Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2019

ΜΕ 3 ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΑΜΑΤΡΤΑΝΟΥΜΕ, ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΥΝ, ΜΕ ΤΟΝ ΛΟΓΟΝ, ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΕΡΓΟΝ


3 ΠΡΑΓΜΑΤΑ
ΜΕ 3 ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΑΜΑΤΡΤΑΝΟΥΜΕ, ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΥΝ, ΜΕ ΤΟΝ ΛΟΓΟΝ, ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΕΡΓΟΝ.
Τὸ πρώτον ὅπου εἶναι ὁ νοῦς, γίνεται αἰτία εἰς ὅλα ἐκεῖνα ὅπου ἁμαρτάνουν τὰ ἄλλα δύο, ἤγουν ὁ λόγος, καὶ τὸ ἔργον· ὅμως δὲν δύναται νὰ τελειώσῃ ἁμαρτίαν ὁ νοῦς, ἀλλὰ ὁ λόγος, καὶ τὸ ἔργον τελειώνουν ὅσα ἐφευρίσκει ὁ νοῦς. Λοιπὸν ἀπὸ αὐτὰ τὰ τρία ποῖον εἶναι ἀναγκαιότερον νὰ ἰατρεύση ὁ Χριστός; φανερὸν εἶναι ὅτι τὸ πρῶτον, ἤγουν τὸν νοῦν.
Καὶ ὁπόταν ὁ νοῦς ἀγιασθῇ, καὶ ἰατρευθῇ, καὶ ἔλθη εἰς καλήν κατάστασιν, καὶ δὲν ὐποφέρῃ νὰ εἰπῇ, μήτε νὰ κάμη τίποτε, ἔξω ἀπὸ ἐκεῖνο ὅπου εἶναι ἀρεστὸν εἰς τὸν Θεόν, τότε κάθε ψυχή φυλάττεται ἀναμάρτητος.
Καὶ ἀγκαλά ἡ ἁμαρτία ὅπου κάνει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ ἔργον, γίνεται μὲ ἀργοπορίαν καὶ ἠ ἁμαρτία ὅπου κάνει με τὸν λόγον, γίνεται ὀγλιγωρότερα· ἡ δὲ ἁμαρτία ὅπου κάνει μὲ τὸν νοῦν γίνεται πολλὰ ὀγλιγωρότερα, καὶ ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ. Πλὴν ἡ ἁμαρτία τοῦ νοὸς μένει ἄπρακτος, ἀνίσως λείψῃ ὁ λόγος, ἢ τὸ ἔρ­γον. Τὸ λοιπὸν πρέπει νὰ ἀγωνισθοῦμεν ὅσον δυνάμεθα διὰ νὰ ἁγιασθῇ

6 ΠΡΟΦΥΛΑΚΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ


6 ΠΡΟΦΥΛΑΚΤΙΚΑ
6 ΠΡΟΦΥΛΑΚΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ
1ον προφυλακτικόν εἶναι ἠ ενθύμησις τῶν αμαρτιών, τὸ νὰ μὴν λησμονήσεις, ἀλλὰ νὰ ἐνθυμῆσαι πάντοτε τὶς ἁμαρτίες ὅπου ἔπραξες. Ἔτσι σὲ προστάζει ὁ Θεός, διὰ τοῦ Ἠσαϊου «Ἐγὼ εἰμὶ ὁ ἐξαλείφων τὰς ἀνομίας σου ἕνεκεν ἐμοῦ, καὶ τᾶς ἁμαρτίας σου, καὶ οὐ μὴ μνησθήσομαι· σὺ δὲ μνήσθητι, καὶ κριθῶμεν» (Ἤσ. 43,25).
Τοῦτο δὲ νὰ κάνεις δήλ. νὰ ἐνθυμῆσαι τᾶς ἁμαρτίας σου, ὄχι διὰ νὰ βασανίζεις τὸν λογισμόν σου, ἀλλὰ διὰ νὰ παιδεύεις τὴν ψυχήν σου νὰ μὴν σκιρτᾷ εἰς τὰ πάθη, καὶ νὰ μὴν πίπτει πάλιν εἰς τὰ ἴδια. Διὰ νὰ γνωρίζεις μὲ τὴν ἐνθύμησιν τὴν μεγάλην χάριν, ὅπου ἔλαβες παρὰ Θεοῦ, τὸ νὰ σοῦ συγχωρήσει τόσες ἁμαρτίες. Καθὼς καὶ ὁ Παῦλος ἐνθυμεῖτο πάντοτε πὼς ἐδίωξε τὴν Ἐκκλησίαν, διὰ νὰ δείξει τὸ μέγεθος τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Διὰ νὰ συντρίβεις τὴν καρδίαν σου, καὶ νὰ κατανύγεις τὴν ψυχήν σου. Καὶ τελευταῖον, διὰ νὰ ταπεινώνεσαι, καὶ νὰ ἔχεις τὸν εὐατόν σου ἀνάξιον καὶ αὐτῆς τῆς ζωῆς.
2ον προφυλακτικόν μεταχειρίζου, τὸ νὰ φεύγεις τὰ αἴτια τῆς ἁμαρτίας, ἐπειδὴ κατὰ τοὺς φιλοσοφικοὺς Κανόνας τὰ αὐτὰ αἴτια κάνουν πάντοτε καὶ τὰ αὐτὰ αἰτιατὰ καὶ ἀποτελέσματα. Φεῦγε λοιπὸν ἀδελφέ, τὰς κακὰς θεωρίας τὰς κακὰς συνομιλίας καὶ συναναστροφᾶς τῶν ἀτάκτων, καὶ μάλιστα φεῦγε τὰς συνομιλίας καὶ φιλίας τῶν προσώπων ἐκείνων, τὰ ὁποία ἤμαρτες σαρκικῶς· διότι ἕνα ἀπὸ τὰ δυό, ἢ ἐσὺ πρέπει νὰ φύγεις ἀπὸ αὐτά, ἢ αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ μακρύνεις ἀπὸ λόγου σου καὶ νὰ τὰ διώξεις ἂν τὰ ἔχεις εἰς τὸ σπίτι σου, κὰν δούλη εἶναι, κὰν δοῦλος, καὶ ἁπλῶς, κὰν ἐδικός σου, καὶ φίλος. Περὶ τούτων εἶπεν ὁ Κύριος «Εἰ ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζει σέ, ἔξελε αὐτόν, καὶ βάλε ἀπό σου· συμφέρει γὰρ σοὶ ἵνα ἀπόλλυται ἓν τῶν μελῶν σου, καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμα σου βληθῆ εἰς γέενναν» (Μάτθ. 5,29). Καὶ μὴ πιστεύσεις ποτὲ εἰς τὸν ἑαυτόν σου, λέγωντᾶς· ἐγὼ μπορῶ νὰ συναναστρέφομαι μὲ τὰ βλάπτοντα πρόσωπα καὶ νὰ μὴν βλάπτωμαι. Πεπλανημένος λογισμὸς εἶναι αὐτός, ἐπειδὴ εἶναι γεγραμμένον «Μὴ πιστεύσεις τῷ ἐχθρῷ σου εἰς τὸν αἰῶνα» (Σειράχ. 12,10).

ΟΙ 3 ΒΛΑΒΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΞΕΝΕΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΜΑΡΤΩΛΟΝ


3 ΒΛΑΒΕΣ
ΟΙ 3 ΒΛΑΒΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΞΕΝΕΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΜΑΡΤΩΛΟΝ
1η βλάβη εἶναι, πὼς αὐτὲς σὲ ἔκαναν νὰ χάσεις τᾶς ὑπερφυσικᾶς χάριτας, ὅπου σου ἐχάρισεν ὁ Θεὸς εἰς ταύτην τὴν ζωὴν· τὴν χάριν τῆς δικαιώσεως, τὴν χάριν τῆς υἱοθεσίας, τῆς διαμονῆς, καὶ τὰς λοιπὰς ἄλλας, τῶν ὁποίων ἕνας καὶ μόνος βαθμὸς εἶναι τιμιώτερος ἀπὸ ὅλες τὶς εὐγένιες, ἀπὸ ὅλες τὶς σοφίες, ἀπὸ ὅλες τὶς ὡραιώτητες, καὶ ἀπὸ ὅλες τὶς δυνάμεις· ἐν συντομίᾳ, ἀπὸ ὅλα ὁμοὺ τὰ χαρίσματα τῆς φύσεως, καὶ τὰ πλέον πολύτιμα καλὰ τοῦ κόσμου, ὡς λέγει ὁ Σολομῶν·
«Ὁ πᾶς χρυσὸς ἐν ὄψει αὐτῆς ψάμμος ὀλίγη» (Σοφ.Σολομ. 7,9).
2η βλάβη εἶναι, ὅτι αὐτὲς σὲ ἔκαναν νὰ χάσεις ὅλην τὴν αἰώνιον μακαριότητα τοῦ Παραδείσου, τὴν τοῦ Θεοῦ ἀπόλαυσιν καὶ θεωρίαν, τὴν θεωρίαν τῆς γλυκυτάτης Θεοτόκου, τῆς Μητρὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ Μητρὸς ὅλων τῶν Χριστιανῶν, τὴν τῶν Ἀγγέλων ἕνωσιν, τὴν τῶν ἁγίων συντροφιάν, τὴν ἀνεκλάλητον χαράν, τὴν οὐράνιον βασιλείαν, τὴν παντοτινὴν ἀνάπαυσιν, τὸ αἰώνιον φῶς καὶ ἁπλῶς ὅλα τὰ ἀγαθὰ ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα οὔτε ὀφθαλμὸς εἶδεν, οὔτε αὐτὶ ἄκουσεν, οὔτε νοῦς ἀνθρώπου ἠμπορεῖ νὰ καταλάβει· καὶ σὲ ἐκατάστησαν νὰ ἀλλάξεις ὅλα ταῦτα μὲ μίαν ὀλίγην, μὲ μίαν πικρᾶν καὶ συγχαμερᾶν ἡδονὴν· καὶ νὰ τὰ ἐξουθενήσεις ὅλα ὡς οὐδέν, καθὼς καὶ ἐκεῖνοι οἱ σκολιοὶ Ἰουδαῖοι, ἐξουθένησαν τὴν ἀντίτυπον τοῦ Παραδείσου Ἱερουσαλήμ. «Καὶ ἐξουδένωσαν γῆν ἐπιθυμητήν» (Ψαλμ. ρε. 24).

ΟΙ 3 ΒΛΑΒΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΞΕΝΕΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΕΟΝ


ΟΙ 3 ΒΛΑΒΕΣ
ΟΙ 3 ΒΛΑΒΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΞΕΝΕΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΕΟΝ
1η βλάβη εἶναι, ὅτι ἐσὺ μὲ τᾶς ἁμαρτίας σου ὕβρισες καὶ ἀτίμασες τὸν Ὕψιστον ἐκεῖνον καὶ μέγαν Θεὸν· ἐσὺ ὁ σκώληξ, ἕναν Παντοδύναμον· ἐσὺ ὁ πηλός, ἕναν Δημιουργόν του παντός· ἐσὺ τὸ οὐδέν, ἕνα ἄπειρον ὂν· ἐπειδὴ καὶ παρέβεις τὸν νόμον τοῦ «Διὰ τῆς παραβάσεως τοῦ νόμου τὸν Θεὸν ἀτιμάζεις» (Ρωμ-2,21).
2η βλάβη εἶναι, ὅτι ἐσὺ μὲ τᾶς ἁμαρτίας σου ἐφάνεις ἀχάριστος δοῦλος καὶ υἱός, εἰς τέτοιον πανάγαθον Δεσπότην καὶ φιλοστοργότατόν σου Πατέρα, ὁ ὁποῖος σὲ ἠγάπησεν ἀπὸ τοῦ αἰῶνος, ὄχι διὰ καμμίαν ἀξιότητα ἐδικήν σου ἀλλὰ διὰ μόνην τὴν ἐδικήν του ἀγαθότητα, καὶ ἀπεφάσισεν εἰς τὴν θεαρχικὴν τοῦ ἰδέαν νὰ σὲ δημιουργήσει ἐκεῖ ὅπου ἐδύνατο νὰ δημιουργήσει ἄλλους ἀντὶ ἐσένα.
Διατὶ ἐσὺ ἐφάνεις ἀχάριστος εἰς τέτοιον Δεσπότην, ὁ ὁποῖος σου ἐχάρισε τόσες εὐεργεσίες, τῆς φύσεως, τῆς χάριτος, κοινᾶς, μερικᾶς, κρυφᾶς, φανερᾶς, καὶ τὸ φοβερώτερον ἀπὸ ὅλα, ὅτι εἰς τὸν ἴδιον καιρὸν ὅπου ἐλάμβανες ὄλας ἐτούτας τᾶς χάριτας, ἐσὺ τὸ ἀχάριστο κτίσμα ἔμπροσθεν εἰς τὰ ὀμμάτιά του, ἐτόλμας καὶ τοῦ ἔδιδες διὰ ἀνταμοιβὴν τᾶς κακίας σου.
3η βλάβη εἰς τὸν Θεὸν εἶναι, ὅτι μὲ τὶς ἁμαρτίες σου ἔκανες μίαν ἀνήκουστον ἀδικίαν καὶ καταφρόνησιν, ἐναντίον εἰς τὴν λύτρωσιν, ὅπου σου ἔκαμεν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ· ἐπειδὴ τὸν ἔβαλες εἰς τὸν σταυρὸν καὶ δευτέραν φορᾶν, κατεπάτησες τὴν ἀγάπην του, ἐβεβήλωσες τὸ Πανάγιον Αἷμα του, ὕβρισες τὴν χάριν τοῦ Πνεύματός του, τοῦ ἄνοιξες τὰς πληγᾶς, τοῦ ἀνακαινούργωσες τὰ ἐπτύσματα, τὰ ραπίσματα, τὸν ἀκάνθινον στέφανον, τᾶς μαστιγώσεις, τὰ καρφιά, τὴν λόγχην, καὶ ὅλα τὰ πάθη καὶ τοὺς ὀνειδισμούς, διατὶ ἔπραξες τὴν ἁμαρτίαν, ἡ ὁποία ἐστάθη ἡ αἰτία τῆς σταυρώσεώς του. «Ἀνασταυρούντας ἐαυτοὶς τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ καὶ παραδειγματίζοντας» λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐν τὴ πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ τοῦ κέφ. 6.
Εξομολογητάριον Αγίου Νικοδήμου σελ. 183-185

ΟΙ 3 ΤΡΟΠΟΙ ΠΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ


3 ΤΡΟΠΟΙ
ΟΙ 3 ΤΡΟΠΟΙ ΠΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ.
Ὁ μέγας Βασίλειος κατὰ τρεῖς τρόπους λέγει, ὅτι συγκοινωνεῖ τινας εἰς τὴν κακίαν τοῦ ἄλλου.
Ἢ κατὰ τὸ ἔργον, ὅταν μὲ τὸν αὐτὸν σκοπὸν συνεργῇ καὶ συμβοηθῇ αὐτὸν εἰς τὸ κακὸν· ἥ κατὰ τὴν γνώμην ὅταν συγκατατεθῇ μὲ τὴν διάθεσιν καὶ τὸν τρόπον τοῦ ἁμαρτάνοντος καὶ συναρέσκεται εἰς αὐτήν. Εἶναι δέ καὶ ἄλλη τρίτη συγκοινωνία, τὴν ὁποίαν οἱ μὲν πολλοὶ δὲν ἠξεύρουν, μαρτυρεῖ δὲ ὅμως ταύτην ἡ ἀκριβολογία τῆς θείας Γραφῆς.
Αὕτη δὲ εἶναι, ὅταν τινὰς καὶ χωρὶς νὰ γένη συνεργός μὲ τὸ ἔργον, καὶ χωρὶς νὰ συγκατατεθῇ εἰς τὴν διάθεσιν τοῦ ἀμαρτάνοντος, γνωρίσῃ δὲ μόνον τὴν κακίαν τῆς γνώμης τοῦ ἁμαρτάνοντος καὶ ἐφησυχάση, ἤτοι σιωπήση, καὶ δὲν ἐλέγξη αὐτόν.

