ΥΠΑΡΞΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΥΝΕΙΔΗΣΙΑ ΣΤΟ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ
B.Lonergan, M.Schmaus, J.Alfaro.
Ο μοντερνισμός, μέσω τής φωνής τού Alfred Loisy, έθετε στόν νεοσχολαστικισμό, ταμπουρωμένο πίσω από αμυντικές θέσεις το κατεπείγον τών ερωτήσεων: «Δέν είναι αλήθεια πώς ο θεολογικός όρος τού προσώπου είναι μεταφυσικός και αφηρημένος, ενώ στην σύγχρονη φιλοσοφία έγινε πραγματικός και ψυχολογικός; Όσα έχουν ειπωθεί γύρω από τον ορισμό της αρχαίας φιλοσοφίας δέν είναι ανάγκη να εξηγηθούν σήμερα σε σχέση με την σύγχρονη φιλοσοφία;»
Μιά απάντηση πού επαναλαμβάνεται συχνά ανάμεσα στούς καθολικούς είναι η ακόλουθη: Αυτό πού δηλώνουμε να είναι αναλογικά στο θεό, είναι ένας τρόπος υπάρξεως, ένα πρόσωπο-όν και όχι ένα πρόσωπο συνείδηση. Όμως τό πρόσωπο δέν είχε ορισθεί από την ίδια τη σχολαστική «ατομική ουσία φύσει λογική» ή «διακεκριμένη ύπαρξη διανοητικής φύσεως»; Μπορεί λοιπόν να υπάρξει λογική ή διανόηση χωρίς συνείδηση;
Άρχισαν λοιπόν να εμφανίζονται ανοίγματα ανάμεσα σε θεολόγους έμπειρους στήν ιστορία τού δόγματος ή πιό λεπτούς στό στοχαστικό επίπεδο. Ο A.D.Ales π.χ., διαισθάνθη πώς ένα τυφλό κλείσιμο ήταν αδιανόητο και πώς ίσως το αρχαίο δόγμα τού Αυγουστίνου τής ψυχολογικής αναλογίας, πού έγινε δεκτό ακόμη κι από τον Θωμισμό, θα μπορούσε να εναρμονισθεί με τον μοντέρνο ορισμό του προσώπου σαν αυτοσυνειδησία. «Ο πατήρ, ο Υϊός και το Άγιο Πνεύμα δέν αντιτίθενται ανάμεσά τους σαν ξεχωριστά πεδία συνειδήσεως, έγραφε ο A.D.Ales. Δεν υπάρχουν τρία διαφορετικά πεδία συνειδήσεως αλλά ένα μόνον το νοητό Είναι τού Θεού. Πάνω σ`αυτή τη μοναδική πραγματικότητα διασταυρώνονται τρία βλέματα, το βλέμμα τού Πατρός το οποίο γνωρίζεται σάν πηγή της θεότητος, το βλέμα τού Υϊού το οποίο γνωρίζεται σάν γενηθέν εκ τού Πατρός και το βλέμμα τού Αγίου Πνεύματος πού γνωρίζεται σάν αποδέκτης της θεότητος από τον Πατέρα και από τον Υϊό. Μπορούμε οπωσδήποτε να μιλήσουμε γιά μιά μοναδική και ουσιώδη συνείδηση τού θείου Είναι, διότι ο θεός είναι ο πρώτος πού γνωρίζει τον εαυτό Του.
Γιά να αποδώσουμε όμως την πρέπουσα αξιοπρέπεια στον Πατέρα, στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα, πρέπει να ξεχωρίσουμε επιπλέον τρείς προσωπικές συνειδήσεις, καθότι είναι ξεκάθαρο πώς το βλέμμα με το οποίο ο Πατήρ αποκτά συνείδηση τού εαυτού Του είναι η προσωπική ενέργεια με την οποία αντιτίθεται στόν Υϊό και στο Άγιο Πνεύμα και πώς το βλέμμα με το οποίο ο Υϊός ...κ.ο.κ»
Χρειάστηκε όμως να περιμένουν μέχρι τα μισά τού αιώνος μας οι καθολικοί γιά να ξανανοίξει με διαύγεια γι' αυτούς η συζήτηση γύρω από το πώς είναι δυνατόν να εννοηθεί το πρόσωπο στόν Θεό στό φώς της μοντέρνας αρχής της αυτοσυνειδησίας. Αυτό τό πέτυχε ο B.Lonergan και το αποτέλεσμα πού επετεύχθη θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε έναν καλό συμβιβασμό.
Είναι αλήθεια παρατηρεί ο Lonergan, πώς κατά τον μεσαίωνα δέν συζητήθηκε σχεδόν καθόλου το θέμα της αυτοσυνειδήσεως. Παρ’όλα αυτά όμως οι καθολικοί πιστοί δέν σκέφτηκαν ποτέ τους να λατρέψουν έναν θεό και κάποια θεία πρόσωπα χωρίς αυτοσυνειδησία. Ποιός θα μπορούσε να αναφερθεί στην φιλανθρωπία κάποιου πού θα εστερείτο συνειδήσεως; Καί ποιός θα μπορούσε να λάβει στ’ αλήθεια συγχώρεση απ’Αυτόν ο οποίος δεν γνωρίζει αυτό πού κάνει; Καί καταλήγει: Όταν ομιλούμε για την Τριάδα ομιλούμε για τρία συνειδητά υποκείμενα με μία συνείδηση.
