαβίδ λέει για λογαριασμό του Δημιουργού: «Εγώ στήριξα τους στύλους της γης»· και με τη λέξη «στύλοι» εννοεί τα θεμέλιά της που την συγκρατούν. Η φράση πάλι «θεμελίωσε τη γη στις θάλασσες» εννοεί ότι η γη περιβάλλεται από παντού με νερά. Έτσι, είτε δεχθούμε ότι η γη στηρίζεται στον εαυτό της, είτε στον αέρα, είτε στα νερά, είτε πάνω σε τίποτε, πρέπει να μην απομακρυνθούμε από τον ευσεβή λογισμό, αλλά να ομολογούμε ότι η δύναμη του Δημιουργού είναι που τα συγκρατεί όλα και τα συντηρεί.
Στην αρχή, λοιπόν, όπως μας λέει η Αγία Γραφή, η γη καλυπτόταν από νερά και ήταν αδιαμόρφωτη, δηλαδή αστόλιστη. Όταν όμως έδωσε εντολή ο Θεός, σχηματίσθηκαν οι δεξαμενές των νερών και τότε φάνηκαν τα βουνά.
Με τη θεία εντολή, η γη πήρε τον κατάλληλο στολισμό της, αφού ομόρφυνε με κάθε είδους χόρτα και φυτά. Μέσα σ’ αυτά ο Θεός, με εντολή του, έβαλε την αυξητική, θρεπτική και αναπαραγωγική δύναμη, που γεννά τα ίδια είδη.
Επίσης, με πρόσταγμα του Δημιουργού, η γη έδωσε κάθε είδους ζώα, ερπετά, θηρία και κτήνη. Όλα, βέβαια, έγιναν για να τα έχει ο άνθρωπος στην αναγκαία χρήση· άλλα απ’ αυτά να τα έχει για φαγητό, όπως ελάφια, πρόβατα, ζαρκάδια και παρόμοια· άλλα να τα έχει για να τον υπηρετούν, όπως καμήλες, βόδια, άλογα, γαϊδούρια και τα όμοια· και άλλα να τα έχει για διασκέδαση, όπως τους πίθηκους και από τα πτηνά τις καρακάξες, τους παπαγάλους και τα παρόμοια.
Από τα φυτά και τα βότανα, άλλα είναι καρποφόρα και φαγώσιμα, άλλα ευωδιαστά και ανθοστόλιστα, τα οποία μας έχουν δοθεί ως δώρα όπως τα τριαντάφυλλα και τα όμοια, και άλλα για θεραπεία από ασθένειες. Διότι δεν υπάρχει κανένα ζώο ούτε φυτό, μέσα στο οποίο ο Δημιουργός δεν έβαλε κάποια χρήσιμη ενέργεια για τις ανάγκες των ανθρώπων. Διότι ο Θεός, επειδή τα γνώριζε όλα πριν τα δημιουργήσει και γνώριζε επίσης ότι ο άνθρωπος πρόκειται θεληματικά να γίνει παραβάτης και να παραδοθεί στη φθορά, τα δημιούργησε όλα –αυτά που υπάρχουν στο στερέωμα, στη γη και το νερό– για να χρησιμοποιεί ο άνθρωπος κατάλληλα.