Ὁ τρόπος δὲ οὗτος τῆς συγκοινωνίας δηλοῦται καὶ ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ λό­για τοῦ Θεοῦ. «Ταύτα ἐποίησας καὶ ἐσίγησα, ὐπέλαβες ἀνομίαν, ὅτι ἐσομαί σοι ὅμοιος, ἤτοι συγκοινωνὸς τῆς κακίας σου». Διὸ ταύτην τὴν ὑπόνοιαν ἀναιρῶν ὁ Θεὸς λέγει· «ἐλέγξω σε καὶ παραστήσω κατὰ πρόσωπόν σου τὰς ἁμαρτίας σου.» Ἀλλὰ δὴ καὶ ἀπὸ ἐκεῖνο ὅπου λέγει ὁ Παύλος ἐλέγχωντας τοὺς Κορινθίους διὰ τί ἠσύχασαν, καὶ δὲν ἤλεγξαν τὸν πορνεύσαντα μὲ τὴν μητρυιάν του· «ὑμεῖς πεφυσιωμένοι ἐστὲ, καὶ οὐχὶ μάλλον ἐπενθήσατε, ἵνα ἐξαρθῇ ἐκ μέσου ὑμῶν ὁ τὸ ἔργον τοῦτο ποιήσας κτλ.» (α΄. Κορ. κεφ. ε΄,2).
Διὸ καὶ ὁ Νηστευτὴς ἐν τῷ κε΄ Κανόνι αὐτοῦ λέγει, ὅτι ἡ μοναχὴ ὅπου ἠξεύρει πῶς μοιχεύονται, ἢ φθείρονται οἱ ἄλλαις συναδελφαῖς της Καλογραίαις, καὶ δὲν τὸ φανερώση εἰς τὴν προεστώσαν, νὰ κανονίζεται παρόμοια, καθὼς καὶ αἱ πράττουσαι ταῦτα.
Ἀλλὰ καὶ Ἠλίας ὁ Κρήτης Μητροπολίτης λέγει, ὅτι δὲν πρέπει νὰ δέχωνται οἱ ἱερεῖς τὰς προσφορὰς ἐκεῖνου τοῦ πατρός, μὲ τοῦ ὁποίου τὴν εἴδησιν πορνεύουσιν οἱ ὑπεξούσιοι υἱοί του· ἐπειδὴ δυνάμενος αὐτὸς νὰ τοὺς ἐμποδίση ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν καὶ νὰ τοὺς ὑπανδρεύσει νομίμως, ὅλον τὸ ἐναντίον τοὺς ἀφήνει νὰ ἁμαρτάνουν... (Ὑποσημείωσις κε΄ κανόνος τῆς ἐν Ἀγκύρα τοπ. Συνόδου Πηδάλιον σελ. 383).

ΟΙ 7 ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ


7 ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΙΣ
ΟΙ 7 ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ
εἶναι, ποὶος εἶναι ὁ πράξας, τί ἁμαρτίαν ἔπραξε, διατὶ τὴν ἔπραξε, μὲ ποιὸν τρόπον τὴν ἔπραξε, εἰς ποιὸν καιρὸν τὴν ἔπραξε, εἰς ποιὸν τόπον τὴν ἔπραξε, 7η πόσες φορὲς τὴν ἔπραξε.
Εἰς τὸ ποὶος ἐξεταζόμενον τὸ ἁμάρτημα, γίνεται μεγαλύτερον ἢ μικρότερον· λόγου χάριν, μεγαλήτερον εἶναι τὸ σφάλμα τοῦ Ἀρχιερέως, τοῦ Βασιλέως, τοῦ Ἄρχοντος, διὰ τὸ κακὸ παράδειγμα ὅπου δίδουν εἰς τὸν λαόν, παρὰ τὸ αὐτὸ σφάλμα ἑνὸς ὑπηκόου.
Ὁμοίως ἕνας Καλόγερος, καὶ φιλόσοφος, καὶ γέρων περισσότερον ἁμαρτάνει ἂν καλλωπίζεται, παρὰ ἕνας κοσμικός, ἕνας ἀπαίδευτος, ἕνας νέος καλλωπιζόμενος. Εἰς τὸ ποίος, ἀναφέρεται καὶ ἡ κατάστασις τοῦ προσώπου, μὲ τὸ ὁποῖον ἤμαρτεν ὁ ἐξομολο-γούμενος· ἂν αὐτὸ δηλαδὴ εἶναι ἱερωμένον, ἢ λαϊκόν, καὶ τὰ ὅμοια· ὄχι δὲ καὶ νὰ φανερώνει καὶ τὸ κύριόν του ὄνομα.
Εἰς τό, τί, ἐξεταζόμενον τὸ ἁμάρτημα γίνεται μεγαλήτερον, ἢ μικρότερον· καθότι τὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα εἶναι μεγαλήτερα ἀπὸ τὰ συγγνωστά. Καὶ πάλιν ἀπὸ τὰ θανάσιμα ὁ φόνος εἶναι μεγαλήτερον ἀπὸ τὴν εἰς τὰ κεφαλαιώδη κλεψιάν, καὶ ἀπὸ ὅλα, ἡ ἄρνησις καὶ ἡ ἀσέβεια. Εἰς ταύτην τὴν περίστασίν του, τί, ἀναφέρονται καὶ ἐξετάξονται καὶ τὰ ἁμαρτήματα τῆς ἐλλείψεως, ὅσα δηλαδὴ καλὰ ἐδύνατο νὰ κάνει κανείς, ἢ νὰ πεῖ, ἢ νὰ νοήσει, καὶ δὲν τὰ ἔκανε, ἢ δὲν τὰ εἶπε, ἢ δὲν τὰ ἐνόησε· καὶ ὅσα κακὰ ἐδύνατο νὰ ἐμποδίσει λόγω ἢ ἔργω καὶ δὲν τὰ ἐμπόδισεν. Εἰς ταύτην τὴν περίστασιν ἐξετάζεται τὸ γένος τῆς ἁμαρτίας, ἤτοι ἂν εἶναι ἔργον, ἢ λόγος, ἢ νόημα καὶ λογισμὸς· ὁμοίως καὶ τὸ εἶδος της· δηλαδὴ ποῖον ἔργον· μοιχεία, ἢ πορνεῖα, ἢ φόνος· καὶ ποὶος λόγος· ἀργολογία, ἢ ἐπιορκία, ἢ ψευδομαρτυρία, ἢ βλασφημία· καὶ ποὶος λογισμὸς . ὑπερηφάνεια, ἢ αἵρεσις, ἢ βλασφημία κατὰ νοῦν· καὶ ἢ προσβολή, ἢ συνδιασμός, ἢ συγκατάθεσις, καὶ τὰ ἄλλα.

ΤΑ 7 ΚΑΚΑ ΤΗΣ ΘΑΝΑΣΙΜΟΥ ΑΜΑΡΤΙΑΣ


7 ΚΑΚΑ
ΤΑ 7 ΚΑΚΑ ΤΗΣ ΘΑΝΑΣΙΜΟΥ ΑΜΑΡΤΙΑΣ
1ον κακὸν εἶναι ἡ στέρησις τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, τῆς προκαταρτικῆς, λέγω καὶ δραστικῆς, καὶ δικαιούσης, καὶ ἁπλῶς τῆς διὰ πίστεως γενικῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία εἶναι μαργαρίτης τόσο πολύτιμος ὅπου ἐξόδευσε ὁ Κύριος ὄλον τοῦ τὸ αἷμα, διὰ νὰ σοῦ τὸν ἐξαγοράσει, τὸν ὁποῖον ἐσὺ ταλαίπωρε, ἀλλάζεις μὲ ἕνα οὐδέν, καὶ κάνεις ἀφρονέστερα ἀπὸ ἕνα νήπιον, ὅπου ἀλλάζει ἕνα διαμάντι μὲ ἕνα μόνον καρύδι. Χωρὶς αὐτὴν τὴν χάριν ἡ ψυχή σου, μένει τόσον ἄσχημος, ὅπου δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὴν δεῖ κάποιος, καθὼς εἶναι, καὶ νὰ μὴν ἀποθάνει.

2ον κακόν της θανασίμου ἁμαρτίας εἶναι, τὸ νὰ ὑστερεῖ τὴν ψυχή σου, ἁμαρτωλέ, ἀπὸ τὴν θείαν υἱοθεσίαν, ἡ ὁποία εἶναι μία εἰδικὴ καὶ ξεχωριστῆ δωρεά, καὶ ἕνα τόσον ὑψηλὸν χάρισμα, ὅπου κάνει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον νὰ κατοικεῖ εἰς ἐσὲ μὲ μίαν ἰδιαιτέραν καὶ διαφορετικὴν ἀπὸ ὅλους τους ἄλλους τόπους παρουσίαν του καὶ ἐνέργειαν. Αὐτὴ σὲ κάνει υἱὸν Θεοῦ, καὶ κληρονόμον τῆς βασιλείας του, καὶ αὐτὴ κατασταίνει τὰ ἔργα σου ἄξια τόσου μεγάλου μισθοῦ, ὥστε ὅπου ἡ πλέον μικρά σου πρᾶξις εἶναι τόσης πολλῆς τιμῆς ἄξια, ὅσης εἶναι καὶ ὅλος ὁ Παράδεισος· ἀλλ’ εὐθὺς ὅπου χάσεις αὐτὴν τὴν χάριν τί γίνεσαι; ἀλλοίμονον! υἱὸς τοῦ διαβόλου, παρόμοιος μὲ ἐκεῖνον διὰ τὴν ἁμαρτίαν, καθὼς καὶ ὁ υἱὸς παρομοιάζει μὲ τὸν πατέρα τοῦ διὰ τὴν φύσιν.
3ον κακόν της ἁμαρτίας εἶναι τὸ νὰ σὲ ὑστερεῖ, ἀδελφέ, ἀπὸ τὴν αἰώνιον κληρονομιὰν τοῦ Παραδείσου, τὴν ὁποίαν εἶχεν ἑτοιμασμένην νὰ σοῦ δώσει ὁ οὐράνιος σου Πατήρ. Δὲν δύναται κάποιος νὰ πεῖ πόσον εἶναι μωρός, πόσον καταγελᾶται ἀπὸ ὅλους ἕνας, ὅπου ἤθελε πωλήσει τὰ πρωτοτόκιά του, καὶ τὴν κληρονομίαν τοῦ διὰ ἕνα ὀλίγον, ὡς ὁ Ἠσαὺ τὰ ἐπώλησε διὰ ὀλίγην φακήν. Σύγκρινε τώρα ἐσὺ ἁμαρτωλέ, τὸν οὐρανὸν μὲ τὴν γῆν, τὴν κληρονομίαν τῆς ἀφθάρτου βασιλείας, ὅπου ἔχασες, μὲ τὰ πρωτοτόκια τοῦ Ἠσαύ, καὶ μὲ τὴν ἐπίγειον κληρονομίαν τῆς φθαρτῆς βασιλείας, καὶ θὰ καταλάβεις, πόσον ἀξιογελαστότερος & μωρότερος εἶσαι.

ΟΙ 3 ΒΑΘΜΟΙ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΩΝ


3 ΒΑΘΜΟΙ
ΟΙ 3 ΒΑΘΜΟΙ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΩΝ
1) ΘΑΝΑΣΙΜΑ. 2) ΣΥΓΓΝΩΣΤΑ. 3) ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΕΩΣ. 
1) Θανάσιμα εἶναι τὰ προαιρετικά ἐκείνα ἁμαρτήματα, ὄπου φθεῖρουν, ἢ τὴν πρὸς Θεὸν ἀγάπην μόνην, ἢ τὴν πρὸς τὸν πλησίον ὁμοῦ καὶ τὴν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ ἀποκατασταίνουν ἐκείνον ὄπου τὰ κάνει, ἐχθρὸν τοῦ Θεοῦ, καὶ ἔνοχον εἰς τὸν αἰώνιον θάνατον τῆς κολάσεως.
Ταύτα τὰ καθολικώτερα εἶναι : Ἡ ὑπερηφάνια, ἡ φιλαργυρία, ἡ πορνεία, ὁ φθόνος, ἡ γαστριμαργία, ὁ θυμὸς καὶ ἡ ακηδία ἤτοι ἀμέλεια. 
Τῆς μὲν ὑπερηφανίας ἐνέργειαι καὶ ἀποτελέσματα εἶναι ταύτα : Κενοδοξία, καύχησις, οἴησις, φιλοτιμία, ἀνυποταξία, καταγέλασις, ὑπόκρισις, τὸ πεῖσμα καὶ ἄλλα.
Τῆς δὲ φιλαργυρίας ταῦτα : Πλεονεξία, ἀνελεημοσύνη, σκληρότης τῆς καρδίας, κλεψιά, ἀρπαγή, ψεύδος, ἀδικία, δολιότης, ἐπιορκία, σιμωνία, ἰεροσυλία, ἀπιστία, καὶ τὸ διάφορον τῶν ἄσπρων. Τῆς πορνεῖας ταύτα : Μοιχεία, ἀρσενοκοιτία, κτηνοβατία, αἰμομιξία, παιδοφθορία, παρθενοφθορία, συγκυλισμός, μαλακία, ἀναίδεια, τύφλωσις τοῦ νοός καὶ ἀθεοφοβία. Τοῦ φθόνου ταύτα : Ἐπιβουλή, ἔχθρα, χαιρεκακία, φιλονεικία, καταλαλιά, ἀπάτη, προδοσία, φόνος, ἀχαριστία, λύπη ἐπὶ τοῖς καλοῖς τοῦ φθόνουμένου. Τῆς γαστρίμαργίας ταύτα : Λαιμαργία, μέθη, ἀσωτεία, καρηβαρία, λαγνεία, ἀκηδία καὶ ἄλλα. Τοῦ θυμοῦ ταύτα : Βλασφημία, μίσος, μνησικακία, φιλονεικία, ἐπιορκία, κατάρα, ὔβρις, μάχη, διαπληκτισμός καὶ φόνος. Τῆς ἀκηδίας ταύτα : Μικροψυχία, θηλυπρέπεια, λύπη καὶ ἀγανάκτησις διὰ τὸ καλό ποὺ ἔχει νὰ κάνει, προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις, ἀπόγνωσις, ἀπιστία καὶ νοθρώτης καὶ ἔλειψις τῶν καλῶν ὄπου ἐδύνατο νὰ πράξει. Σημείωσε δέ καὶ τούτο, ὅτι τὰ θανάσιμα ταύτα νοούνται ὡσάν πάθη τινὰ καὶ ἔξεις ἐριζωμέναι εἰς τὴν ψυχήν, ἀφ’ ὥν βλαστάνουν τὰ ἀνωτέρω ἀποτελέσματα. Καὶ ὅτι, ἄλλα ἐξ, αὐτῶν εἶναι μεγαλύτερα, καὶ ἄλλα μικρότερα· ἄλλα εἶναι αἴτια τῶν ἄλλων, καὶ ἄλλα αἰτιατά, ὡς εἶδες, ὅτι ἀπὸ τὴν γαστριμαργία γεννάται ἡ λαγνεία, καὶ ἡ ἀκηδία· καὶ ὅτι ἄλλα ἐξ αὐτῶν γεννοῦν διάφορα ἀποτελέσματα, καὶ ἄλλα γεννοῦν τὰ αὐτά, καθῶς ὁ φθόνος καὶ ὁ θυμὸς γεννοῦν τὸν φόνο καὶ τὴν φιλονεικία. (Ἐξομολογητάριον Ἀγ.Νικοδήμου – σελ.15)