(Συνεχίζεται)
Ο μοντερνισμός, μέσω τής φωνής τού Alfred Loisy, έθετε στόν νεοσχολαστικισμό, ταμπουρωμένο πίσω από αμυντικές θέσεις το κατεπείγον τών ερωτήσεων: «Δέν είναι αλήθεια πώς ο θεολογικός όρος τού προσώπου είναι μεταφυσικός και αφηρημένος, ενώ στην σύγχρονη φιλοσοφία έγινε πραγματικός και ψυχολογικός; Όσα έχουν ειπωθεί γύρω από τον ορισμό της αρχαίας φιλοσοφίας δέν είναι ανάγκη να εξηγηθούν σήμερα σε σχέση με την σύγχρονη φιλοσοφία;»
Μιά απάντηση πού επαναλαμβάνεται συχνά ανάμεσα στούς καθολικούς είναι η ακόλουθη: Αυτό πού δηλώνουμε να είναι αναλογικά στο θεό, είναι ένας τρόπος υπάρξεως, ένα πρόσωπο-όν και όχι ένα πρόσωπο συνείδηση. Όμως τό πρόσωπο δέν είχε ορισθεί από την ίδια τη σχολαστική «ατομική ουσία φύσει λογική» ή «διακεκριμένη ύπαρξη διανοητικής φύσεως»; Μπορεί λοιπόν να υπάρξει λογική ή διανόηση χωρίς συνείδηση;
Άρχισαν λοιπόν να εμφανίζονται ανοίγματα ανάμεσα σε θεολόγους έμπειρους στήν ιστορία τού δόγματος ή πιό λεπτούς στό στοχαστικό επίπεδο. Ο A.D.Ales π.χ., διαισθάνθη πώς ένα τυφλό κλείσιμο ήταν αδιανόητο και πώς ίσως το αρχαίο δόγμα τού Αυγουστίνου τής ψυχολογικής αναλογίας, πού έγινε δεκτό ακόμη κι από τον Θωμισμό, θα μπορούσε να εναρμονισθεί με τον μοντέρνο ορισμό του προσώπου σαν αυτοσυνειδησία. «Ο πατήρ, ο Υϊός και το Άγιο Πνεύμα δέν αντιτίθενται ανάμεσά τους σαν ξεχωριστά πεδία συνειδήσεως, έγραφε ο A.D.Ales. Δεν υπάρχουν τρία διαφορετικά πεδία συνειδήσεως αλλά ένα μόνον το νοητό Είναι τού Θεού. Πάνω σ`αυτή τη μοναδική πραγματικότητα διασταυρώνονται τρία βλέματα, το βλέμμα τού Πατρός το οποίο γνωρίζεται σάν πηγή της θεότητος, το βλέμα τού Υϊού το οποίο γνωρίζεται σάν γενηθέν εκ τού Πατρός και το βλέμμα τού Αγίου Πνεύματος πού γνωρίζεται σάν αποδέκτης της θεότητος από τον Πατέρα και από τον Υϊό. Μπορούμε οπωσδήποτε να μιλήσουμε γιά μιά μοναδική και ουσιώδη συνείδηση τού θείου Είναι, διότι ο θεός είναι ο πρώτος πού γνωρίζει τον εαυτό Του.
Γιά να αποδώσουμε όμως την πρέπουσα αξιοπρέπεια στον Πατέρα, στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα, πρέπει να ξεχωρίσουμε επιπλέον τρείς προσωπικές συνειδήσεις, καθότι είναι ξεκάθαρο πώς το βλέμμα με το οποίο ο Πατήρ αποκτά συνείδηση τού εαυτού Του είναι η προσωπική ενέργεια με την οποία αντιτίθεται στόν Υϊό και στο Άγιο Πνεύμα και πώς το βλέμμα με το οποίο ο Υϊός ...κ.ο.κ»
Χρειάστηκε όμως να περιμένουν μέχρι τα μισά τού αιώνος μας οι καθολικοί γιά να ξανανοίξει με διαύγεια γι' αυτούς η συζήτηση γύρω από το πώς είναι δυνατόν να εννοηθεί το πρόσωπο στόν Θεό στό φώς της μοντέρνας αρχής της αυτοσυνειδησίας. Αυτό τό πέτυχε ο B.Lonergan και το αποτέλεσμα πού επετεύχθη θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε έναν καλό συμβιβασμό.
Είναι αλήθεια παρατηρεί ο Lonergan, πώς κατά τον μεσαίωνα δέν συζητήθηκε σχεδόν καθόλου το θέμα της αυτοσυνειδήσεως. Παρ’όλα αυτά όμως οι καθολικοί πιστοί δέν σκέφτηκαν ποτέ τους να λατρέψουν έναν θεό και κάποια θεία πρόσωπα χωρίς αυτοσυνειδησία. Ποιός θα μπορούσε να αναφερθεί στην φιλανθρωπία κάποιου πού θα εστερείτο συνειδήσεως; Καί ποιός θα μπορούσε να λάβει στ’ αλήθεια συγχώρεση απ’Αυτόν ο οποίος δεν γνωρίζει αυτό πού κάνει; Καί καταλήγει: Όταν ομιλούμε για την Τριάδα ομιλούμε για τρία συνειδητά υποκείμενα με μία συνείδηση.
(Συνεχίζεται)