Πριν, λοιπόν, από την παράβαση, όλα ήταν στην εξουσία του ανθρώπου, καθώς ο Θεός τον είχε καταστήσει άρχοντα όλων των κτισμάτων και της γης και των υδάτων. Και το φίδι μάλιστα ήταν εξοικειωμένο με τον άνθρωπο και τον πλησίαζε περισσότερο από τα άλλα ζώα και με ευχάριστες κινήσεις του σώματός του τον διασκέδαζε. Γι’ αυτό ο αρχέκακος Διάβολος μέσω αυτού εισηγήθηκε στους προπάτορες τη χειρότερη συμβουλή. Η γη πάλι αυτόματα παρήγαγε καρπούς για τις ανάγκες των ζώων που ήταν στην εξουσία του, και ούτε βροχή υπήρχε στη γη ούτε κακοκαιρία. Μετά την παράβαση όμως, όταν «μπλέχτηκε με τα ανόητα ζώα και έγινε όμοιος μ’ αυτά», έκανε ώστε η παράλογη επιθυμία να εξουσιάζει το λογικό νου του, διότι παράκουσε την εντολή του Δεσπότου. Τότε, η κτίση που ήταν κάτω από την εξουσία του ανθρώπου, καθώς είχε ορισθεί άρχοντάς της από το Δημιουργό, επαναστάτησε εναντίον του· έτσι πήρε την εντολή να εργάζεται με ιδρώτα τη γη, από την οποία προήλθε.
Αλλά και η τωρινή χρησιμότητα των θηρίων δεν είναι χωρίς ωφέλεια, διότι μας προκαλούν φόβο και μας οδηγούν στην επίκληση της βοήθειας του Θεού. Και τα αγκάθια ακόμη που, σύμφωνα με απόφαση του Κυρίου, φύτρωσαν από τη γη μετά την παράβαση, μετά απ’ αυτήν συνδέθηκαν με την απόλαυση των τριαντάφυλλων, για να μας υπενθυμίζουν την παράβαση, εξαιτίας της οποίας η γη τιμωρήθηκε να βγάζει για μας αγκάθια και τριβόλια.
Και ότι αυτά έτσι είναι, πρέπει να το πιστεύουμε από το γεγονός ότι μέχρι και σήμερα ο λόγος του Κυρίου ενεργεί τη διατήρησή τους· διότι είπε: «Ν’ αυξάνεσθε και να πολλαπλασιάζεσθε και να γεμίσετε τη γη».
Ορισμένοι λένε ότι η γη είναι σφαιρική, ενώ άλλοι κωνική. Είναι βέβαια πολύ πιο μικρή από τον ουρανό, σαν μια κουκίδα που αιωρείται στο μέσον του. Αλλά και αυτή θα παρέλθει και θα μεταβληθεί. Και είναι μακάριος αυτός που κληρονομεί τη γη των πράων ανθρώπων· διότι η μέλλουσα γη που θα υποδεχθεί τους αγίους είναι αθάνατη. Ποιός, λοιπόν, μπορεί να εκφράσει θαυμασμό όπως αξίζει για την άπειρη και ακατάληπτη σοφία του Δημιουργού; Ή, ποιός μπορεί να ευχαριστήσει επάξια τον δοτήρα τόσων μεγάλων αγαθών;
ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
Επειδή επρόκειτο ο Θεός να πλάσει τον άνθρωπο από ορατή και αόρατη φύση, σύμφωνα με τη δική του εικόνα και ομοιότητα, σαν κάποιο βασιλιά και άρχοντα όλης της γης και των αγαθών της, γι’ αυτό το λόγο προετοιμάζει γι’ αυτόν κάτι σαν παλάτι, μέσα στο οποίο αν κατοικεί θα έχει μακάρια και τρισευτυχισμένη ζωή. Αυτός ο τόπος είναι ο θείος παράδεισος, τον οποίο ο Θεός έχει φυτέψει με τα χέρια του, ταμείο κάθε χαράς και ευχαριστήσεως.
Διότι η λέξη Εδέμ σημαίνει απόλαυση. Ήταν βέβαια στην ανατολή και βρισκόταν πιο ψηλά απ’ όλη τη γη, αλλά είχε εύκρατο κλίμα και ακτινοβολούσε από λεπτό και πολύ καθαρό αέρα· ήταν κατάφυτος από αειθαλή φυτά, γεμάτος από ευωδία και φως, ο οποίος ξεπερνά στη φαντασία κάθε εποχή του έτους και ομορφιά· είναι πράγματι θείος τόπος και άξια κατοικία του ανθρώπου που πλάσθηκε κατ’ εικόνα Θεού, μέσα στον οποίο δεν σύχναζε κανένα από τα άλογα ζώα, αλλά μόνον ο άνθρωπος, το πλαστούργημα του Θεού.