2) Συγγνωστὰ δὲ εἶναι ἐκείνα τὰ προαιρετικά ἁμαρτήματα, ὅπου δὲν φθεῖρουν τὴν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ τὸν πλησίον ἀγάπην, μηδὲ κατασταίνουν τὸν ἄνθρωπον ἐχθρὸν τοῦ Θεοῦ καὶ ἔνοχον εἰς τὸν αἰώνιον θάνατον, εἰς τὰ ὁποία εἶναι ὑποκείμενοι καὶ αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι, κατὰ τὸ ρητὸν τοῦ ἀδελφοθέου ''Πολλὰ γὰρ πταίομεν ἄπαντες'' ( Ἰάκ-3,2). Καὶ τὸ τοῦ Ἰωάννου «Ἐὰν εἴπωμεν, ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἐαυτοὺς πλανώμεν» (Α΄-Ἰωάν. 1,8) καὶ κατὰ τὸν ρκέ, ρκστ', ρκζ', κανόνα τῆς ἐν Καθαργενή. Ταύτα δέ εἶναι κατὰ τὸν Κορέσιον καὶ τὸν Χρύσανθον, ὁ ἀργὸς λόγος, ἡ πρώτη κίνησις καὶ ταραχή τοῦ θυμοῦ, ἡ πρώτη κίνησις τῆς ἐπιθυμίας, ἡ πρώτη κίνησις τοῦ μίσους, τὸ παιγνιώδες ψεύδος, ὁ κατὰ πάροδον φθόνος, ἤτοι ὁ κοινῶς λεγόμενος ζῆλος, ὅστις εἶναι λύπη μικρὰ διὰ τὰ καλὰ τοῦ πλησίον, καὶ τὰ ὅμοια. Συγγνωστὰ δὲ γίνονται τὰ ἀνήκοντα εἰς τὸ σῶμα θανάσιμα ἀμαρτήματα, ὄταν ἔλθουν εἰς μόνην τὴν διάνοιαν καὶ τὸν λόγον· δηλ. ἡ θανάσιμος πορνεία, ὅταν συλληφθή ἐν τῆ ἐπιθυμία καὶ διανοία ἢ καὶ λαληθεῖ δι’ αἰσχρολογίας εἶναι συγγνωστή· διὸ καὶ ὁ Ἀδελφόθεος εἶπεν ''Η ἐπιθυμία συλλαβούσα, τίκτει ἁμαρτίαν, (συγγνωστὴν δηλαδὴ) ἡ δὲ ἁμαρτία ἀποτελεσθείσα (διὰ τοῦ σῶματος καὶ τοῦ ἔργου) ἀποκυεῖ θάνατον''. Ὁμοίως καὶ ἡ τῷ λόγῳ ἀνήκουσα θανάσιμος ἐὰν γίνει μόνον μὲ τὸν νοῦν, εἶναι συγγνωστὴ· δηλ. ἡ θανάσιμος βλασφημία, ὅταν γίνεται ἐν μόνω τὸ νοῒ ἁκουσίως, εἶναι συγγνωστή. Καὶ ἀπλῶς εἰπεῖν, τὰ γινόμενα θανάσιμα εἰς τὰ κατώτερα καὶ χονδρότερα μέρη, ὅταν γίνονται εἰς τὰ ἀνώτερα καὶ λεπτότερα μέρη, εἶναι συγγνωστά. (Ἐξομολογητάριον Ἀγ.Νικοδήμου – σελ.17)

Ἡ μέλλουσα ζωή.Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος: Η μέλλουσα ζωή



Κυριακή, 26 Αὐγούστου 2018: Ἡ μέλλουσα ζωή
ΓΡΑΠΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ 2018
Στό δωδέκατο (12ο) ἄρθρο τοῦ «Συμβόλου τῆς Πίστεως», πού εἶναι καί τό τελευταῖο ἄρθρο, ὁμολογοῦμε τήν πίστη μας στόν μέλλοντα αἰώνα. Ὁμολογοῦμε: «Καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, Ἀμήν», δηλαδή προσδοκοῦμε τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί τήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Μέ ἄλλα λόγια, ὁμολογοῦμε ὅτι ἀναμένουμε τήν ἡμέρα πού θά ἀναστηθοῦν τά σώματά μας, θά δοῦμε τόν Χριστό, θά γίνη ἡ κρίση τῶν ἀνθρώπων καί θά ἀρχίση ἡ μέλλουσα ζωή.
Εἶναι μεγαλειῶδες νά ἀπαγγέλλουμε στό «Σύμβολον τῆς Πίστεως» τήν πίστη μας στήν μέλλουσα ζωή ἐνῶ ἀκόμη ζοῦμε. Ὅταν αὐτό τό πιστεύουμε ἐνσυνειδήτως, τότε στήν πραγματικότητα ὑπερβαίνουμε τήν παροῦσα ζωή, ὑπερβαίνουμε τόν θάνατο, ἔχουμε τήν ἀπόλυτη βεβαιότητα στόν Χριστό, ἐπιθυμοῦμε νά Τόν συναντήσουμε καί θέλουμε νά συμμετάσχουμε στήν αἰώνια ζωή μέσα στήν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Αὐτά δείχνουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι τοῦ παρόντος αἰῶνος, δέν εἶναι ἕνα φιλανθρωπικό σωματεῖο, δέν εἶναι μιά κοινωνική ὀργάνωση καί μιά Φιλοσοφική Σχολή, ἀλλά εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού ἑτοιμάζει τόν ἄνθρωπο γιά τήν μέλλουσα ζωή, καί ταυτόχρονα τόν κάνει ἀπό τώρα νά προγεύεται τῆς δόξης τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἡ πίστη στόν μέλλοντα αἰώνα φανερώνει ὅτι ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου δέν ἐξαντλεῖται σέ αὐτήν τήν ζωή. Ἐπίσης φανερώνει ὅτι καί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου μετά τήν ἔξοδό της ἀπό τό σῶμα, μέ τόν σωματικό θάνατο, δέν ἐξαφανίζεται. Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό γιά νά εἶναι ἀθάνατος. Βέβαια, αὐτή ἡ ἀθανασία εἶναι κατά Χάρη καί δέν εἶναι κατά φύση, ἀφοῦ ἀθάνατος κατά φύση εἶναι μόνον ὁ Θεός, ἐνῶ ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι κατά Χάρη ἀθάνατη. Ἐπίσης, αὐτό δείχνει ὅτι στόν μέλλοντα αἰώνα θά συμμετάσχη καί τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ὁπότε δέν ἰσχύει ἡ ἄποψη τῆς φιλοσοφίας ὅτι τό σῶμα εἶναι ἡ φυλακή τῆς ψυχῆς. Καί οὔτε ἰσχύει ὅτι, ὅταν ἡ ψυχή ἐξέρχεται ἀπό τό σῶμα, ἐπανέρχεται δῆθεν στόν κόσμο τῶν ἰδεῶν, καί τό σῶμα ἐξαφανίζεται.
Ἡ μέλλουσα ζωή ἔχει δύο τρόπους μετοχῆς. Εἶναι ἡ ζωή μέ τήν μέθεξη τοῦ Φωτός τοῦ Θεοῦ, πού θά ἀπολαύσουν οἱ δίκαιοι, καί εἶναι ἡ ζωή μέ τήν μέθεξη τοῦ πυρός τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι ἕνα κρίσιμο θέμα, τό ὁποῖο ἀναπτύσσουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τό εἴδαμε στήν ἀνάλυση ἑνός ἄλλου ἄρθρου τοῦ «Συμβόλου τῆς Πίστεως».
Αὐτό τό βλέπουμε στήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ γιά τήν μέλλουσα κρίση. Ὅπως εἶπε ὁ Χριστός, θά ἔλθη κατά τήν Δευτέρα Παρουσία Του, θά συγκεντρωθοῦν ἐνώπιόν Του ὅλα τά ἔθνη, θά χωρισθοῦν μεταξύ τους, ὅλοι θά Τόν δοῦν καί θά συνομιλήσουν μαζί Του, ἀλλά οἱ δίκαιοι θά ζήσουν τήν αἰώνια ζωή, ἐνῶ οἱ ἁμαρτωλοί θά καταδικασθοῦν. «Καί ἀπελεύσονται οὗτοι (ἁμαρτωλοί) εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δέ δίκαιοι εἰς ζωήν αἰώνιον (Ματθ, κε΄, 46).
Τήν διδασκαλία αὐτήν τήν παρουσιάζει μέ θαυμαστό τρόπο ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Στήν ἁγιογραφία αὐτή ὁ Χριστός βρίσκεται στόν θρόνο, ἀπό τόν ὁποῖο ἐξέρχεται τό Φῶς πού φωτίζει τούς δικαίους, καί αὐτό εἶναι ὁ Παράδεισος, καί ἀπό τόν ἴδιο θρόνο τοῦ Θεοῦ ἐξέρχεται ὁ πύρινος ποταμός, μέσα στόν ὁποῖο εἶναι οἱ ἀμετανόητοι ἁμαρτωλοί, πού εἶναι ἡ κόλαση.

Ἡ ἀθανασία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ Θεός Ἰουστίνος Πόποβιτς


Ἡ ἀθανασία τοῦ ἀνθρώπου ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν σύλληψή του μέσα στὴν κοιλία τῆς μητέρας του. Καὶ πότε ἀρχίζει ὁ παράδεισος καὶ ἡ κόλαση τοῦ ἀνθρώπου; Ἀπὸ τὴν ἐλεύθερη ἐπιλογὴ γιὰ τὸ θεϊκὸ ἀγαθὸ ἤ γιὰ τὸ δαιμονικὸ κακό, γιὰ τὸν Θεὸ ἤ γιὰ τὸν διάβολο. Καὶ ὁ παράδεισος μὰ καὶ ἡ κόλαση τοῦ ἀνθρώπου ἀρχίζουν ἐδῶ ἀπὸ τὴν γῆ γιὰ νὰ συνεχιστοῦν αἰώνια στὴν ἄλλη ζωή.
Τὶ εἶναι ὁ παράδεισος; Εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Ἄμα ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ἐντός του τὸν Θεό, εἶναι ἤδη στὸν παράδεισο, γιατὶ ὅπου εἶναι ὁ Θεὸς ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ καὶ ὁ παράδεισος.
Ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Θεὸς Λόγος κατέβηκε στὴν γῆ καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, ὁ παράδεισος ἔγινε ἡ ἀμεσότερη πραγματικότητα γιὰ τὴν γῆ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ἐπειδή, ὅπου εἶναι ὁ Χριστὸς ἐκεῖ καὶ ὁ παράδεισος.
Κάθε πρᾶγμα σὲ αὐτὸ τὸν κόσμο εἶναι ἕνα κάδρο στὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς ἔχει κορνιζώσει καὶ ἀπὸ μία σκέψη του. Ὅλα τὰ πράγματα μαζί, συναποτελοῦν τὸ πολύχρωμο μωσαϊκὸ τῶν σκέψεων τοῦ Θεοῦ.
Βαδίζοντας ἀπὸ πρᾶγμα σὲ πρᾶγμα, διαβαίνουμε ἀπὸ τὴν μιὰ σκέψη τοῦ Θεοῦ στὴν ἄλλη, ἀπὸ τὴν μιὰ ἁγιογραφία τοῦ Θεοῦ στὴν ἑπόμενη.
Βαδίζοντας ἀπὸ ἄνθρωπο σὲ ἄνθρωπο, προχωροῦμε ἀπὸ τὴν μιὰ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στὴν ἄλλη. Ἐνῶ ὁ Θεὸς στὰ πράγματα ἔχει κορνιζώσει τὶς σκέψεις Του, στὸν ἄνθρωπο κορνίζωσε τὴν μορφή του, τὴν δική του εἰκόνα.
«Ὅτι ἐν πλήθει σοφίας πλῆθος γνώσεως καὶ ὁ προστιθεὶς γνῶσιν προσθήσει ἄλγημα» (Ἐκκλ. 1, 18). Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερο βάσανο ἀπὸ τὴν σκέψη τὴν ἴδια. Δὲν εἶναι κόλαση μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν σκέψη ἡ ὁποία εἶναι πλήρως ἀποκομμένη ἀπὸ τὸν Πλάστη καὶ Θεὸ κάθε σκέψης, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Θεὸ Λόγο. Ἡ ἀνθρώπινη σκέψη χωρὶς τὸν Κύριο καὶ Χριστὸ δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίσει μήτε τὸν ἑαυτό της μήτε καὶ τὸν κόσμο γύρω της.
Σοφία εἶναι τὸ νὰ ζεῖ κανεὶς μὲ εὐαγγελικὴ «εὐταξία», μὲ εὐαγγελικὴ «ἀκρίβεια». Ἀφροσύνη πάλι εἶναι τὸ νὰ ζεῖ κάποιος διασκεδάζοντας ἀτάκτως, ἀναλώνοντας τὴν ψυχή του σὲ ἁμαρτίες καὶ πάθη.
Σοφὸς ἐκεῖνος ποὺ χτίζει τὸ οἰκοδόμημα τῆς ψυχῆς του στὴν τήρηση τῶν ἱερῶν έντολῶν τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἄφρων εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πράττει τὸ ἀντίθετο.