Και στο μέσον του Παραδείσου ο Θεός φύτευσε το δένδρο της ζωής και το δένδρο της γνώσεως. Το δένδρο της γνώσεως δόθηκε ως αφορμή, δοκιμασία και άσκηση της υπακοής και παρακοής του ανθρώπου. Γι’ αυτό και πήρε το όνομα «ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού»· διότι έδινε σε όσους το δοκίμαζαν τη δύναμη να γνωρίσουν τη φύση τους· αυτό όμως ήταν καλό για τους τέλειους, αλλά κακό για τους ατελείς και τους επιρρεπείς στις επιθυμίες· ακριβώς όπως η ξηρά τροφή κάνει κακό στα βρέφη που τρέφονται ακόμη με γάλα. Διότι ο Θεός που μας έπλασε δεν ήθελε να μεριμνάμε και ν’ ασχολούμαστε με πολλά, ούτε ακόμη να φροντίζουμε και να προνοούμε για τη δική μας τη ζωή.
Εδώ όμως την έπαθε ο Αδάμ· διότι, μόλις γεύθηκε τον καρπό του δένδρου, αισθάνθηκε τη γύμνια του και φρόντισε να βάλει ένδυμα· πήρε δηλαδή φύλλα συκιάς και ντύθηκε. Ενώ, πριν από τη γεύση, και οι δύο, ο Αδάμ και η Εύα, ήταν γυμνοί, αλλά δεν ντρέπονταν. Διότι, τόσο πολύ ο Θεός ήθελε να είμαστε απαθείς (διότι η γυμνότητα είναι χαρακτηριστικό της τέλειας απάθειας).
Ήθελε ακόμη να είμαστε αμέριμνοι, έχοντας ένας έργο, το αγγελικό, να δοξολογούμε δηλαδή ακατάπαυστα τον Πλάστη μας, να εντρυφούμε στη δική του θεωρία και να εμπιστευόμαστε σ’ Αυτόν τη φροντίδα του εαυτού μας.
Αυτό μας το είπε και με τον προφήτη Δαβίδ, με τα εξής λόγια: « Άφησε τη μέριμνά σου στον Κύριο και Αυτός θα σε αναθρέψει». Αλλά και στα ιερά Ευαγγέλια δίδασκε τους μαθητές του με τα ακόλουθα λόγια: «Μη φροντίσετε για την ψυχή σας τί θα φάει, και για το σώμα τί θα φορέσει». Και συνεχίζει: «Ζητάτε τη Βασιλεία του Θεού και τη δικαίωση που Αυτός προσφέρει, και τα υπόλοιπα θα έλθουν στη ζωή σας». Και προς τη Μάρθα λέει: «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και ασχολείσαι με πολλά, αλλά ένα είναι αναγκαίο· η Μαρία έκανε την καλή επιλογή, την οποία δε θα τη χάσει ποτέ».
Ως επιλογή της εννοούσε βέβαια ότι καθόταν στα πόδια του και άκουγε τα λόγια του. Το δένδρο όμως της ζωής ήταν δένδρο που είχε ζωοπάροχη ενέργεια και ήταν φαγώσιμο μόνον απ’ αυτούς που ήταν άξιοι της ζωής και δεν υπόκεινταν στο θάνατο. Ορισμένοι βέβαια θεωρούσαν αισθητό τον παράδεισο, ενώ άλλοι νοητό. Εγώ όμως έχω τη γνώμη ότι, όπως ο άνθρωπος πλάστηκε και αισθητός και νοητός, έτσι και το ιερώτατο τέμενός του δημιουργήθηκε ταυτόχρονα αισθητό και νοητό και με διπλή όψη. Διότι, όπως εξιστορήσαμε, κατοικούσε με το σώμα στο θεϊκό και πανέμορφο τόπο, ενώ με την ψυχή ζούσε σε ακόμη ανώτερο και ασύγκριτο και πανέμορφο τόπο, έχοντας ως ένοικο της κατοικίας του το Θεό και ως ένδοξο ένδυμα τον ίδιο το Θεό· ήταν ντυμένος με τη Χάρη του και απολάμβανε το μοναδικό γλυκύτατο καρπό, τη θεωρία του προσώπου του, η οποία τον έτρεφε σαν άλλο άγγελο. Γι’ αυτό το λόγο, πανάξια πήρε το όνομα «δένδρο της ζωής». Διότι η γλυκύτητα της κοινωνίας με το Θεό μεταδίδει στους μετόχους της ζωή που δεν διακόπτεται από το θάνατο.