Ἀρχιμανδρίτης Γρηγόριος Κωνσταντίνου - Ὁ φόβος τοῦ θανάτου στὸν ἄνθρωπο καὶ ἡ ἀθανασία τῆς ψυχῆς



Ὅταν ὁ Θεὸς ἀποφάσισε νὰ δώσει ζωὴ στὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν καταστήσει κορωνίδα τῆς δημιουργίας, σίγουρα εἶχε μεγάλα σχέδια γι᾿ αὐτόν. Ἀπόδειξη ὅτι δὲν χρησιμοποίησε ἁπλῶς καὶ μόνο ἕνα ὑλικὸ στοιχεῖο γιὰ τὴ δημιουργία του ἀλλὰ κι ἕνα «κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ Του». Ἡ Γένεσις μᾶς δίνει πολὺ παραστατικὰ τὴν εἰκόνα αὐτή: «καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τὸν Ἄνθρωπον χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸν πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν» (Γέν. β´ 7).

Τὸ δῶρο τῆς ζωῆς δόθηκε στὸν ἄνθρωπο ἀκέραιο χωρὶς μικρότητες καὶ ὑπολογισμούς. Ὁ Θεὸς ποὺ δημιούργησε τέλεια ὅλα τὰ πλάσματά του, ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο τὴν ἀθανασία καὶ τὴν αἰωνιότητα. Καὶ ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἐκπληροῦσε τὸ σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο τάχτηκε ἀπ᾿ τὸν Δημιουργό του, μποροῦσε ν᾿ ἀπολαμβάνει ὅλα τ΄ ἀγαθὰ ποὺ εἶχαν φτιαχτεῖ γι᾿ αὐτόν.

Ἦταν λοιπὸν τέλεια κάτοχος ὅλων τῶν ἀγαθῶν καὶ τῆς ζωῆς. Ἄλλωστε ἡ προειδοποιητικὴ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ «ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γέν. β´ 17), δὲν εἶναι παρὰ ἡ ἐπιβεβαίωση ὅτι ὁ ἄνθρωπος μετεῖχε τῆς Ἀθανασίας καὶ ἡ τυχὸν παρέκκλισή του ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, θὰ τιμωροῦνταν μὲ τὴ στέρησή της.

 Πράγματι ἡ παρακοὴ τῶν πρωτοπλάστων στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἄλλαξε τὴν πορεία τῆς ζωῆς τους. Πρώτη καὶ ἄμεση συνέπεια αὐτῆς τῆς ἠθικῆς παρεκτροπῆς ὑπῆρξε ὁ φόβος καὶ ἡ γνώση. Πολὺ χαρακτηριστικὰ ἡ Π.Δ. μᾶς παρουσιάζει τὴ σκηνή: οἱ Πρωτόπλαστοι κρυμμένοι καὶ ἡ βροντερὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ τοὺς καταδιώκει. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἀδὰμ βγαίνει μετὰ ἀπὸ πολλοὺς φόβους καὶ δισταγμούς: «τῆς φωνῆς σου ἤκουσα καὶ ἐφοβήθην, ὅτι γυμνός εἰμι καὶ ἐκρύβην» (Γέν. γ´ 10).

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ «Ὅν ἔγραψε Μωυσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν Ἰησοῦν… τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ»

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ
«Ὅν ἔγραψε Μωυσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται,
εὑρήκαμεν Ἰησοῦν… τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ»
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
Η αναστήλωση των Εικόνων, 17ος αιώνας Ὁ ἄνθρωπος, λογικὸ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, πλασμένο «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσή» Του, ἔχει ἔμφυτο τὸν πόθο νὰ γνωρίσει βαθειά, προσωπικὰ τὸν Θεὸ καὶ πλάστη του, ἔστω καὶ ἂν ἡ ἁμαρτία τῶν Πρωτοπλάστων καὶ οἱ προσωπικές του ἁμαρτίες ἀλλοίωσαν μέσα του τὴ θεϊκὴ εἰκόνα. Μόνο κοντὰ στὸν Θεὸ ὁ ἄνθρωπος βρίσκει ἀνάπαυση, γαληνεύει, εἰρηνεύει, φωτίζεται. Καί,  ὅπως ὡραιότατα τὸ ἐκφράζει ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, «Ὦ, Κύριε, ἡ ψυχή μας εἶναι ἀνήσυχη, μέχρις ὅτου νὰ εὕρει ἀνάπαυση σ’ ἐσένα».
Ὁ πόθος τοῦτος συγκλόνιζε φαίνεται καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ ἁγνοῦ ἐκείνου νεαροῦ Ἰουδαίου Φιλίππου, τοῦ μετέπειτα ἀποστόλου, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Ἀναζητοῦσε τὸν Θεό, ἀνέμενε τὸν Μεσσία, μελετοῦσε τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο καὶ τοὺς Προφῆτες. Καὶ ἀξιώθηκε τὴν ἡμέρα ἐκείνη νὰ τὸν γνωρίσει, νὰ τὸν συναντήσει προσωπικά. Ἀξιώθηκε νὰ συναντηθεῖ μὲ τὸν σαρκωμένο Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐκεῖ σὲ κάποια ἀκρογιαλιὰ τῆς λίμνης τῆς Τιβεριάδας. Καί, τόση χάρη καὶ χαρὰ ἔλαβε, ποὺ ἔτρεξε νὰ τὴ γνωστοποιήσει, νὰ τὴ μοιραστεῖ μὲ τὸν ἀγαπητό του φίλο Ναθαναήλ.
Ἀσφαλῶς κι ἐμεῖς, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, κι ἂν ἔχουμε βαπτισθεῖ, καὶ φέρουμε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστιανοῦ, θέλουμε νὰ γνωρίσουμε βαθύτερα τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Ἀλλὰ τοῦτο ἀπαιτεῖ ἀγῶνα ἐφ’ ὅρου ζωῆς. Πῶς ὅμως μποροῦμε νὰ ἀποκτήσουμε αὐτὴ τὴ βαθύτερη, τὴν προσωπικὴ γνωριμία καὶ γνώση τοῦ Χριστοῦ; Ζῶντας ἀληθινὰ καὶ οὐσιαστικὰ μέσα στὴν Ἐκκλησία, ποὺ ὁρίζεται καὶ εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, παρατεινόμενο στοὺς αἰῶνες. Ἐκτὸς Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει γνώση ἀληθινὴ τοῦ Θεοῦ, οὔτε σωτηρία. Στὴν Ἐκκλησία ἐντασσόμαστε βεβαίως μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα καὶ λαμβάνουμε τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μὲ τὸ ἅγιο Μύρο. Ἀλλὰ χρειάζεται στὴ συνέχεια, γιὰ νὰ παραμείνουμε ζωντανὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, νὰ ἔχουμε Ὀρθοδοξία καὶ ὀρθοπραξία. Ὀρθοδοξία σημαίνει νὰ ἔχουμε, νὰ κρατοῦμε ὀρθὴ τὴ δόξα, δηλαδὴ ὀρθὴ πίστη στὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸν σαρκωθέντα Χριστὸ καὶ σ’ ὅλα τὰ δόγματα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Καὶ ὀρθοπραξία: Νὰ ἔχουμε ἔργα ὀρθά, σύμφωνα μὲ τὸν Νόμο, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νὰ προσευχόμαστε ὅπως θέλει ἡ Ἐκκλησία, νὰ λατρεύουμε τὸν Θεὸ μὲ τὴν ὀρθόδοξη λατρεία, νὰ μετέχουμε ἐνσυνείδητα στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας. Χριστιανὸς ἀλειτούργητος, ἀνεξομολόγητος καὶ ἀκοινώνητος εἶναι στὴν οὐσία ἀποκομμένος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Εἶναι πνευματικὰ νεκρός! Ἀκόμη, τὸν Θεὸ γνωρίζουμε μελετῶντας τὸν ἀθάνατο λόγο Του, τὴν Ἁγία Γραφή, τὸ βιβλίο, μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτει τὸ πρόσωπό Του. Τὸ βιβλίο, ποὺ μᾶς φανερώνει καὶ ἐξιστορεῖ τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸν Θεό, τὴ δημιουργία, καὶ ὅ,τι ἔκανε ὁ Θεὸς γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἀγνοοῦμε πολλοὶ τὸν Χριστό, γιατὶ δὲν μελετοῦμε τὸν λόγο Του. Ἁμαρτάνουμε ἀπὸ ἄγνοια τοῦ θελήματός Του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει κάπου: «Μεγάλη ἀσφάλεια γιὰ νὰ μὴ ἁμαρτάνουμε ἡ ἀνάγνωση τῶν Γραφῶνἀντίθετα, μέγας κρημνὸς καὶ βαθὺ βάραθρο ἡ ἄγνοια τῶν Γραφῶν.»

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

anastylosisΜέ λαμπρότητα ἑορτάστηκε στήν Ἱερά Μονή τοῦ Ταξιάρχου μας ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, σήμερα Α΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν 5η Μαρτίου. Ἀφοῦ ἐτελέσθη πανηγυρικῶς ὁ Ὄρθρος τῆς ἑορτῆς μέ τά θεόπνευστα ὑμνογραφήματα τῶν Ἁγίων Πατέρων πού ἀπέδωσαν μελωδικότατα οἱ Ἱεροψάλτες μας καί ἡ Θεία Λειτουργία ἀπό τόν Ἡγουμ. π. Ἱερόθεο, ἔλαβε χώρα ἡ λιτάνευσις τῶν ἱ. Εἰκόνων. Ἐπικεφαλῆς ὁ ἄξιος Λειτουργός μέ τό ἱερό Εὐαγγέλιον ἀνά χεῖρας καί ἀκολουθώντας ὁ πιστός Λαός τοῦ Θεοῦ, πραγματοποιήθηκε πέριξ τοῦ Καθολικοῦ τοῦ Ταξιάρχου ἡ λιτανεία τῶν ἱ. Εικόνων, τῶν κωδώνων χαρμοσύνως ἠχούντων, πού ἔληξε μέ τήν ἀνάγνωση τοῦ Μεγάλου Συνοδικοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν εὐλόγηση τῶν ἄρτων.

Γιά τήν ἰδιαίτερη αὐτή ἑορτή, παραθέτουμε τά κάτωθι ψυχωφελῆ στοιχεῖα, τά ὁποῖα προέρχονται ἀπό τήν γραφίδα τοῦ σεβαστοῦ μας Πρωτοπρ. Γεωργίου Χρ. Εὐθυμίου, τ. Ἐπικούρου Καθηγητοῦ Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ε.Κ.Π.Α. δημοσιευθέντα εἰς τό Χριστιανικό περιοδικόν «Καινή Κτίσις».
«Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας καλεῖται ἡ πρώτη Κυριακή τῶν Νηστειῶν τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Κατ' αὐτήν ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία πανηγυρίζει τήν νίκην καί τόν θρίαμβον τῆς Ὀρθοδοξίας κατά πασῶν τῶν αἱρέσεων.
Ἀφορμήν τοῦ ἑορτασμοῦ αὐτοῦ ἀπετέλεσεν ἡ ἀναστήλωσις τῶν ἁγίων εἰκόνων, ἡ ἀποφασισθεῖσα ἀπό τήν ἐνδημοῦσαν σύνοδον, ἡ ὁποία συνεκλήθη ἀπό τήν αὐτοκράτειρα Θεοδώραν εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν τήν 11ην Μαρτίου τοῦ 843, τῆς ὁποίας προήδρευσεν ὁ ὁμολογητής πατριάρχης Μεθόδιος.
Διά τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς ἐτέθη τέρμα εἰς τήν εἰκονομαχίαν, ἡ ὁποία ἄρχισε τό 726 μέ τό σχετικόν διάταγμα τοῦ Λέοντος Γ΄ τοῦ Ἰσαύρου καί ἐταλαιπώρησε τήν Ἐκκλησίαν μέχρι τό 843, μέ διακοπήν μεταξύ τῶν ἐτῶν 780 καί 813.

Μήνυμα ἐπί τῇ πανσέπτῳ Κοιμήσει καί Μεταστάσει τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου



Μήνυμα ἐπί τῇ πανσέπτῳ Κοιμήσει καί Μεταστάσει
τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
«Νῦν ἡ Παρθένος καὶ τῷ σώματι μεθίσταται μέν ἡμῶν, οὐκ ἀφίσταται δέ·
φρουρεῖ δ’ ἄνωθεν ἐποπτεύουσα δι΄ αἰῶνος» 
(Νικηφόρος Χοῦμνος).

Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Ἐκπλήττει τόν ἀνθρώπινον νοῦν ἡ ὑπερβολή τῶν θαυμάτων τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ ! Ἡ ἱερά Μετάσταση τῆς Παναχράντου Θεοτόκου, τήν ὁποίαν σήμερον πανηγυρίζουμε, γίνεται καί πάλιν ἀφορμή ἐμβαθύνσεώς μας στά μυστήρια τῆς θείας Προνοίας καί ἀγαθότητος ! Διότι στήν συνεργία τῆς Θεοτόκου πρός τήν θεία Θέληση γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, φανερώνεται κατ’ ἐξοχήν τό ὕψος τῆς συμμετοχῆς τοῦ ἀνθρώπου στήν θεία Οἰκονομία, συμμετοχῆς πού ἐνεργοποιεῖ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ στήν ἀνθρώπινη ἱστορία· ἡ ὑπακοή τῆς Θεοτόκου στό θεῖον θέλημα τῆς Ἐνανθρωπήσεως, ἐκφρασμένη ἐν χρόνῳ, «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου» (Λουκ. 1, 38), «διανοίγει» τήν ὁδό τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Παντοκράτορος Λόγου καί «καθορίζει» ἐν χρόνῳ λοιπόν, ὅσον ἐπ΄ Αὐτῇ, τήν προαιώνια, τήν ἐκτός χρόνου, καί τελικῶς ἐκφρασμένη στίς προηγηθεῖσες Προφητεῖες, θεία εὐδοκία καί θέληση τῆς Σαρκώσεως. Λοιπόν, καί ὁ Θεάνθρωπος, κατέρχεται σήμερον γιά νά παραλάβει πρῶτα τήν ψυχή καί ἀργότερα καί τό πανάχραντον σῶμα τῆς Θεοτόκου, «τῇ Μητρί κατάχρεως ἀποτιννὺς τὰ ὀφειλόμενα θρέπτρα», ἀνταποδίδοντας δηλαδή καί ἀμείβοντας τήν πρός Αὐτόν ὑπακοή καί μητρική φροντίδα τῆς Παναγίας μας, φροντίδα πού συμπεριέλαβε καί τήν σωτηρία ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Διά τῆς Κοιμήσεως, Ἀναστάσεως καί ἐν Σώματι μεταστάσεώς της ἡ Παναγία μας ἀποβάλλει τήν θνητότητα καί τό βάρος τοῦ πρίν φθαρτοῦ Της σώματος, καί εἰσέρχεται στήν αἰώνιο ζωή, ἀπολαύουσα τῆς θεώσεως τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός Της, τοῦ ἀφθάρτου τώρα καί ὑπερλάμπρου, ὅπως ὁ χρυσός ἀποβάλλει στό πεπυρωμένο χυτήριο τίς ἀνάξιές του προσμείξεις· «Ἔδει γὰρ καθάπερ χρυσὸν ἀποβαλοῦσαν τὸ γεῶδες καὶ ἀλαμπὲς τῆς θνητότητος πάχος, ὡς ἐν χωνεύσει τῷ θανάτῳ τὴν σάρκα ἄφθαρτον καὶ καθαράν, τῷ φέγγει τῆς ἀφθαρσίας ἐκλάμπουσαν, ἐξαναστῆναι τοῦ μνήματος», κατά τόν ἅγιον Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό. Ὅμως ἡ μετάστασή Της αὐτή δέν σημαίνει καί ἀπομάκρυνσή Της ἀπό τούς προσφιλεῖς ὁμοιοπαθεῖς Της ἀνθρώπους· ἡ Παρθένος σωματικῶς «μεθίσταται μέν, οὐκ ἀφίσταται δέ», ἀλλά αἰωνίως μᾶς φρουρεῖ καί ἐποπτεύει ἀπό τόν Οὐρανό.
Διά τῶν μακρῶν αἰώνων τῆς ὑπάρξεώς του τό Γένος τῶν Χριστιανῶν καί ἰδίως οἱ Ἕλληνες Ρωμηοί, ἔχουμε ἀποθησαυρίσει ἁπτά καί πολυπληθῆ τά τεκμήρια τῆς θείας προστασίας τῆς κατά σάρκα Μητρός τοῦ Θεοῦ. Καθώς λέγει χαρακτηριστικῶς ὁ σοφώτατος ἀξιωματοῦχος Νικηφόρος (Μοναχός Ναθαναήλ) Χοῦμνος († 1327), δέν ἐπαρκεῖ γιά δοξολόγηση τῶν εὐεργεσιῶν Της οὔτε καί ἡ συνδρομή ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί τῶν ἀγγέλων· «οὐ γὰρ ἀνθρώπους μόνον καὶ τὴν καθ’ ἡμᾶς πᾶσαν λογικὴν φύσιν, ἀλλὰ καὶ τὰς ἐπουρανίους δυνάμεις ὑπερβαῖνον ἐκπλήττει τῶν θαυμασίων τῶνδε τὸ μέγεθος, ὑπὲρ ἡμῶν ἀπείρων ὅσων καταπραχθέντων καὶ νῦν ἐνεργουμένων». Καί αὐτό δέν εἶναι παράδοξον: ἐάν «πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη» ( Ἰακ. 5, 16), πόσο περισσότερο δέν εἶναι ἀποτελεσματική ἡ μητρική πρεσβεία Ἐκείνης, τῆς Ὁποίας ἡ πνευματική ἀξία καί καταλληλότητα εἵλκυσε τό τέλειον θέλημα, τήν εὐδοκία τοῦ Θεοῦ, διότι ἦταν «καθαρὰ καὶ ἄμωμος, καὶ τί δ’ ἄλλο ἢ τοῦ κατελθόντος ἀξία»; Οἱ δέ εὐεργεσίες Της αὐτές εἶναι ἀποδείξεις τῆς πολλῆς κηδεμονίας Της, ἐφ΄ ὅσον πολλές φορές μᾶς εὐεργετεῖ πρό τῆς αἰτήσεως, «χορηγεῖ προκαταλαμβάνουσα τὰς αἰτήσεις», καί σέ βαθμό πολύ μεγαλύτερο ἀπό ὅ,τι ζητοῦμε «πολλῷ μᾶλλον καὶ ῥᾷον ἢ ὡς ἂν ἡμεῖς ἐπευξαίμεθα».
Κοινή πεποίθηση τοῦ Γένους μας, ἱστορική μνήμη πού ὀφείλουμε πάντοτε νά διατηροῦμε ὡς κλεῖδα ἀληθείας, εἶναι ὅτι ἡ Θεοτόκος ὑπῆρξε ἡ ἀληθινή, μολονότι συνήθως ἀφανής, ἀσπίδα ἐναντίον ὄχι μόνον τῶν ἀοράτων, ἀλλά καί τῶν ὁρατῶν ἐχθρῶν τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐνεργοῦσα «πρὸς ἐπικουρίαν μὲν ἡμῶν, θραῦσιν δὲ τῶν ἐπιόντων (πόσων ἂν εἴποιμι; ) πάνυ μὲν οὖν πλείστων καὶ πανταχόθεν βαλλόντων ἐχθρῶν», οἱ ὁποῖοι κινοῦνται εἴτε ἀπό φθόνο, «μηδὲν ἕτερον ἐγκαλοῦντες ἢ ὅτι χρηστά τινα τὰ ἡμέτερα καὶ πλήττει τούτους ἡ τῶν ἀγαθῶν εὐθηνία», εἴτε λόγῳ τοῦ ἀλλοδόξου καί ἀσεβοῦς φρονήματός τους, «τὴν ἰδίαν ἀσέβειαν πρόφασιν ἔχοντες».

Ἡ Παρθενία τῆς Θεοτόκου. Περί τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως


 Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως 
Ἡ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὁμολογεῖ ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἦν πρό τόκου παρθένος, καί ἐν τόκῳ παρθένος, καί μετά τόκον πάλιν παρθένος διέμεινε, φυλάξασα ἀλώβητον τήν ἑαυτῆς παρθενίαν. (Ὁμολογία Ὀρθοδόξου πίστεως ἐν ἐρωταποκρίσει λθ´).
Ὁ προφήτης Ἡσαΐας, ὁ προφητεύσας τήν ἐκ παρθένου γέννησιν τοῦ Σωτῆρος, παρθένον τήν μητέρα τοῦ Ἐμμανουήλ ὠνόμασεν· «Ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει καί τέξεται υἱόν, καί καλέσει τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ». (Ἡσ. ζ´. 14). Τοῦτο δέ δηλοῖ οὐ μόνον τήν πρό τόκου παρθένον, ἀλλά καί τήν ἐν τόκῳ καί τήν μετά τόκον παρθένον, διότι ἡ παρθένος ἔμελλε νά ἀναδειχθῇ μήτηρ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὅν θά ἐκυοφόρει, θά ἐγαλακτοτρόφει καί θά ἀνέτρεφε κατά τήν βρεφικήν καί παιδικήν αὐτοῦ ἡλικίαν.
Ἡ παρθένος ἀνεδείχθη μήτηρ τοῦ Ἐμμανουήλ οὐχί μόνον διά τόν χρόνον τῆς κυήσεως, ἀλλά διά τό διηνεκές. Κατά τόν προφήτην ὁ Θεός παρθένον, ἤτοι ἐλευθέραν παντός συζυγικοῦ δεσμοῦ ἐξελέξατο, καί πρός οὐδένα ὑποχρεωμένην. Τοῦτο δηλοῖ καί ἡ λέξις ἁελμάχ, ὡς μαρτυρεῖται καί ἐκ τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσ. κεφ. κδ´, 43, ἔνθα ἡ παρθένος Ρεβέκκα καλεῖται ἁελμάχ, καί ἐκ τοῦ βιβλίου τῶν ψαλμῶν (ἐν ψαλμῷ ξζ´. ἑβδμ. ἤ ξη´. Ἑβραϊκ.), ἔνθ᾿ αἱ τυμπανίστριαι νεάνιδες καλοῦνται ἁελμόθ, ἤτοι αἱ παρθένοι. Ἐπίσης καί εἰς τό Ἆσμα τῶν Ἀσμάτων κεφ. Α´. στίχ. 3 φέρεται κατά τούς ἑβδομήκοντα «διά τοῦτο νεάνιδες ἠγάπησάν σε»· τό δέ ἑβραϊκόν ἔχει ἁελμόθ, ἤτοι παρθένοι ἠγάπησάν σε. Βεβαίως ἐνταῦθα οὐ περί ἐγγάμων ἤ μεμνηστευμένων πρόκειται· ὅτι δέ περί παρθένων πρόκειται, τοῦτο εἶναι εὔδηλον καί οὐδείς δύναται νά τό ἀρνηθῇ.
Ὥστε ὁ προφήτης προλέγων τήν ἐκ παρθένου γέννησιν τοῦ Ἐμμανουήλ, θεωρεῖ τήν παρθενίαν ἀπηλλαγμένην πάσης πρός τινας ὑποχρεώσεως. Ἐκ τῆς προφητείας δηλοῦται ὅτι ἡ παρθένος αὕτη ἦν προορισμένη πρό αἰώνων καί ἐκλελεγμένη ἐκ πασῶν τῶν γενεῶν, ὅπως γίνῃ μήτηρ τοῦ Θεοῦ. Ὥστε ἡ παρθένος ἡ μήτηρ τοῦ Ἐμμανουήλ ὡς ἐκλελεγμένη ὑπό τοῦ Θεοῦ, μόνῳ τῷ Θεῷ ἀνῆκε καί οὐδενί ἑτέρῳ· ἐάν δέ ὁ Θεός πρός ἐξυπηρέτησιν τῆς θείας βουλῆς ἔδωκεν αὐτῇ τόν Ἰωσήφ ὡς μνηστῆρα, ὁ δεσμός οὗτος ἦν ὅλως πνευματικοῦ χαρακτῆρος καί οὐδέν παρεῖχε δικαίωμα συζυγίας τῷ Ἰωσήφ. Τοῦτο ἐδηλώθη σαφῶς ὑπό τοῦ Ἀρχαγγέλου τῷ Ἰωσήφ, ὅστις ἐπιγνούς τῆς θείας οἰκονομίας τό μυστήριον, ἐδείχθη πρόθυμος ὑπηρέτης τῆς θείας βουλῆς. Οὐκ ἄρα ὁ Θεός τήν μνηστήν τοῦ Ἰωσήφ ἐξελέξατο ὡς μητέρα τοῦ Ἐμμανουήλ, ἀλλά τήν προεκλελεγμένην ἤδη ἐκ πασῶν τῶν γενεῶν ἐνεπιστεύθη τῷ Ἰωσήφ πρός ἀμοιβήν τῆς αὐτοῦ ἀρετῆς· διότι πάντως ὁ Ἰωσήφ ἦτον ἐκλελεγμένος μεταξύ ἁπάντων τῶν Ἰουδαίων.
Κατά ταῦτα ἡ ἁγία Παρθένος προωρίσθη νά ἀναδειχθῇ μήτηρ τοῦ Ἐμμανουήλ. Ὡς τοιαύτη δέ ἔδει νά ᾖ μήτηρ τοῦ Ἐμμανουήλ εἰς τό διηνεκές· διότι ἀφοῦ πρός τοῦτο προωρίσθη, χρεών ἦν νά ἀφοσιωθῇ ὅλῃ ψυχῇ καί καρδίᾳ τῷ ὑψηλῷ αὑτῆς προορισμῷ, καί οὗτος μόνος νά ᾖ ἡ ἀδιάλειπτος αὐτῆς μέριμνα καί φροντίς, τό μόνον μέλημα, καί ἡ ἄπαυτος μελέτη· διότι ἀληθῶς πᾶσα ἑτέρα φροντίς ἤ μέριμνα, ἤ πᾶν ἕτερον μέλημα καί ἑτέρα μελέτη καί ἀπασχόλησις, ὡς ἀποσπῶσα αὐτήν τοῦ ὑψηλοῦ αὐτῆς προορισμοῦ καί τῆς ἁγίας αὐτῆς ἀποστολῆς θά ἐδείκνυον αὐτήν ἐστερημένην τῆς πρωτίστης ἀρετῆς τῆς συναισθήσεως τοῦ ὑψίστου αὐτῆς καθήκοντος καί τῆς μετ᾿ αὐταπαρνήσεως τελείας πληρώσεως αὐτοῦ.

Η δύναμη του Σταυρού και της Νοεράς Προσευχής Από Dogma

προσεύχεσαι

Τώρα σᾶς λέγω νὰ κάμητε τοῦτο· νὰ πάρετε ὅλοι ἀπὸ ἕνα κομπολόγιον (κομβοσχοίνι) καὶ νὰ προσεύχεσθε· νὰ λέγητε τὸ «Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, Υἱὲ καὶ Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διὰ τῆς Θεοτόκου καὶ πάντων σου τῶν ῾Αγίων ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλὸν καὶ ἀνάξιον δοῦλον σου».

Μέσα εἰς τὸ «Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ», ἀδελφοί μου, τί θεωρεῖ; Θεωρεῖ ἡ ῾Αγία Τριάς, ὁ Θεός μας, ἡ ἔνσαρκος οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ μας.
Καὶ πάντες οἱ ῞Αγιοι μὲ τὸν Σταυρὸν καὶ μὲ τὸ «Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστὲ»ἐπῆγαν εἰς τὸν Παράδεισον.
Καὶ ὅποιος λέγει αὐτὸν τὸν λόγον καὶ κάμνει καὶ τὸν Σταυρόν του, κἄν ἄνδρας, κἄν γυναῖκα, εὐλογεῖ τὸν οὐρανόν, τὴν γῆν, τὴν θάλασσαν.
Μὲ τὸν Σταυρὸν καὶ μὲ τὸ «Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστὲ» ἰατρεύονται κάθε ἀρρωστεῖες.
Μὲ τὸν Σταυρὸν καὶ μὲ τὸ «Κύριε ῾Ιησοῦ Χριστὲ» οἱ ᾿Απόστολοι ἀναστοῦσαν νεκροὺς καὶ ἰάτρευαν πᾶσαν ἀσθένειαν.
Μὲ τὸν Σταυρὸν καὶ μὲ τὸ «Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστὲ» ἀποστομώνει ὁ ἄνθρωπος κάθε αἱρετικόν.
Μὲ τὸν Σταυρὸν καὶ μὲ τὸ «Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστὲ» ἁγιάζει ὁ ἄνθρωπος καὶ πηγαίνει εἰς τὸν Παράδεισον, νὰ χαίρεται καὶ νὰ εὐφραίνεται ὡσὰν οἱ ῎Αγγελοι…
Ἀντιγραφή γιὰ τὸ «σπιτὰκι τῆς Μέλιας»
(ἐκ τῶν Διδαχῶν τοῦ ῾Αγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ)
ΑΓΙΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΩΝ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΣΤΙΝΗΣ ΦΥΛΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΕΤΟΣ ΜΒ´- ΤΟΜΟΣ ΙΕ´- ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ – ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2009 – ΤΕΥΧΟΣ 348
Πηγή:simeiakairwn

Ἡ Ἔνσαρκος Οἰκονομία.