Ο Θεός αυτό το ονόμασε «κάθε δένδρο» και είπε: «Από κάθε δένδρο που βρίσκεται στον Παράδεισο θα τρώτε»· διότι ο Ίδιος είναι το παν και με τη δύναμή του σχημάτισε τα πάντα. Το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού είναι η διάκριση της κάθε είδους παρατηρήσεως. Και αυτή είναι η τέλεια γνώση της φύσεως, η οποία είναι βέβαια καλή για τους τέλειους και γι’ αυτούς που ζουν τη θεωρία του Θεού, διότι τους καθιστά γνωστή την παντοδυναμία του Δημιουργού και δεν φοβούνται την πτώση, καθώς με την πάροδο του χρόνου έχουν φθάσει σε κάποιο βαθμό αυτής της θεωρίας· δεν είναι όμως καλή για τους νέους και επιρρεπείς στις επιθυμίες, διότι η φροντίδα για το σώμα τους τραβά την προσοχή και τους αποσπά, καθώς είναι ασταθείς στην παραμονή στο αγαθό και δεν σταθεροποιήθηκαν ακόμη στην αφοσίωση στο μοναδικό καλό.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι ο θείος Παράδεισος έχει δύο έννοιες. Και οι θεοφόροι Πατέρες μας παρέδωσαν την αλήθεια, είτε δίδαξαν τη μία είτε την άλλη έννοια. Μπορούμε μάλιστα να ερμηνεύσουμε ότι η έκφραση «παν ξύλον» σημαίνει την τέλεια γνώση που προέρχεται από τα δημιουργήματα της θείας δυνάμεως, όπως λέει ο θείος Απόστολος: «Ο αόρατος κόσμος γίνεται αντιληπτός από τα κτιστά δημιουργήματα». Και απ’ όλες τις έννοιες και παρατηρήσεις πιο σπουδαία είναι αυτή που αναφέρεται σε μας, στη δική μας σύσταση, όπως λέει ο προφήτης Δαβίδ: «Από την γνώση του εαυτού μου θαυμάζω τη σοφία σου»· δηλαδή, από την παρατήρηση της φύσεώς μου. Αυτή όμως η γνώση ήταν επικίνδυνη για τον Αδάμ, που ήταν άπειρος, για τους λόγους που εκθέσαμε. Ή πρέπει να θεωρήσουμε ως δένδρο της ζωής την πιο βαθιά έννοια για το Θεό που προέρχεται από τα κτιστά, και την αναγωγή μέσω αυτών στον Πλάστη, Δημιουργό και Αίτιο όλων των όντων· και αυτό το ονόμασε «παν ξύλον», εννοώντας δηλαδή την πληρότητα και την ενότητα, που μας παρέχει
την μοναδική μετοχή του καλού· και «δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού» ονόμασε την αισθητή και ηδονική βρώση, η οποία φαίνεται γλυκιά, αλλά στην πραγματικότητα οδηγεί αυτόν που την γεύεται στην μετοχή των κακών· διότι λέει ο Θεός: «Από κάθε δένδρο του Παραδείσου μπορείς να φας»· νομίζω είναι σαν να λέει ο Θεός, «με όλα τα κτιστά οδηγήσου σε μένα τον Πλάστη