H Euxi toy IHSOY






« Θεός μᾶς ἔδωκε τό στόμα μας νά δοξάζωμεν τόν Κύριόν μας, νά λέγωμεν τό "Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ καί Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διά τῆς Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων ἐλέησον μέ τόν ἁμαρτωλόν καί ἀνάξιον δοῦλον σου".
   Μέσα εἰς τό "Κύριε Ἴησου Χριστέ" θεωρεῖται ἡ Ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, ἡ ἐνσαρκος οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ μας, ἡ Δέσποινά μας ἡ Θεοτόκος καί πάντες οἱ Ἅγιοι.
   θεν, ἀδελφοί μου, ἤ τρωγομεν ή πίνομεν ἤ δουλεύομεν, νά μή μᾶς λείπη αὐτός ὁ λόγος, ἡ εὐχή "Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον μέ" ἀπό τό στόμα μας καί ὁ σταυρός· καί καλόν καί ἅγιον εἶναι νά προσευχόμεθα πάντοτε τό πρωΐ, τό βράδυ καί τά μεσάνυχτα».

Ἡ θεότητα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ




Τίς Κυριακές τοῦ Πεντηκοσταρίου, πού στήν Ἐκκλησία μας ἑορτάζουμε τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔχει καθορισθεῖ νά ἀναγιγνώσκονται εὐαγγελικές περικοπές ἀπό τό κατ’ Ἰωάννη εὐαγγέλιο ἀπό τίς ὁποῖες χαρακτηρίζονται ἀντιστοίχως οἱ ὀκτώ Κυριακές τῆς περιόδου.

Ὁ λόγος αὐτῆς τῆς ἐπιλογῆς εἶναι προφανής. Ἐπειδή τό κατ’ Ἰωάννη εὐαγγέλιο περιέχει τήν ὑψηλή θεολογία καί τό ἀξίωμα τῆς θεότητος τοῦ Θεοῦ Λόγου, γιά νά ἀποδειχθεῖ ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ σ’ ὅλη τήν περίοδο τῆς ζωῆς Του ἰδιαιτέρως στόν καιρό τοῦ πάθους, τοῦ θανάτου καί τῆς ταφῆς Του ἐνήργησε τά πάντα ὡς Θεός. Ἐξαιρέτως ἡ ἐκ νεκρῶν ἀνάστασή Του ἦτο ἐνέργεια τοῦ παντοδυνάμου κράτους καί ἀξιώματος τῆς θεότητός Του. Τοῦτο δηλώνοντας ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ἀνεστήθη «κατά τήν ἐνέργειαν τοῦ κράτους τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ἥν ἐνήργησεν ἐν τῷ Χριστῷ (ὁ Πατήρ) ἐγείρας αὐτόν ἐκ νεκρῶν καί ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Πρός Ἐφεσίους α΄ 19). Ἐπίσης καί ὅτι «εἰ ἐσταυρώθη ἐξ ἀσθενείας, ἀλλά ζῇ ἐκ δυνάμεως Θεοῦ» (Πρός Κορινθίους Β΄ ιγ΄4). 

Στά περιστατικά πού ἀναφέρονται στά εὐαγγελικά ἀναγνώσματα ὁμολογεῖται, κηρύττεται, ἀναγνωρίζεται καί προσκυνεῖται ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ὡς Θεός ἀληθινός.

Αὐτή τήν ἀλήθεια κήρυξαν οἱ Ἀπόστολοι. Αὐτή τήν ἀλήθεια ἀποδέχεται ἡ Ἐκκλησία Ἀπ’ αὐτή ἐνισχύθηκαν καί ἐμπνεύσθηκαν οἱ ἅγιοι Μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτή τήν ἀλήθεια ἀγωνίσθηκαν νά διαφυλάξουν οἱ Σύνοδοι τῶν ἁγίων Πατέρων. Σ’ αὐτή στηρίζεται ἡ ζωή τῶν πιστῶν

* * * * *

Τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς ὁμολογεῖ, ὅτι ὁ ἀναστημένος Ἰησοῦς Χριστός εἶναι Κύριος καί Θεός καί Τόν προσκυνεῖ. Μέ τό Κύριος καί Θεός ἀναγνωρίζεται ἡ θεότητα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Τήν Κυριακή τῶν ἁγίων Μυροφόρων Γυναικῶν καί τῶν Ἁγίων Μαθητῶν Ἰωσήφ τοῦ ἐξ Ἀριμαθαίας καί Νικοδήμου ἡ Ἐκκλησία ὑπενθυμίζει τήν διακονία τους κατά τήν ταφή τοῦ σώματος τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ πού ἦταν «κατάστεκτο τοῖς μώλωψι καί πανσθενουργόν» καί τήν μαρτυρία τῆς ἀναστάσεώς Του γιά νά βεβαιωθοῦν οἱ πιστοί ὅτι ὁ θάνατός Του, ἡ ταφή Του, καί ἡ ἀνάστασή Του ἦταν γεγονότα πραγματικά.

Τήν Κυριακή τοῦ Παραλύτου ἀκούουμε τήν ὁμολογία τοῦ Παραλύτου.

Τήν Κυριακή τῆς Σαμαρείτιδος κηρύττεται καί ὁμολογεῖται ἀπό τούς Σαμαρεῖτες, ὅτι «οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου ὁ Χριστός» (Ἰωάννου δ΄ 42).

Τήν Κυριακή τοῦ Τυφλοῦ ἀκούεται ἡ ὁμολογία τοῦ Τυφλοῦ, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ κηρύττοντας «πιστεύω Κύριε καί προσεκύνησεν αὐτῷ» (Ἰωάννου θ΄ 38).

Τήν Κυριακή τῶν ἁγίων Πατέρων ἀκούεται ἡ διακήρυξη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτι ἦλθε στόν κόσμο γιά νά ὁδηγήσει τούς ἀνθρώπους στήν θεογνωσία καί τήν πίστη. Αὐτή τήν πίστη διεφύλαξαν ἀνόθευτη καί ἀναλλοίωτη οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας μέ τίς Συνόδους τους.

Τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς μέ τήν ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος ὁ  πιστός ὁδηγεῖται ἀπό «τό φῶς τῆς ζωῆς» πού εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.

                                                * * * * *

Αὐτό τόν Κύριο καί Θεό ἀναγνωρίζει, προσκυνεῖ, ὑπηρετεῖ, ὁμολογεῖ καί δοξάζει ἡ Ἐκκλησία. Ὅποιος δέν τά πιστεύει αὐτά, δέν τά ὁμολογεῖ καί δέν προσκυνεῖ τόν Ἰησοῦ Χριστό Κύριο καί Θεό του δέν μπορεῖ νά ἀνήκει στήν Ἐκκλησία. 

ΤΑ 7 ΔΟΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ



1)Τὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος Δόγμα.
2) Ἡ Θεότης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
3) Ἡ Ἔνσαρκος Οἰκονομία.
4)Ἡ Παρθενία τῆς Θεοτόκου.
5)Ἡ προσκύνησις τῶν Ἁγίων Εἱκόνων.
6)Ἡ Ἀθανασία τῆς ψυχῆς.
7)Ἡ μέλλουσα ζωή.

ΟΙ 10 ΕΝΤΟΛΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΙ ΣΦΑΛΟΥΝ ΕΙΣ ΑΥΤΑΣ


 
 
1. Ἐγὼ εἴμι Κύριος ὁ Θεός σου, ὅστις ἐξήγαγόν σε ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου δούλειας. Οὐκ ἔσονταί σοι θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἐμοῦ.
2. Οὐ ποιήσεις σεαυτῶ εἴδωλον, οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα, ὅσα ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ ὅσα ἐν τῆ γῆ κάτω καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς γῆς. Οὐ προσκυνήσεις αὐτοῖς, οὐδὲ μὴ λατρεύσεις αὐτοῖς, ἐγὼ γὰρ εἴμι Κύριος ὁ Θεός σου, Θεὸς ζηλωτής, ἀποδίδους ἁμαρτίας πατέρων ἐπὶ τέκνα, ἕως τρίτης καὶ τετάρτης γενεᾶς τοὶς μισοῦσί με καὶ ποιῶν ἔλεος εἰς χιλιάδας τοῖς ἀγαπῶσί με καὶ τοῖς φυλάσσουσι τὰ προστάγματά μου.

3. Οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίω, οὐ γὰρ μὴ καθαρίση Κύριος ὁ Θεός σου τὸν λαμβάνοντα τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐπὶ ματαίω.
4. Μνήσθητι τὴν ἡμέραν τῶν σαββάτων ἁγιάζειν αὐτήν. Ἐξ ἡμέρας ἐργᾶ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῆ δὲ ἡμέρα τῆ ἑβδόμη σάββατα Κυρίω τῶ Θεῶ σου· οὐ ποιήσεις ἐν αὐτῇ πᾶν ἔργον, σὺ καὶ ὁ υἱός σου καὶ ἡ θυγατήρ σου, ὁ παῖς σου καὶ ἡ παιδίσκη σου, ὁ βούς σου καὶ τὸ ὑποζύγιόν σου καὶ πᾶν κτῆνος σου καὶ ὁ προσήλυτος ὁ παροικῶν ἐν σοί. Ἐν γὰρ ἐξ ἡμέραις ἐποίησε Κύριος τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς καὶ κατέπαυσε τῆ ἡμέρα τὴν ἑβδόμην καὶ ἠγίασεν αὐτήν.
5. Τίμᾳ τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου ἵνα εὖ σοι γένηται, καὶ μακροχρόνιος γένη ἐπὶ τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς, ἧς Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσί σοι.
6. Οὐ μοιχεύσεις.
7. Οὐ κλέψεις.
8. Οὐ φονεύσεις.
9. Οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρία ψευδῆ.
10. Οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου, οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν οἰκίαν τοῦ πλησίον σου οὔτε τὸν ἀγρὸν αὐτοῦ οὔτε τὸν παῖδα αὐτοῦ οὔτε τὴν παιδίσκην αὐτοῦ οὔτε τοῦ βοὸς αὐτοῦ οὔτε τοῦ ὑποζυγίου αὐτοῦ οὔτε παντὸς κτήνους αὐτοῦ οὔτε ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστίν.
ΕΞΕΤΑΣΙΣ ΕΙΣ ΤΑΣ 10 ΕΝΤΟΛΑΣ
ΠΕΡΙ ΤΗΣ Α΄  ΕΝΤΟΛΗΣ
«Ἐγὼ εἴμι Κύριος ὁ Θεός σου, ὅστις ἐξήγαγόν σε ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου δούλειας. Οὐκ ἔσονταί σοι θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἐμοῦ».
Μήπως ἠρνήθης ποτὲ τὸν Θεόν, ἢ τὴν πίστιν σου; ἤ εἶπες : ἀρνητὴς τοῦ Χριστοῦ νὰ εἶσαι ἢ νὰ μὴν ἀποθάνω Δημήτριος ἢ Γεώργιος εὰν δὲν σὲ ἐκδικηθῶ ἢ δὲν πράξω τοῦτο; Μήπως βλασφημῆς τὰ θεία;
Μήπως ἀπιστεῖς εἰς τὰ θεῖα ἔχεις αἰρετικὸ τὸ φρόνημα; Μήπως ἔγινες μάγος, ἔδεσες κανένα ἀνδρόγυνον, ἔδεσες ζῶα διὰ νὰ μὴ τὰ τρώγῃ λύκος, μήπως κάνεις φυλακτὰ καὶ τὰ φορεῖς; μήπως ἔπραξες ἕτερον εἶδος μαγείας ἐπῆγες εἰς μάγους καὶ μαγίσσας διὰ νὰ σὲ βοηθήσουν εἰς τὴν ἀσθένειάν σου νὰ ἐξορκίσῃς ἐρεσίπελας (ἀνεμοπύρωμα), διὰ νὰ εὕρουν κανένα πρᾶγμα ὅπερ ἔχασες, διὰ νὰ σοῦ φανερώσουν θησαυροὺς καὶ ἄλλα ὅμοια; Καὶ τὸ σπουδαιότερον μήπως ἐποίησας τέκνον μου, θανάσιμόν τινα ἁμαρτίαν καὶ ἐκοινώνησας τῶν ἀχράντων Μυστηρίων χωρὶς νὰ ἐξομολογηθῇς; διότι τὸ νὰ μεταλάβῃ κανεὶς ἀναξίως εἶναι μεγαλυτέρα ἁμαρτία καὶ τόλμη τοῦ Ἰούδα.
Μήπως δὲν προσεύχεσαι εἰς τὸν Θεὸν πρωῒ καὶ ἑσπέραν, ὅταν πρόκειται νὰ κοιμηθῇς ὡσὰν χριστιανός; Μήπως τὰς ἑορτὰς καὶ Κυριακὰς ἐργάζησαι καὶ δὲν μεταβαίνεις εἰς τὴν Ἐκκλησίαν; Μήπως ἁμαρτάνης θαρρῶντας πῶς ὁ Θεὸς εἶναι εὔσπλαγχνος καὶ σὲ συγχωρεῖ; Καὶ ἁμαρτάνεις καταχρώμενος τῆς εὐσπλαγχνίας τοῦ Θεοῦ; Μήπως ἀπιστεῖς εἰς τὰ τῆς Πίστεως ἡμων Μυστήρια; Μήπως ἔκλεψες ποτὲ ἱερὸν πρᾶγμα καὶ ἐκκλησιαστικόν; Ταύτην τὴν ἐντολὴν παραβαίνουσιν οἱ πωλοῦντες ἤ ἀγοράζοντες τὴν θείαν χάριν τοῦ Θεοῦ οἱ σιμωνιακοί οἱ ἀμελήσαντες καὶ μὴ διδαχθέντες τὰ Μυστήρια τῆς πίστεώς μας καὶ την χριστιανικὴν ἡμῶν διδασκαλίαν. Οἱ γονεῖς οἵτινες δὲν διδάσκουσι τὰ τέκνα των ὡς καὶ οἱ Ἀνάδοχοι τοὺς βαπτιστικούς των. Οἱ ἀναγινώσκοντες βιβλία ἐναντίον τῆς πίστεως καὶ ἀρετῆς, ἄσεμνα μυθιστορήματα. Οἱ μεταλαμβάνοντες τὰ θεῖα Μυστήρια ὄντες εἰς θανάσιμον ἁμάρτημα· οἱ θλίψαντες ἐκκλησιαστικοὺς οἱ συνεργήσαντες εἰς τὰ ἁμαρτήματα καὶ οἱ δυνάμενοι ἐμποδίσαι καὶ μὴ ἐμποδίσανες λόγῳ ἤ ἔργῳ.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ Β΄. ΕΝΤΟΛΗΣ
Οὐ ποιήσεις σεαυτῶ εἴδωλον, οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα, ὅσα ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ ὅσα ἐν τῆ γῆ κάτω καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς γῆς. Οὐ προσκυνήσεις αὐτοῖς, οὐδὲ μὴ λατρεύσεις αὐτοῖς, ἐγὼ γὰρ εἴμι Κύριος ὁ Θεός σου, Θεὸς ζηλωτής, ἀποδίδους ἁμαρτίας πατέρων ἐπὶ τέκνα, ἕως τρίτης καὶ τετάρτης γενεᾶς τοὶς μισοῦσί με καὶ ποιῶν ἔλεος εἰς χιλιάδας τοῖς ἀγαπῶσί με καὶ τοῖς φυλάσσουσι τὰ προστάγματά μου.
Εἰς ταύτην τὴν ἐντολὴν σφάλλουν ὅσοι προσκυνοῦσι τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα ὡς οἱ ἔχοντες προσπάθειαν εἰς τὴν ὕλην καὶ εἰς τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου· οἱ πλεονέκται (Φιλπ. γ. 19) οἱ ἀνευλαβεῖς, οἱ ὑποκριταί, οἱ πιστεύοντες εὶς τὰς φαντασίας τῶν ὀνείρων, οἱ ἐμπαθεῖς καὶ οἱ φιλήδονοι· οἱ ἀγαπῶντες εἰς τὰς εἰκόνας καὶ ἐνδάλματα τῶν ἑαυτῶν παθῶν ἐντρυφᾷν, ἅτινα ἀνατυπώνονται εἰς τὸν ἑαυτῶν νοῦν.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ Γ΄. ΕΝΤΟΛΗΣ
Οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίω, οὐ γὰρ μὴ καθαρίση Κύριος ὁ Θεός σου τὸν λαμβάνοντα τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐπὶ ματαίω.
Εἰς τὴν παροῦσαν ἐντολὴν ἁμαρτάνουσιν οἱ βλασφημοῦντες μὲ λόγον τὸν Θεὸν ἤ τὴν Πίστιν, ἤ τὰ μυστήρια, ἤ τοὺς ἁγίους, ἤ παρακινοῦσι καὶ ἄλλους νὰ βλασφημοῦν οἵτινες ὀνομάζονται καὶ βλάσφημοι.
Εἰς ταύτην σφάλλουσιν οἱ ὁρκιζόμενοι οἱ παραβαίνοντες τοὺς νομίμους ὅρκους, οἱ προτρέποντες ἄλλους νὰ ὁρκισθῶσιν, οἱ ὀμνύοντες εἰς Θεόν, εἰς τὴν Παναγίαν εἰς κάθε ὑπόθεσιν, οἱ λέγοντες ὁ Θεὸς τὸ γινώσκει καὶ ἄλλα ὅμοια. Ὅσοι ὑπόσχονται εἰς τὸν Θεὸν ἵνα ποιήσωσιν ἀγαθοεργίαν τινὰ  καὶ ἀμελοῦσι.
Ο ψευδοπροφῆται, ὅσοι ζητοῦν ἀπὸ τὸν Θεὸν ζητήματα ἄπρεπα κατὰ τὸ θέλημά τους. Ὅσοι μεταχειρίζονται τὰ λόγια τῆς Γραφῆς εἰς μετεωρισμοὺς καὶ χορατάδες καὶ γέλοια. Ὅσοι δὲν ὑποφέρουσι τὰς δυστυχίας καὶ ἀσθενείας τοῦ σώματος μὲ ὑπομονὴν καὶ εὐχαρίστησιν, ἀλλὰ γογγύζουσι κατὰ τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ ἄλλου. Ὅσοι ὑποσχέθησαν εἰς τὸν Θεὸν νὰ γίνωσι καλόγηροι καὶ παραβαίνουσι τὴν ἑαυτῶν ὑπόσχεσιν. Ὅσοι εἶναι κατήγοροι τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ ἐπαινοῦσι τὰ συγγράμματα τῶν Ἐθνικῶν καὶ Ἑλλήνων.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ Δ΄. ΕΝΤΟΛΗΣ
«Μνήσθητι τὴν ἡμέραν τῶν σαββάτων ἁγιάζειν αὐτήν. Ἐξ ἡμέρας ἐργᾶ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῆ δὲ ἡμέρα τῆ ἑβδόμη σάββατα Κυρίω τῶ Θεῶ σου· οὐ ποιήσεις ἐν αὐτῇ πᾶν ἔργον, σὺ καὶ ὁ υἱός σου καὶ ἡ θυγατήρ σου, ὁ παῖς σου καὶ ἡ παιδίσκη σου, ὁ βούς σου καὶ τὸ ὑποζύγιόν σου καὶ πᾶν κτῆνος σου καὶ ὁ προσήλυτος ὁ παροικῶν ἐν σοί. Ἐν γὰρ ἐξ ἡμέραις ἐποίησε Κύριος τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς καὶ κατέπαυσε τῆ ἡμέρα τὴν ἑβδόμην καὶ ἠγίασεν αὐτήν».
Εἰς ταύτην σφάλλουσιν ὅσοι δὲν πηγαίνουσιν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τὴν Κυριακὴν καὶ τὰς Δεσποτικὰς καὶ Θεομητορικὰς ἑορτὰς καὶ τῶν Ἁγίων, ἵνα λατρεύσωσι τὸν Θεὸν· ἤ πηγαίνουσι καὶ ἵστανται ἀνεβλαβῶς...
μαρτάνουσιν ὅσοι ἐργάζονται τὰς ἑορτὰς, ὅσοι ποιοῦσι παιγνίδια, χοροὺς, φαγοπότια, μάχας, ὅσοι ποιοῦσι τὰς ἡμέρας τῆς ἀργίας καὶ τὰς πανηγύρεις ἑορτὰς λαγνείας καὶ ἕτερα ἄτοπα.
σοι δὲν ἁγιάζουσι τὰς ἑορτὰς μὲ ἀνάγνωσιν τῶν Ἱερῶν βιβλίων ἐλεημοσύνας καὶ μὲ κάθε ἀγαθοεργίαν· ὅσοι ποιμένες τῶν Ἐκκλησιῶν δὲν διδάσκουσι τὸν λαὸν· ὅσα ἀνδρόγυνα σμίγουσι παρανόμως κατὰ τὰς Κυριακὰς καὶ ἑορτὰς· ὅσοι εἰσὶ χαρτοπαῖκται· ὅσοι καταλύουσι τὰς νηστευσίμους ἡμέρας· ὅσοι μοναχοὶ δὲν προσεύχονται ἤ δὲν ποιοῦσι τὸν διωρισμένον κανόνα των.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ Ε΄. ΕΝΤΟΛΗΣ
«Τίμα τὸνΠατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς».
Εἰς ταύτην σφάλλουσιν ὅσοι δὲν τιμῶσι τοὺς γονεῖς των μὲ τὰ 4 ταῦτα. Τιμὴν, ἀγάπην, ὑπακοήν, καὶ εὐχαριστίαν. Καθὼς καὶ τὰ τέκνα πρέπει νὰ λαμβάνωσιν ἀπὸ τοὺς γονεῖς τὰ ἕξ ταῦτα. Ἀνατροφήν, συμβουλὴν καλὴν διὰ λόγων, παράδειγμα καλὸν τῆς ζωῆς διὰ τῶν ἔργων, φύλαξιν ἀπὸ τὰς κακὰς συναναστροφὰς, καὶ ἐνίοτε νὰ πίπτῃ καὶ ράβδος πρὸς σωφρονσμόν. Εἰς ταύτην τὴν ἐντολὴν σφάλλουσιν ὅσοι δὲν τιμῶσι τοὺς πνευματικοὺς των πατέρας. Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς, Διδασκάλους, Ἀναδόχους καὶ διὰ τοῦ Ἀγγελικοῦ Σχήματος γενομένους γέροντάς των· ὅσα τέκνα δὲν γηροκομοῦν τοὺς ἑαυτῶν γονεῖς, ὅσοι ἄνδρες ἀμελοῦσι τῆς σωτηρίας τῆς ἑαυτῶν γυναικὸς καὶ τῶν τέκνων· ὅσαι γυναῖκες δὲν πείθονται κατὰ τὸν Θεὸν εἰς τοὺς ἄνδρας των ὅσοι αὐθένται ἀμελοῦσι τῶν ὑποκειμένων αὐτοῖς ψυχικὰ καὶ σωματικά· ὅσοι πάλιν δοῦλοι δὲν τιμοῦν τοὺς αὐθέντας των· ὅσοι εὐεργετηθέντες δὲν τιμοῦν τοὺς εὐεργέτας των· ὅσοι δὲν ἐπιμελοῦνται διὰ τὴν σωτηρίαν καὶ  διὰ τὴν χριστιανικὴν ζωὴν τῶν δούλων των καὶ μάλιστα νὰ γνωρίζουν αὐτοὺς ἁμαρτάνοντας· ὅσοι δὲν πείθονται εἰς τοὺς νόμους τῆς τε Πατρίδος καὶ Ἐκκλησίας· ὅσοι ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, διδάσκαλοι, τεχνῖται παραμελοῦσι τὸ καθῆκον των ἤ τὸ ποιοῦσιν ἀμελῶς ἐπικατάρατοί εἰσιν.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΤ΄. ΕΝΤΟΛΗΣ
«Οὐ φονεύσεις».