και δοκίμασε τον μοναδικό καρπό, εμένα, την όντως ζωή. Όλα ας σου προσφέρουν ως καρπό την ζωή, και την κοινωνία μαζί μου να την κάνεις συστατικό της υπάρξεώς σου· διότι έτσι θα γίνεις αθάνατος». «Και δεν θα φάτε από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού. Την ημέρα που θα φάτε απ’ αυτό, θα πεθάνετε». Διότι η αισθητή τροφή είναι από τη φύση της αναπλήρωση αυτών που αποβάλλονται και πηγαίνει στον αφεδρώνα και χάνεται· και είναι αδύνατον να μένει άφθαρτος αυτός που καταναλώνει την αισθητή τροφή.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ
Έτσι, λοιπόν, δημιούργησε ο Θεός τις νοητές υπάρξεις, εννοώ τους αγγέλους και όλα τα ουράνια τάγματα –διότι αυτά ολοφάνερα έχουν νοερή και ασώματη φύση· λέγοντας «ασώματη φύση», την εννοώ σε σύγκριση με την παχύτητα της ύλης· διότι μόνον το θείο είναι πραγματικά άϋλο και ασώματο.
Δημιούργησε ακόμη την αισθητή φύση, δηλαδή τον ουρανό, τη γη και τα ενδιάμεσά τους· και δημιούργησε από τη μια την νοητή φύση πλησιέστερη στο Θεό (διότι η λογική φύση είναι οικεία στο Θεό και γίνεται αντιληπτή μόνο με το νου) και από την άλλη την αισθητή φύση εντελώς μακριά του, επειδή γίνεται αντιληπτή μόνο με τις αισθήσεις.
Αλλά έπρεπε να δημιουργηθεί και σύνθεση από τις δύο φύσεις, ως γνώρισμα μεγαλύτερης σοφίας και γενναιοδωρίας προς τις φύσεις, όπως λέει ο θείος Γρηγόριος: σαν κάποιος σύνδεσμος «της ορατής και αόρατης φύσεως». Και λέω «έπρεπε», θέλοντας να δηλώσω τη θέληση του Δημιουργού· διότι αυτή αποτελεί τον πιο κατάλληλο θεσμό και νόμο, και κανείς δεν μπορεί να πει στον Πλάστη: «Γιατί μ’ έφτιαξες έτσι;». Διότι ο αγγειοπλάστης έχει τη δύναμη να φτιάχνει από την ίδια λάσπη διάφορα σκεύη, για να δείξει τη σοφία του.
Όταν λοιπόν αυτά ήταν έτσι, ο Θεός δημιουργεί με τα χέρια του τον άνθρωπο και από ορατή και από αόρατη φύση, ν’ αποτελεί δική του εικόνα και ομοίωση· το σώμα το έπλασε από τη γη, ενώ με το δικό του φύσημα έδωσε τη λογική και νοερή ψυχή, πράγμα το οποίο το ονομάζουμε θεία εικόνα. Διότι το νοερό και το αυτεξούσιο του ανθρώπου δείχνει το «κατ’ εικόνα», ενώ η, όσο είναι δυνατόν, ομοιότητα στην αρετή δείχνει το «καθ’ ομοίωσιν». Και πλάσθηκαν συγχρόνως το σώμα και η ψυχή· όχι το ένα πρώτα και το άλλο έπειτα, σύμφωνα με τις φλυαρίες του Ωριγένη.