Ο εἰς τὴν στ΄. ἐντολὴν ἁμαρτάνοντες εἰσὶν οἱ φονεύοντές τινα σωματικῶς αὐτοὶ μέσον ἄλλου, βοηθοῦντες παρέποντες. Οἱ φονεύοντές τινα ψυχικῶς οἷοι εἰσὶν οἱ αἱρετικοὶ καὶ ψευτοδιδάσκαλοι. Καὶ ἐκεῖνοι οἵτινες ποιοῦσι σκάνδαλα εἰς τοὺς ἄλλους μὲ τὸ κακὸν παράδειγμα τῆς κακῆς αὐτῶν ζωῆς. Ὅσοι ἐν καιρῷ πανώλης ἤ εὐλογίας, ἤ χολέρας γνωρίζοντες ὅτι εἶναι μεμολυσμένοι ἡνώθησαν μὲ τοὺς ὑγιεῖς καὶ τοὺς ἐμόλυναν. Οἱ αὐτοκτόνοι· οἱ καλοῦντες τὸν ἕτερον εἰς  μονομαχίαν οἱ ριψοκίνδυνοι· οἱ ἐπιθυμοῦντες τὸ κακὸν τοῦ πλησίον· οἱ χαίροντες εἰς τὴν συμφοράν του· οἱ φθονοῦντες τὸν πλησίον, οἱ λιπούμενοι εἰς τὸ καλόν του· οἱ ἔχοντες ἔχθραν καὶ μῖσος καὶ μνησικακίαν μὲ ἄλλον καὶ καιροφυλακτοῦσιν, ἵνα ποιήσωμεν ἐκδίκησιν· οἱ μὴ συγχωροῦντες τὸν ἐχθρόν των· καὶ οἱ μὴ ζητοῦντες συγχώρησιν ἀπ’ αὐτόν· ὅσοι θυμώνουσι καὶ ἀποδιόκουσιν μὲ ὕβρεις τοὺς πτωχοὺς· ὅσοι δὲν συγχωροῦσι τοὺς ζητοῦντας ἀπὸ αὐτοὺς συγχώρησιν ὅσοι διαβάλουσί τινα εἰς κριτὰς ὅπως παιδεύσωσι καὶ ζημιώσωσιν αὐτόν. Ὅσοι ἔδωσαν βότανα εἰς γυναῖκα ἐγγαστρωμένην διὰ νὰ ἀποβάλῃ τὸ βρέφος, ἤ διὰ νὰ μὴ τεκνοποιήσωσι εἰς τὸ παντελές, ἤ ἔβαλον ἄλλον καὶ τὰ ἔδωσε. Ὅσοι προστατεύουσι τοὺς κακούς· ὅσοι φθονεροί, θυμώδεις, βάλλουσι σκάνδαλα, καὶ προξενοῦνται μάχαι, διαπληκτισμοὶ καὶ ὅμοια τούτοις· ὅσοι ἐλέγχουσί τινα ἀδίκως ἀπὸ θυμοῦ καὶ ὄχι ἀπὸ ἀγάπην· ὅστις ἀνεθεμάτισεν ἑαυτὸν ἤ ἄλλους, ἤ ἐβλασφήμησεν ἤ τὸν ἔστειλε εἰς τὸν διάβολον· ὅσοι δέρνουσι πληγώνουν, ὅσοι μεταχειρίζονται ἐπιστασίαν διδασκάλου ἤ Κριτοῦ ἤ Ἰατροῦ, ἤ Ἱερέως, ἤ Πνευματικοῦ, ἤ Ἀρχιερέως χωρὶς νὰ εἶναι ἄξιοι. Ὅσοι ἐβλάφθησαν ἀπὸ τὴν πολυφαγίαν ἤ ἀπὸ πολυποσίαν οἰνοπνευμάτων, ἀπὸ τὰς σαρκικὰς ἡδονάς· ἀπὸ τὸ κάπνισμα τῆς νικοτινῆς· καὶ ἀπὸ ἄλλας καταχρήσεις.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ Ζ΄. ΕΝΤΟΛΗΣ
«Οὐ μοιχεύσεις».
Τὰ παλυώνυμα καὶ δυσώνυμα ἁμαρτήματα τῆς ἐντολῆς ταύτης παραλείπονται ὡς εἰδεχθῆ ἵνα μὴ μολύνωσι τὰς ἀκοὰς τῶν ἀναγνωστῶν. Ὅσοι καὶ ὅσαι στολίζονται, χρείονται μὲ βαφὰς καὶ μῦρα καὶ μόσχους βαστάζουν καὶ ψιμυθοῶσιν, οἱ γυμνόποδες, οἱ γυμνόχειρες, τὰ ἐρωτικὰ ραβάσια ἤ ἅσματα· τὰ τῆς ἐλαφρᾶς φιλολογίας μυθιστορήματα ἅτινα ἀναγινώσκουν ἀπλήστως, ὅσοι βλέπουσι μὲ περιέργειαν τὰ εὐειδῆ πρόσωπα· καὶ μὲ αἰσχρὰν ἐπιθυμίαν τῆς καρδίας, οἱ τοιοῦτοι μοιχεύουσι μὲ τὴν καρδίαν· τὰ δὲ παρὰ φύσιν ἁμαρτήματα αἰσχρὸν ἐστὶ καὶ λέγειν καὶ ἀκούειν· διὸ ὁ κατακλυσμὸς ἐπὶ Νῶε καὶ ἡ καταστροφῆ τῶν Σοδόμων ἕνεκα τούτων τῶν ἁμαρτιῶν ἐγένετο ἐξ οὗ καὶ Σοδομῖται οἱ παρὰ φύσιν ἀσελγαίνοντες.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ Η΄. ΕΝΤΟΛΗΣ
«Οὐ κλέψεις».
Εἰς ταύτην τὴν ἐντολὴν ἁμαρτάνουσιν οἱ κλέπται οἱ φανεροὶ οἱ λησταὶ καὶ δυνάσται καὶ ἅρπαγες· οἱ κλέπται οἱ κρυπτοὶ ἤτοι κλέπτοντες μὲ κρυπτὸν τρόπον οἱ κλέπται οἱ ἀπατηλοὶ ὡς οἱ πραγματευταὶ μὲ ψευδῆ μέτρα καὶ λόγια μὲ κίβδηλα νομίσματα δίδοντες· οἱ ἀγοράζοντες πρᾶγμα κλεμμένον ἐν γνώσει· ὅσοι δίδουσι ἐλλειπῆ χρήματα διὰ σῶα· ὅσοι δουλευταὶ δὲν δουλεύουσι καθὼς πρέπει καίτοι πληρώνονται κατὰ την συμφωνίαν· ὅσοι δὲν ἐπλήρωσαν κατὰ τὴν συμφωνίαν τοὺς δουλεύσαντες αὐτοὺς· ὅσοι εὑρόντες ξένον πρᾶγμα δὲν τὸ διελάλησαν διὰ να εὑρεθῇ κάτοχος αὐτοῦ, ἀλλὰ μὲ σιωπὴν ἐκράτησαν αὐτό· ὅσοι δὲν ἵστανται εἰς τὴν συμφωνίαν ἥν ἐποίησαν· ὅσοι ἠμέλησαν τὰ πράγματα εἰς ἦσαν ἐπιστάται ὀρφανῶν χειρῶν Ἐκκλησιῶν, Μονῆς σχολείων συντροφίας· ὅσοι δικασταὶ λαμβάνουσι δῶρα καὶ φυλάττουσι χατήρια καὶ προσωποληψίαν, καὶ παραβαίνοντες τὴν δικαιοσύνην ποιοῦσιν ἄδικον κρίσιν· ὅσοι ἔδωκαν δῶρα τοῦ Κριτοῦ ἵνα κρίνῃ ἄδικα· ὅσοι ζητοῦσιν ἐλεημοσύνην μὴ ἔχοντες ἀνάγκην· ὅσοι πραγματευταὶ πωλοῦσι τὸ ἀχαμνὸν πράγμα διὰ καλόν· τὸ ἀνακατώνουν μὲ τὸ καλόν· ὅσοι πωλοῦσι πρᾶγμα περισσότερον ἀπὅτι ἀξίζει ἀγοράζωσιν ὀλιγώτερον ἀπὅτι ἀξίζει· ὅσοι δὲν πωλοῦσι καθὼς διατίμησις τῆς ἀστυνομίας· ὅσοι δίδουν δῶρα εἰς τοὺς ἐξουσιαστὰς διὰ νὰ ἀφήνωσιν αὐτοὺς ἐλευθέρους νὰ πωλῶσιν ὡς θέλουν, ὅσοι δὲν δίδουν καλὸν λογαριασμὸν εἰς τοὺς συνεταίρους των· ὅσοι πτωχεύουσι δολίως διὰ νὰ φάγωσι τὸ ξένον χρῆμα· ὅσοι ἔχοντες ξένον πρᾶγμα ἐνέχυρον παραμελοῦσι καὶ φθείρεται τὸ ἐξοδεύουσιν· ὅσοι βλάπτουσι τὸ πρᾶγμα τὸ κτῆμα τοῦ πλησίον· ὅσοι παίζουσι χαρτιὰ ἄλλα παιγνίδια· ὅσοι μεταλλεύουσι τὰ σύνορα τῶν χωραφιῶν τῆς οἰκίας ἀδικοῦσι τὸν πλησίον· ὅσοι ἔκοψαν δένδρα τοῦ πλησίον οἱ ζωοκλέπται· οἱ λαμβάνοντες ξένον δοῦλον ὑποσχόμενοι περισσοτέραν πληρωμήν· ὅσοι ἀνοίγουσι ξένα γράμματα καὶ ἀναγινώσκουν αὐτά, τὰ ξεσχίζουν· ὅσοι μιμοῦνται τὴν ὑπογραφὴν τοῦ ἄλλου, οἱ πλαστογράφοι, οἱ μῖμοι.
Τῆς ἐντολῆς ταύτης τὸ ἄδικον οὐκ εὐλογεῖται ἤτοι δὲν συγχωρεῖται ἐκτὸς ἐὰν ὅστις ἠδίκησε τὸν πλησίων ὑλικῶς νὰ δώσῃ τὸ ἀδίκως ἀφαιρεθὲν εἰς τὸν δικαιοῦχον. Ἐὰν δὲ ἠθικῶς, νὰ ἀνακαλέσῃ τὴν κατηγορίαν ἤ τὴν συκοφαντίαν διὰ νὰ λάβῃ τὴν συγχώρησιν. Ταύτης τῆς ἐντολῆς παραβάται εἰσὶν οἱ φιλάργυροι· οἱ τοκισταί· οἱ ἀνελεήμονες· οἱ τυμβωρῦχοι καὶ λοιποί.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ Θ΄. ΕΝΤΟΛΗΣ
«Οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδῆ».
Ταύτην παραβαίνουσιν ὅσοι ἐμαρτύρησαν ψευδῆ καὶ ἄδικα, ἐπλήρωσαν ἄλλους καὶ ἐψευδομαρτύρησαν καὶ  ἐκακοποίησαν τὸν πλησίον· ὅσοι ἔχουν ὑπονοίας καὶ ὑποψίας κατὰ τοῦ πλησίον· καὶ κατὰ τὸν Σολομῶντα (παροιμίαν ιθ΄) «μάρτυς ψευδὴς οὐκ ἀτιμώρητος» τριχῶς δὲ εἶναι τὸ ψεῦδος, κατὰ διάνοιαν ὅταν τις ἔχῃ ψευδεῖς ὑποψίας κατὰ τοῦ πλησίον του· κατὰ λόγον ὅταν ψευδῶς κατηγορεῖ αὐτόν· καὶ κατὰ τὸν βίον καὶ κατὰ τὰ ἔργα, ὅταν τις ἄλλος ὤν κατὰ τὸ πρᾶγμα καὶ τὰ ἔργα, ἄλλος ὑποκρίνεται καὶ φαίνεται ψευδὴς εἰς τοὺς ἀνθρώπους ὅστις λέγεται καὶ ὑποκριτὴς καὶ ψεύστης, ὅσοι περιγελῶσι τὰ φυσικὰ ἐλαττώματα τοῦ πλησίον· ὅσοι συνεβούλευσαν ἤ παρεκίνησαν νὰ ψευδομαρτυρήσῃ τις, ἤ εὰν ἠδύναντο νὰ ἐμποδίσωσι τοῦτο καὶ δὲν τὸ ἔπραξαν.
ὰν φέρῃ λόγια καὶ μηνύματα πρὸς ζημίαν τοῦ πλησίον· ὅσοι ψευδῶς κατηγοροῦσί τινα διὰ νὰ μὴ λάβῃ ἀξίωμα· ὅσοι κακολογοῦν καὶ κατακρίνουν τινα ἤ ἀκούουν μὲ εὐχαρίστησιν τοὺς φιλακατηγόρους· ὅσοι κολακεύουν καὶ ψευδῶς ἐπαινοῦσί τινα πρὸς ἀνθρωπαρέσκειαν· διὰ δῶρα ἤ διὰ προσωληψίαν ποιοῦσι κρίσιν ἄδικον.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ Ι΄. ΕΝΤΟΛΗΣ
Οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου, οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν οἰκίαν τοῦ πλησίον σου οὔτε τὸν ἀγρὸν αὐτοῦ οὔτε τὸν παῖδα αὐτοῦ οὔτε τὴν παιδίσκην αὐτοῦ οὔτε τοῦ βοὸς αὐτοῦ οὔτε τοῦ ὑποζυγίου αὐτοῦ οὔτε παντὸς κτήνους αὐτοῦ οὔτε ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστίν.
ρμηνεία. Ἡ α΄ ἡ β΄ ἡ γ΄ καὶ δ΄ ἐντολὴ διδάσκουσι τὰ πρὸς τὸν Θεὸν καθήκοντα καὶ ἦσαν γεγραμμέναι εἰς τὴν α΄ πλάκα, αἱ δὲ ἕξ αἱ μετὰ τὰς 4 πρώτας, διδάσκουσι τὰ πρὸς τὸν πλησίον καθήκοντα καὶ ἦσαν γεγραμμέναι εἰς τὴν δευτέραν πλάκα. Διὸ ὁ Κύριος εἰς τὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὴν πρὸς τὸν πλησίον ἀγάπην ἀνακεφαλαίωσεν ὅλον τὸν νόμον.
Καὶ διὰ μὲν τῶν προρρηθέντων 9 ἐντολῶν ὁ Θεὸς ἐμποδίζει τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὰς πράξεις τῆς ἁμαρτίας καὶ τοὺς λόγους διὰ δὲ τῆς παρούσης δεκάτης καὶ ἀπὸ αὐτὴν ἀκόμη τὴν ἐσωτερικὴν πονηρὰν ἐπιθυμίαν τῆς ψυχῆς. Ἤτοι τὸν ἐμποδίζει οὔτε ὅλως νὰ ἐπιθυμῇ τὴν ἁμαρτίαν μὲ τὴν καρδίαν του. Διότι ἡ ἐπιθυμία αὐτῆς εἶναι αἰτία καὶ ρίζα ὅλων τῶν ἐξωτερικῶν λόγων καὶ πράξεων. Διὸ ὁ Κύριος ἔλεγεν περὶ τῆς ἐπιθυμίας: Πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ (Ματθ. ε΄. 28) καὶ ἐκ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροὶ, πορνεῖαι, μοιχεῖαι, φόνοι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι (αὐτόθι ιε΄. 19) ταῦτα κινοῦσι ἤτοι μολύνουσι καὶ κολάζουσι τὸν ἄνθρωπον.
ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει : «ὅτι καθὼς ἡ φλόγα ἀνάπτει τὸ καλάμι, οὕτω καὶ ἡ ἐπιθυμια τὴν ψυχήν. Καὶ καθὼς ὁ καπνὸς τυφλώνει καὶ βλάπτει τοὺς ὀφθαλμούς, οὕτω καὶ ἡ ἐπιθυμία τὸν νοῦν· καὶ πάλιν «ῥίζα μοιχεία ἀκόλαστος. Διὰ τοῦτο οὐχὶ μοιχείαν μόνον ἐκόλασεν ὁ Χριστὸς ἀλλὰ καὶ ἐπιθυμίαν ἐτιμωρήσατο. Ὁ δὲ Ἀδελφόθεος λέγει «Μακάριος ἀνὴρ ὅς ὑπομένει πειρασμὸν ὅτι δόκιμος γενόμενος λήψεται τὸν στέφανον τῆς ζωῆς ὅν ἐπηγγείλατο ὁ Κύριος τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν.
καστος δὲ πειράζεται ὐπὸ τῆς ἰδίας ἐπιθυμίας ἐξελκόμενος καὶ δελεαζόμενος. Εἶτα ἡ ἐπιθυμία συλλαβοῦσα τίκτει τὴν ἁμαρτίαν, ἡ δὲ ἁμαρτία ἀποτελεσθεῖσα ἐπιφέρει θάνατον» (Κε. α΄. 12) τὴν δεκάτην ἐντολὴν παραβαίνουσιν ὅσοι καίτοι μὲ τὸ ἔργον οὐκ ἀφαιροῦσι τὸ ξένον πρᾶγμα, ἐπιθυμοῦσιν ὅμως μὲ τὴν ψυχὴν νὰ τὸ εἶχον, ὁποῖον καὶ ἄν εἶναι, εἴτε γυνὴ εἴτε ἄλλο τι.
πίσης ὅσοι ἐπιθυμοῦσι καὶ ἀγαπῶσι τὴν δόξαν καὶ τὰ ἀξιώματα καὶ τὰς ἡδονὰς τοῦ κόσμου τούτου ἤ τὰ χρήματα καὶ πρόσκαιρα πράγματα. Ἀλλὰ τὶ νὰ ἐπιθυμήσω; Σχημάτισαι μὲ τὸν νοῦν σου πῶς εὑρίσκεται ἀσθενὴς εἰς τὴν κλίνην πνέων τὰ λοίσθια καὶ ἐλπίδα ζωῆς δὲν ἔχεις· τότε λοιπόν ἐρώτησαι τὸν ἑαυτόν σου χωρὶς ὑπόκρισιν, τὶ ἐπιθυμεῖς; πλούτη ἀξιώματα ἤ ἀρετὰς νὰ ἔχῃς;
πίσης ὅσοι δὲν ἐναντιώνονται καὶ δὲν πολεμοῦσι, τοὺς αἰσχροὺς πονηροὺς καὶ βλασφήμους λογισμοὺς οὕς ρίπτει καὶ ὑποσπείρει ὁ διάβολος· ἀλλὰ γλυκαίνονται εἰς αὐτοὺς καὶ ποιοῦσι συνδυασμοὺς ἤτοι συνομιλίας νοερῶς καὶ προφορικῶς, καὶ συγκαταθέσεις μὲ τὴν καρδίαν ἤτοι ἀποφασίζουσιν, ἵνα ἔργῳ ποιήσωσι· τὸ δυνατώτερον ὅπλον ἵνα πολεμῇ ὁ Χριστιανὸς τοὺς κακοὺς τούτους λογισμοὺς εἶναι τὸ φοβερὸν καὶ ἅγιον ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, λέγων πότε μὲ τὸν νοῦν καὶ τὴν καρδίαν, καὶ μὲ τὸ στόμα : Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με· πάντοτε ἤ καθήμενος ἤ ἐργαζόμενος ἤ περιπατῶν· ὄντως μακάριος ἐστὶ ὅστις κρατήσει τῆς ἁμαρτίας καὶ ἐδαφιεῖ τὰ νήπιά της ἤτοι τὴν πρώτην προσβολὴν τῶν πονηρῶν λογισμῶν ἐπάνω εἰς τὴν Πέτραν ἥτις ἐστὶν ὁ Χριστός. «Ἀναιρεῖ οὖν πρὸς τὸ αὔξειν μηδὲ εἰς ἔργον προέρχεσθαι, ἀλλ’ ἔτι ἀτελῆ ὄντα καὶ νεογέννητα ἀφανίζεσθαι» (Χρυσόστομος).