Ο Θεός, λοιπόν, έπλασε τον άνθρωπο άκακο, απλό, ενάρετο, χαρούμενο, αμέριμνο, στολισμένο με κάθε αρετή, προικισμένα με όλα τα αγαθά, σαν κάποιον δεύτερο κόσμο, μικρό κόσμο μέσα σε μεγάλο, άλλο άγγελο, σύνθετο προσκυνητή, επόπτη της ορατής δημιουργίας, γνώστη των μυστηρίων της αόρατης, επίγειο βασιλιά που τον κυβερνά από ψηλά, ταυτόχρονα επίγειο και ουράνιο, πρόσκαιρο και αθάνατο, ορατό και νοητό, ενδιάμεσο μεταξύ μεγαλείου και μικρότητος, τον ίδιο και πνεύμα και σάρκα. Είναι σάρκα εξαιτίας της υπερηφάνειας και πνεύμα εξαιτίας της χάρης· το ένα, για να υποφέρει και υποφέροντας να θυμάται και να γίνεται συνετός, και το άλλο, για να μένει σταθερός και να δοξάζει τον ευεργέτη του φιλοτιμούμενος από το μεγαλείο του· τον έπλασε ζώσα ύπαρξη που κατ’ οικονομία ζει εδώ, δηλαδή στην παρούσα ζωή, αλλά που προορίζεται για αλλού, να μετοικήσει στη μέλλουσα ζωή· και το τέλος του μυστηρίου είναι ότι θεώνεται με την κίνησή του προς το Θεό· θεώνεται μάλιστα με την μετοχή στο θείο φωτισμό, αλλά χωρίς να μεταβάλλεται σε θεία ουσία.
Και τον έπλασε αναμάρτητο στη φύση του και αυτεξούσιο στη θέλησή του. Λέγοντας «αναμάρτητο» δεν εννοώ ότι δεν είναι δεκτικός αμαρτίας –μόνον ο Θεός είναι ανεπίδεκτος αμαρτίας–, αλλά εννοώ ότι δεν έχει την αμαρτία στη φύση του, αλλά μάλλον στην προαίρεσή του· δηλαδή, έχει τη δύναμη να διατηρείται και να προοδεύει στο αγαθό, με τη βοήθεια της θείας χάριτος· και επίσης, μπορεί να παρεκτραπεί από το καλό και να οδηγηθεί στο κακό, με παραχώρηση του Θεού, εξαιτίας του αυτεξουσίου του· διότι, ό,τι γίνεται εξαναγκαστικά, δεν είναι αρετή.
Η ψυχή, επίσης, είναι ζώσα ύπαρξη, απλή, ασώματη· η φύση της είναι αόρατη με τα μάτια του σώματος· είναι λογική και νοερή, χωρίς σχήμα· κατοικεί σε οργανικό σώμα και του παρέχει ζωή, ανάπτυξη, αντίληψη και γέννηση· δεν έχει τον νου σαν κάτι διαφορετικό από τον εαυτό της, αλλά σαν το πιο καθαρό στοιχείο της· διότι, όπως είναι το μάτι στο σώμα, έτσι είναι και ο νους για την ψυχή. Είναι αυτεξούσια και έχει θέληση και ενέργεια· είναι μεταβλητή, δηλαδή μεταβάλλεται σύμφωνα με τη θέλησή της, διότι είναι κτιστή. Όλα αυτά τα έχει λάβει με φυσική τάξη από τη χάρη του Δημιουργού της, η οποία της έδωσε και την ύπαρξη και τη φύση.
Με πόσους τρόπους νοείται το ασώματο.
Αντιλαμβανόμαστε τα ασώματα, τα αόρατα και τα άμορφα με δύο τρόπους: άλλα κατ’ ουσίαν και άλλα κατά χάριν· διότι τα πρώτα είναι από τη φύση τους, ενώ τα δεύτερα σε αντίθεση με την παχύτητα της ύλης. Για το Θεό βέβαια λέμε «ασώματος από τη φύση του», ενώ για τους αγγέλους, τους δαίμονες και τις ψυχές λέμε «ασώματοι χαριστικά και σε αντίθεση με την παχύτητα της ύλης».
Σώμα είναι αυτό που έχει τρεις διαστάσεις, δηλαδή μήκος, πλάτος και βάθος ή πάχος. Καί κάθε σώμα συνίσταται από τέσσερα στοιχεία, ενώ τα σώματα των ζώων αποτελούνται από τέσσερις χυμούς.
Πρέπει μάλιστα να γνωρίζουμε ότι τα τέσσερα στοιχεία είναι: η γη, που είναι ξερή και ψυχρή· το νερό, που είναι ψυχρό και υγρό· ο αέρας, που είναι υγρός και θερμός· η φωτιά, που είναι θερμή και ξερή. Το ίδιο και οι χυμοί είναι τέσσερις και αναλογούν στα τέσσερα στοιχεία: η μαύρη χολή, που αναλογεί στη γη (διότι είναι ξερή και ψυχρή)· το φλέγμα, που αναλογεί στο νερό (διότι είναι ψυχρό και υγρό)· το αίμα, που αναλογεί στον αέρα (διότι είναι υγρό και θερμό)· η ξανθή χολή, που αναλογεί στη φωτιά (διότι είναι θερμή και ξερή). Οι καρποί, λοιπόν, αποτελούνται από τα στοιχεία, οι χυμοί πάλι από τους καρπούς, ενώ τα σώματα των ζώων αποτελούνται από τους χυμούς, και αναλύονται σ’ αυτά· διότι καθετί που είναι σύνθετο, αναλύεται στα μέρη από τα οποία συντίθεται.
Ότι ο άνθρωπος μετέχει και στα άψυχα και τα άλογα και τα λογικά όντα.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος έχει κοινά γνωρίσματα με τα άψυχα· ακόμη μετέχει στη ζωή των αλόγων ζώων και έχει πάρει τη νόηση από τα λογικά όντα. Τα κοινά, δηλαδή, γνωρίσματα με τα άψυχα είναι στο σώμα και στη σύνθεσή του από τέσσερα στοιχεία· με τα φυτά έχει κοινά στοιχεία τη θρεπτική δυνατότητα, την αυξητική και την σπερματική, δηλαδή την αναπαραγωγική· με τα άλογα ζώα έχει και τα παραπάνω, αλλά επιπλέον και τον πόθο, δηλαδή το θυμό και την επιθυμία, και ακόμη την αίσθηση και την ορμέμφυτη κίνηση.
Οι αισθήσεις βέβαια είναι πέντε· η όραση, η ακοή, η όσφρηση, η γεύση, η αφή. Στην ορμέμφυτη όμως κίνηση ανήκει η ικανότητα να μεταβαίνει από τόπο σε τόπο, η ικανότητα της κινήσεως όλου του σώματος και η ικανότητα της φωνής και της αναπνοής· διότι από μας εξαρτάται να τα κάνουμε ή να μην τα κάνουμε.
Ο άνθρωπος συνδέεται με το λογικό του με τις ασώματες και νοερές φύσεις, διότι συλλογίζεται, σκέφτεται και κρίνει το καθετί· επιδιώκει τις αρετές και ποθεί την κορωνίδα των αρετών, εννοώ την ευσέβεια· γι’ αυτό και ο άνθρωπος είναι ένας μικρός κόσμος.
Πρέπει ακόμη να γνωρίζουμε ότι αποκλειστικά χαρακτηριστικές ιδιότητες του σώματος είναι η τομή, η ρεύση και η μεταβολή. Μεταβολή βέβαια είναι αυτή που γίνεται σχετικά με την ποιότητα, δηλαδή η θέρμανση, η ψύξη και τα παρόμοια. Ρεύση πάλι είναι αυτή που γίνεται με το άδειασμα· αδειάζουν δηλαδή τα στερεά, τα υγρά και τα αέρια, και χρειάζεται η αναπλήρωσή τους· επομένως, η πείνα και η δίψα είναι φυσιολογικές μεταβολές. Τομή πάλι είναι ο διαχωρισμός των χυμών μεταξύ τους και η διαίρεσή τους σύμφωνα με τη μορφή και την υλική τους σύσταση.
Χαρακτηριστικές πάλι ιδιότητες της ψυχής είναι η ευσέβεια και η νόηση. Ενώ οι αρετές αποτελούν κοινές ιδιότητες της ψυχής και του σώματος· αποδίδονται όμως στην ψυχή, διότι η ψυχή κυβερνά το σώμα.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι το λογικό από τη φύση του κυβερνά το άλογο· διότι οι δυνάμεις της ψυχής διαιρούνται σε λογικό και άλογο. Τα μέρη μάλιστα του αλόγου είναι δύο· το ένα είναι κουφό στη φωνή του λογικού, δεν υπακούει δηλαδή στη λογική, ενώ το άλλο είναι προσεκτικό και υπάκουο στη λογική. Ανυπάκουο βέβαια και απείθαρχο στη λογική είναι το ζωτικό μέρος της ψυχής, το οποίο ονομάζεται και σφυγμικό· επίσης και το σπερματικό μέρος, δηλαδή το αναπαραγωγικό και το φυτικό, το οποίο λέγεται και θρεπτικό· σ’ αυτό ανήκει και το αυξητικό μέρος, το οποίο και διαπλάθει το σώμα. Αυτά δεν τα εξουσιάζει η λογική, αλλά η φύση. Το μέρος πάλι της ψυχής που είναι προσεκτικό και υπάκουο στη λογική διαιρείται σε επιθυμία και θυμό. Μάλιστα, το άλογο μέρος της ψυχής ονομάζεται παθητικό και ορεκτικό (αυθόρμητο). Και πρέπει να γνωρίζουμε ότι η ορμέμφυτη κίνηση ανήκει στο μέρος της ψυχής που υπακούει στη λογική.
Σ’ αυτό όμως που δεν υπακούει στη λογική ανήκει το θρεπτικό, το γεννητικό και το σφυγμικό. Το αυξητικό, το θρεπτικό και το γεννητικό ονομάζονται «φυτικό», ενώ το σφυγμικό καλείται «ζωτικό».
Το θρεπτικό έχει τέσσερις δυνάμεις: την ελκτική, που έλκει την τροφή· την καθεκτική που κρατεί την τροφή και δεν της επιτρέπει να αποβληθεί αμέσως· την αλλοιωτική, που μεταβάλλει την τροφή σε χυμούς· την αποκριτική, η οποία αποβάλλει τα περιττώματα μέσω του αφεδρώνα και τα απορρίπτει από τον οργανισμό.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι από τις δυνάμεις που υπάρχουν στα όντα άλλες είναι ψυχικές, άλλες φυσικές και άλλες ζωτικές. Ψυχικές είναι αυτές που ανήκουν στην προαίρεση, δηλαδή η επιθυμία και η αίσθηση. Στην επιθυμία ανήκει η ικανότητα μεταβάσεως από τόπο σε τόπο, η κίνηση όλου του σώματος, η φωνητική και αναπνευστική ικανότητα· από μας εξαρτάται να τα ενεργούμε αυτά ή να μην τα ενεργούμε. Φυσικές και ζωτικές δυνάμεις είναι αυτές που ενεργούν χωρίς τη θέλησή μας. Φυσικές είναι η θρεπτική, η αυξητική και η αναπαραγωγική· ζωτική είναι η σφυγμική. Αυτές ενεργούν είτε το θέλουμε είτε όχι.
Επίσης, πρέπει να γνωρίζουμε ότι άλλα από τα πράγματα είναι αγαθά και άλλα κακά. Το αγαθό που προσδοκάμε γεννά την επιθυμία, ενώ αυτό που έχει πραγματοποιηθεί γεννά την ευχαρίστηση. Παρόμοια, το προσδοκώμενο κακό δημιουργεί φόβο, ενώ τα πραγματοποιημένο λύπη. Και να γνωρίζουμε ότι λέγοντας αγαθό εννοούμε και το αληθινό αγαθό και το θεωρούμενο· το ίδιο εννούμε και με το κακό.
(μετάφραση π. Δωρόθεος Πάπαρης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου