Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017
Ο Χριστός στο Γολγοθά -(Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς)
Ο Χριστός στο Γολγοθά! Ο Σωτήρας μας στο σταυρό! Ο Δίκαιος πάσχει! Εκείνος που αγαπά ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, θανατώνεται από ανθρώπους! Όποιος έχει συνείδηση, ας ντραπεί! Όποιος έχει καρδιά, ας θρηνήσει! Όποιος έχει νου, ας κατανοήσει! […]
Ο καλός Σαμαρείτης που έσωσε την ανθρωπότητα από τις πληγές που της είχαν προξενήσει οι ληστές, έπεσε ο ίδιος στα χέρια τους. Γύρω από τον Κύριο υπήρχαν επτά είδη κακούργων. Το πρώτο είδος αντιπροσωπεύει ο Σατανάς, το δεύτερο οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες του Ισραηλινού λαού, το τρίτο ο Ιούδας, το τέταρτο ο Πιλάτος, το πέμπτο ο Βαραββάς, το έκτο ο αμετανόητος ληστής που συσταυρώθηκε μαζί Του και το έβδομο ο ληστής που μετάνιωσε. Ας σταματήσουμε για λίγο κι ας ατενίσουμε τη συντροφιά αυτή των κακούργων. Ανάμεσά τους στέκεται ο Υιός του Θεού, σταυρωμένος, πληγωμένος κι αιμόφυρτος.
Το πρώτο είδος είναι ο σατανάς. Είναι εκείνος που θέλει να κάνει το μεγαλύτερο κακό στο ανθρώπινο γένος. Είναι ο πατήρ του ψεύδους, ο κακούργος των κακούργων. Οι πειρασμοί που χρησιμοποιεί για να πειράξει τους ανθρώπους και να τους κάνει κακό είναι δυό ειδών: τους πειράζει με τις ανέσεις και με τα βάσανα. Στην αρχή πείραξε τον Κύριο στο Όρος των Πειρασμών με την υπόσχεση ανέσεων, με δύναμη και πλούτο· τώρα, στο τέλος, τον πειράζει με τα βάσανα, με το πάθος. Όταν κατατροπώθηκε στον πρώτο πειρασμό, άφησε τον Κύριο, έφυγε μακριά Του. Δεν τον εγκατέλειψε τελείως όμως, αλλά προς καιρόν. Όπως αναφέρει το ευαγγέλιο, «ο διάβολος απέστη απ’ αυτού άχρι καιρού» (Λουκ.8’13).
Ο καιρός αυτός πέρασε και τώρα ξαναπαρουσιάζεται. Αυτή τη φορά δε χρειάζεται να εμφανιστεί φανερά, ανοιχτά. Τώρα δουλεύει με ανθρώπους. Χρησιμοποιεί τους υιούς του σκότους που, τυφλωμένοι από την εκτυφλωτική λάμψη του Χριστού, παραδίδονται στα χέρια του Σατανά. Κι αυτός τους χρησιμοποιεί σαν όπλο εναντίον του Κυρίου Χριστού. Είναι κοντά τους όμως, είναι δίπλα σε κάθε γλώσσα που βλασφημεί το Χριστό, σε κάθε στόμα που φτύνει το πάντιμο πρόσωπό Του, σε κάθε χέρι που τον μαστιγώνει και του βάζει το αγκάθινο στεφάνι, σε κάθε καρδιά που φλέγεται από φθόνο και μίσος εναντίον Του.
ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΝ ΦΟΒΕΡΑ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ Ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς
Ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς
Ποτέ, ἀγαπητοί
μου ἀδελφοί, δέν εἶχε λιγώτερο Θεό μέσα του ὁ ἄνθρωπος ἀπό σήμερα. Ποτέ
λιγώτερος Θεός ἀπό σήμερα. Σήμερα ὁ διάβολος “σαρκώθηκε” μέσα στόν
ἄνθρωπο, γιά νά ἀποσαρκώσῃ τόν Θεάνθρωπο. Σήμερα ὅλο τό κακό μπῆκε στό
σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά ἀποδιώξῃ τόν Θεό ἀπό τό σῶμα. Σήμερα ὅλος ὁ
Ἅδης μεταφέρθηκε στήν γῆ. Ποιός νά θυμᾶται ὅτι ἡ γῆ κάποτε ἦταν
παράδεισος; Ἡ σημερινή πτῶσις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερη
ἀπό τήν πρώτη πτῶσι [τοῦ Ἀδάμ]. Τότε ὁ ἄνθρωπος ἀποστάτησε ἀπό τόν Θεό,
ἀλλά σήμερα ἐσταύρωσε τόν Θεό, σκότωσε τόν Θεό. Ἄνθρωπε, πῶς ἀλλοιῶς νά
σέ ὀνομάσω παρά διάβολο; Μά καί αὐτό εἶναι ὕβρις γιά τόν διάβολο. Ὁ
διάβολος ποτέ δέν ὑπῆρξε τόσο κακός, τόσο ἔντεχνα κακός ὅπως ὁ ἄνθρωπος.
Ὁ Κύριος κατέβηκε καί στόν Ἅδη, μά ἐκεῖ δέν τόν ἐσταύρωσαν. Ἐμεῖς ὅμως
τόν ἐσταυρώσαμε! Δέν εἶναι λοιπόν οἱ ἄνθρωποι χειρότεροι ἀπό τόν
διάβολο; Δέν εἶναι ἡ γῆ χειρότερος Ἅδης ἀπό τόν Ἅδη; Ἀπό τόν Ἅδη δέν
ἔδιωξαν τόν Χριστό, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι σήμερα τόν ἔδιωξαν ἀπό τήν γῆ, τόν
ἔδιωξαν ἀπό τό σῶμα τους, ἀπό τήν ψυχή, ἀπό τήν πόλι τους…
Στά κατάβαθα τῆς ψυχῆς μου, ἀδελφοί,
κουλουριάσθηκε σάν φίδι ἕνα πονηρό ἐρώτημα καί χαιρέκακα μέ ἐρωτᾶ:
Ὑπῆρξε ἄραγε ποτέ καλός ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ μπόρεσε νά σταυρώσῃ τόν Χριστό;
Ἐσύ [ὁ οὐμανιστής] πιστεύεις στόν
ἄνθρωπο. Καυχιέσαι γι’ αὐτόν. Τοῦ δίνεις μεγάλη ἀξία; Ὤ…! κοίταξε τόν
ἄνθρωπο, κοίταξέ τον τήν Μεγάλη Παρασκευή, κοίταξέ τον πῶς σκοτώνει τόν
Θεάνθρωπο καί πές μου, ἀκόμη τοῦ δίνεις μεγάλη ἀξία; Δέν αἰσθάνεσαι
ντροπή πού εἶσαι ἄνθρωπος; Δέν βλέπεις ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι χειρότερος
ἀπό τόν διάβολο;
Ξεχᾶστε ὅλες τίς ἡμέρες πρίν καί
μετά τήν Μεγάλη Παρασκευή, δεῖτε τόν ἄνθρωπο στό πλαίσιο τῆς Μεγάλης
Παρασκευῆς. Δέν σᾶς φαίνεται ὁ ἄνθρωπος ἡ συμπύκνωσις ὅλων τῶν κακῶν,
ὅλων τῶν πειρασμῶν, ὄλων τῶν ἀθλιοτήτων; Δέν δείχνει σήμερα ὁ ἄνθρωπος
ὅτι ἡ γῆ ἀποτρελάθηκε; Δέν ἀπέδειξε σήμερα ὁ ἄνθρωπος ὅτι, σκοτώνοντας
τόν Θεάνθρωπο εἶναι στ’ ἀλήθεια ἡ παραφροσύνη τῆς γῆς;
Καί ἡ Μέλλουσα Κρίσις δέν θά εἶναι,
ἀδελφοί, φοβερώτερη ἀπό τήν Μεγάλη Παρασκευή· δέν θά εἶναι. Ἀναμφίβολα
θά εἶναι λιγώτερο φοβερή, διότι τότε ὁ Θεός θά κρίνῃ τόν ἄνθρωπο, ἐνῶ
σήμερα ὁ ἄνθρωπος κρίνει τόν Θεό. Σήμερα εἶναι ἡ Φοβερά Καταδίκη τοῦ
Θεοῦ· Τόν καταδικάζει ὁ ἄνθρωπος. Σήμερα ὁ ἄνθρωπος ὁρίζει ὅτι ὁ Θεός
ἀξίζει τριάκοντα ἀργύρια. Ὁ Χριστός τριάκοντα ἀργύρια! Καί εἶναι τάχα ἡ
τελευταία φορά; Μήπως ὁ Ἰούδας εἶναι ὁ τελευταῖος ἀπό ἐμᾶς πού ἀποτίμησε
τόν Χριστό τριάκοντα ἀργύρια;
Γιατί ο Πέτρος αρνήθηκε τον Χριστό; (Γέροντας Ιωσήφ Ησυχαστής)
Ἐρωτ.: Γέροντα, μᾶς μιλήσατε
προηγουμένως γιά τό ἀτελές τοῦ Ἀπ. Πέτρου, πρό τῆς Πεντηκοστῆς. Λόγω τῆς ἀτέλειάς
του ἀρνήθηκε τόν Κύριό μας;
Ἀπαντ.: Τό θέμα τῆς ἀρνήσεως
τοῦ Πέτρου, κατά τίς κρίσεις τῶν Πατέρων, εἶναι οἰκονομία. Διότι δέν ἦτο δυνατό
ὁ Πέτρος, ὁ ὁποῖος εἰς ὅλη τήν περίοδο ποὺ ἦταν μαζί μέ τόν Χριστό καί ἔδειξε
τόσο ζῆλο καί τόση ταπεινοφροσύνη, νά πέση σέ τόσο μεγάλο λάθος, νά ἀρνηθῆ τρεῖς
φορές τόν Δεσπότη Χριστό. Δέν εἶναι λογικό αὐτό. Θυμηθεῖτε τήν ὁμολογία τοῦ
Πέτρου!
Ὅταν ὁ Ἰησοῦς μᾶς ἐρώτησε: «Ὑμεῖς
δέ τίνα μέ λέγετε εἶναι;» ὁ Πέτρος ὡμολόγησε καί εἶπε: «Σύ εἰ ὁ Χριστός ὁ υἱός
τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Καί ὁ Ἰησοῦς μας ἐγύρισε καί τοῦ εἶπε: «Μακάριος εἶ,
Σίμων Βαριωνά, ὅτι σάρξ καί αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ' ὁ Πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς
οὐρανοῖς. Κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σύ εἶ Πέτρος, καί ἐπί ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω
μου τήν Ἐκκλησίαν». (Ματθ. 16,16-18).
Ὁ Πέτρος κατά φύσι ἦταν πολύ
ζηλωτής καί ἀσυμβίβαστος. Μέσα στήν πανσοφία Του ὁ Θεός, μετά τήν θερμή του ὁμολογία,
τόν ἔθεσε θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπειδή ὅμως ἡ Ἐκκλησία θά ἀγκάλιαζε ὅλη τήν ἀνθρώπινη
φύσι, ὅλους τοὺς χαρακτῆρες, ὄχι μόνο τούς ζηλωτές καί ἰσχυρούς ἀλλά καί τούς ἀσθενεῖς
καί ἀδυνάτους, ἐπιτρέπει ὁ Κύριος τήν τριπλῆ ἄρνησι. Διότι, μήν ξεχνᾶμε∙ οἱ
περισσότεροι ἄνθρωποι εἶναι ἀσθενεῖς καί ἀδύνατοι. Οὔτε στούς πέντε ἀνά ἑκατό
δέν θά εὕρωμε ἰσχυρούς χαρακτήρας, οἱ ὅποιοι ἀγάπησαν τόν Θεό ἐξ ὁλοκλήρου καί
μέ τήν ὁρμή τῆς ἀγάπης τους ἔδειξαν αὐταπάρνησι. Γι' αὐτούς λοιπόν τούς ὑπολοίπους
ἀσθενεῖς ἔγινε οἰκονομία. Ὁ Πέτρος ὅμως ὡς ζηλωτής καί ἰσχυρός, ποὺ δέν εἶχε μέσα
του νόημα συγκαταβάσεως, δέν θά τό καταλάβαινε αὐτό.
Ἑπομένως κάνει μία οἰκονομία ὁ Θεός
καί ἐπιτρέπει νά τόν ἀρνηθῆ. Ὕστερα τόν θεραπεύει μόνος Του. Τόν πλησιάζει καί
τοῦ λέει: «Πέτρε, φιλεῖς με; Πέτρε, ἀγαπᾶς με;» Ἐλυπήθη ὁ Πέτρος, δέν τό
κατάλαβε. Ἀλλά οἱ τρεῖς ἐρωτήσεις ἦταν ἡ θεραπεία τῆς τρισσῆς ἀρνήσεως.
Μέ τήν τριπλῆ Ὁμολογία, ὁ Πέτρος, ἐξήλειψε
τήν ἐνοχή. Ἔμαθε ὅμως ἐκ πείρας, ὅτι καί οἱ ζηλωταί ἀκόμη ἔχουν ἀνάγκη ἐπιεικείας.
Τό ἴδιο κάνει ὁ Θεός καί στόν Ἀπ.
Παῦλο. Ἐπειδή ἦταν ἡ σπονδυλική στήλη τῆς Ἐκκλησίας, τόν ἀφήνει στήν ἀρχή νά
γίνη διώκτης, ἐχθρός∙ καί ὕστερα τόν παίρνει∙ καί αὐτός μέ συναίσθησι βαθυτάτης
ταπεινοφροσύνης λέγει: «Οὐκ εἰμί ἱκανός καλεῖσθαι Ἀπόστολος, διότι ἐδίωξα τήν Ἐκκλησία
τοῦ Χριστοῦ». Ἔχω ὅμως ἕνα ἐλαφρυντικό, ὅτι «ἀγνοῶν ἐποίησα».
Βλέπετε μέ πόση πανσοφία ὁ Θεός οἰκονομεῖ
γιά νά δώση καί σέ μᾶς παρηγοριά. Διότι αὐτοί οἱ κορυφαῖοι ἐάν ἔμπαιναν μέ τήν
δύναμι τῆς ὁρμῆς τους μέσα στήν Ἐκκλησία, ποῦ θά ἤξεραν ὅτι ἐμεῖς οἱ ἀδύνατοι
δέν ἠμποροῦμε τώρα νά κρατήσωμε; Μέ αὐτό τόν τρόπο συγκαταβαίνει ἡ θεία ἀγαθότης
πρός τίς ἀδυναμίες τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά ἠμπορέσωμε καί ἐμεῖς νά φθάσωμε εἰς αὐτή.
Κατεβαίνει ὁ Θεός γιά νά σηκωθοῦμε ἐμεῖς.
Η ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΗ ΘΩΜΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ (4) -επανάληψη. Enrico Berti
Η ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΘΩΜΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Διευκρίνηση
Ας
διευκρινίσουμε όμως την επιμονή μας στο θέμα της αναλογίας! Γιατί είναι
τόσο σημαντική η αποδοχή της ή η απόρριψή της; Γιατί οι φιλοσοφίες του
προσώπου στηρίζοντας απολύτως στην αναλογία και επιδιώκουν να ανανεώσουν
ταυτοχρόνως τον ανθρωπολογικό μας τύπο και την Εκκλησία, βοηθώντας τον
κληρικαλισμό, αυτή την πανούκλα της Εκκλησίας, να ενωθεί με τον
Οικουμενισμό!
«Η
γνώση μέσω αναλογίας συνεπάγεται πώς η αλήθεια είναι δυνατόν να
κατακτηθεί με διαφορετικούς τρόπους: όχι μόνον δια της οδού της
ταυτότητος ή της μονοσημαντότητος, στον απόλυτο τρόπο μίας παρουσίας στη
σκέψη, αλλά επίσης και δια της οδού της μή-ταυτότητος, της
σχετικότητος, η οποία δια της ομοιότητος ανάμεσα σε μία αλήθεια και σε
μία άλλη, μας δίνει με έναν ανακόλουθο τρόπο, αλλά αληθινό, την σχέση με
την πραγματικότητα».
Μία
θέση λοιπόν, επηρεασμένη καθ’ολοκληρίαν από την θεολογία του
Αυγουστίνου και του Ακινάτη, οι οποίοι πρέσβευαν πώς το Άγιο Πνεύμα
φωτίζει, βοηθά τον Νού τού ανθρώπου, μάλιστα ακόμη χειρότερα είναι ο
εσωτερικός δάσκαλος. Παραλλάσσοντας αυτή την θεολογία, είναι αδύνατον να
φθάσουμε στην Ορθόδοξη εμπειρία της αλήθειας. Το Άγιο Πνεύμα δέν είναι
κάτι σταθερό και μόνιμο, δέν είναι βοηθός ενός ατόμου. Μορφώνει μέσα μας
Χριστό και όπου θέλει πνεί. Ο Γιανναράς, ο Ζηζιούλας και οι αμέτρητοι
οπαδοί τους βάλλουν εναντίον του Ησυχασμού νομίζοντας πώς το Άγιο Όρος
είναι αφιερωμένο στον Ακινάτη, καθώς κατηγορούν τούς αγιορείτες γιά
ατομική σωτηρία. Τί θράσος! Από απόλυτη άγνοια. Συμπαρασύροντας στην
άγνοια και το σύνολο της Ιεραρχίας που ρέπει προς τις εύκολες σωτηρίες.
Τό παράλογο μέ τίς φιλοσοφίες τού προσώπου είναι ότι, ενώ έχουν
συγκροτηθεί μέ τήν βοήθεια τής Δυτικής θεολογίας ισχυρίζονται
ταυτοχρόνως πως είναι καί αντιδυτικές (φιλοσοφίες)
3. Οι σύγχρονοι συνεχιστές.
Οι
σύγχρονοι συνεχιστές του Θωμιστικού δόγματος της αναλογίας τού είναι,
οι Θωμιστές δηλ, χωρίζονται ακόμη απο την προτίμησί τους τού πρωτείου
της αναλογικότητος και εκείνου της ιδιότητος (της αναγωγής). Ένα πρωτείο
της αναλογικότητος φαίνεται να βεβαιώνεται απο την Sofia Vanni Rovighi, η οποία δηλώνει πώς ακολουθεί τον Gaetano,
επιβεβαιώνοντας πώς η αναλογικότης εκφράζει έναν εσωτερικό χαρακτήρα
ανάμεσα στα πράγματα της αναλογίας (δηλ. το γεγονός πώς τα ουσιώδη τού
καθενός είναι σε συμμετρία με το Είναι τους,) ενώ η αναλογία της
αποδόσεως, (που επινοείται ή αποδίδεται) εκφράζει μόνον έναν εξωτερικό
χαρακτήρα (δηλ. την σχέση με κάτι άλλο) και συγκεφαλαιώνοντας μας λέει
πώς η αναλογία του Είναι είναι «πάνω απ’όλα» τής αναλογικότητος, παρότι
δέν αποκλείει εντελώς και την δεύτερη αναλογία.
Ακόμη πιό σαφής είναι η προτίμηση για την αναλογικότητα, την οποία εκφράζει ο Jaques Maritain, ο οποίος ακολουθώντας επίσης τον Gaetamo και ιδιαιτέρως τον Giovanni di San Tommaso,
δηλώνει πώς αυτή είναι η κατ’εξοχήν μεταφυσική αναλογία, ενώ εκείνη της
ιδιότητος είναι μόνον η συνέπεια. Ακόμη περισσότερο, κατά τον Maritain με
την αναλογία της αναγωγής, εάν ληφθεί μόνη της, έχουμε να κάνουμε με
μία μονοσήμαντη έννοια την οποία χρησιμοποιεί η διάνοια αναλογικά
μεταφέροντας την σε άλλα αντικείμενα.
Το πρωτείο όμως της αναλογικότητος υποστηρίζεται κυρίως απο τον Αμερικάνο James F Anderson,
ο οποίος επιμένει να υπογραμμίζει τον μονοσήμαντο χαρακτήρα που έχει
καθ’εαυτή η έννοια κάθε κατηγορηματικού συλλογισμού μέσω της αναγωγικής
αναλογίας, και δηλώνει πώς το Είναι δέν είναι μονοσήμαντο μ’αυτή την
έννοια, διότι ακόμη και άν το Είναι τής δημιουργίας εξαρτάται απο την
σχέση του με τον Θεό, δέν συνίσταται απο αυτή την σχέση και δέν περιέχει
στην έννοια του, την έννοια του πρώτου αναλογούντος, όπως θα απαιτούσε η
αναλογία της αναγωγής. Κατά τον Anderson η αναλογία της αναγωγής είναι πολύ κοντά σ’εκείνη την αναλογία την οποία ο Gaetano ονομάζει
αναλογία της ανισότητος, η οποία δέν είναι μία αληθινή αναλογία, διότι
σ’αυτή δέν είναι ανάλογη η έννοια που χρησιμοποιείται αλλά μόνον το
όνομα. Αυτή η φόρμα αναλογίας, κατά την γνώμη του, είναι παρούσα στον
Πλάτωνα, όπου υπάρχει μία ιδέα ή υπέρτατη φόρμα, μετεχόμενη σε
διαφορετικούς βαθμούς, ενώ η αναλογία δι’αναγωγής είναι παρούσα στον
Πλωτίνο και στον νεοπλατωνισμό γενικώς όπως και στην Θωμιστική οδό
επίσης, σαν ex gradium entium. Κατά τον Anderson,
τέλος, η αναλογία δι’αναγωγής (ή χορηγήσεως)είναι πολύ κοντά στην
μονοσημαντότητα του είναι, που εξήγγειλε ο Παρμενίδης, ο Σπινόζα και ο Hegel, αλλά και ο Duns Scoto απο τον οποίο εξαρτάται ο Suarez όταν δίνει το Πρωτείο στην αναλογία δι’αναγωγής.
Αντιθέτως είναι υπέρ του πρωτείου της αναλογία δι’αναγωγής ο Geiger ο Fabro, ο Montanes όλοι
εκείνοι δηλ, οι οποίοι βλέπουν στο δόγμα της συμμετοχής, Πλατωνικής
προελεύσεως, τον πυρήνα της Θωμιστικής Μεταφυσικής. Έχει μεγάλη σημασία
επίσης πώς μερικοί απο αυτούς, όπως ο Cornelio Fabro ομολογούν ανοιχτά πώς το esse του
Ακινάτη παραπέμπει περισσότερα στο Είναι του Παρμενίδη (το οποίο
επανέφερε σήμερα ο Χάϊντεκγερ) παρά σε κείνο του Αριστοτέλη. Το actus essendi είναι
δηλ, το καθαρό είναι, και όχι το είναι του συλλογισμού, το οποίο
λαμβανόμενο μόνο του δέν σημαίνει τίποτε για τον Αριστοτέλη. Και γι’αυτό
μπορεί να εκληφθεί σαν τον πιό υψηλό προσδιορισμό του Θεού, που είναι
το esse Ipsum Subsistens.
Στον
Παρμενίδη αναφέρεται, παρότι απο διαφορετικές θέσεις, ένας Θωμιστής σαν
τον Γουστάβο Μπονταντίνι, ο οποίος εκφράζει την δική του έννοια του
Είναι μέσω της λεγόμενης «Αρχής του Παρμενίδη», δηλ, «το είναι δέν
μπορεί να μήν είναι». Και αυτός όμως επίσης δέν διστάζει να αναγνωρίσει
την καταγωγή της Θωμιστικής έννοιας του Essen ut actus περισσότερο απο τον Παρμενίδη, παρά απο τον Αριστοτέλη, καθώς κατανοείται στην καταγωγική του αντίθεση στό μή είναι.
Μάλιστα
δέ, προσπαθώντας να απαντήσει στην παρατήρηση πώς η αρχή του Παρμενίδη
προϋποθέτει πώς το Είναι έχει μία ουσία, εκείνη δηλ, λόγω της οποίας δέν
μπορεί να μήν είναι και επομένως είναι μονοσήμαντο, δέν διστάζει να
παραδεχθεί πώς πρίν αποδείξουμε το «θεώρημα της δημιουργίας» πρέπει να
δεχθούμε πώς το είναι, είναι μονοσήμαντο και μόνον μετά απο μία τέτοια
απόδειξη, μπορούμε να πούμε πώς είναι ανάλογο. Αυτό όμως τώρα θέτει το
πρόβλημα της κατανοήσεως. Με ποιόν τρόπο δηλ. ακριβώς η έννοια του Είναι
μπορεί να μεταλλαχθεί, έτσι ώστε πρώτα να είναι μονοσήμαντη και μετά
ανάλογη (δηλ το αντίθετο του μονοσήμαντου). Αλλά ίσως η μόνη εξήγηση να
βρίσκεται ακριβώς στο δόγμα της αναγωγικής αναλογίας.
Τέλος είναι σε όλους μας γνωστή και η θέση του Emanuele Severino,
ο οποίος ήταν ήδη Θωμιστής για να καταλήξει μαθητής του Παρμενίδη, ο
οποίος απο την επαναφορά τής έννοιας τού Είναι στον ορισμό του
Παρμενίδη—ότι δηλ, το είναι δέν μπορεί να μήν είναι—βγάζει την λογική
συνέπεια του αποκλεισμού της δημιουργίας, πράγμα που σημαίνει πώς
εγκαταλείπει κάθε φόρμα αναλογίας και υπαναχωρεί στην πιό ριζική
ενύπαρξη.
Αμέθυστος
Η αναίρεση του «δόγματος της αναλογίας του όντος» με βάση τα συγγράμματα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (26)
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ: ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
π. Χρίστος Μαλάης
Η αναίρεση του «δόγματος της αναλογίας του όντος» με βάση τα συγγράμματα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά
ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Η αναίρεση του «δόγματος της αναλογίας του όντος»
στο θεολογικό έργο του αγ. Γρηγορίου Παλαμά
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
Αναίρεση του «δόγματος της αναλογίας του όντος» (Α)
2.3.4. Η αναλογία και
οι λόγοι των όντων
(Η αναίρεση του «δόγματος της αναλογίας του όντος» στη διδασκαλία για τους
λόγους των όντων)
Ο Θεός λέγεται ότι «πληθύνεται», επειδή πολλαπλασιάζεται διά
του καθ’ έκαστον βουλήματος για την παραγωγή των όντων, σύμφωνα με τις
προνοητικές του προόδους1. Ενώ ως προς την ουσία του ο Θεός παραμένει παντελώς
άγνωστος, ως προς τα προνοητικά θελήματά του για τα όντα καθίσταται σε μας κατά
κάποιο τρόπο γνωστός2. Η μόνη γνώση για το Θεό την οποία μπορούμε να κερδίσουμε
διαμέσου των κτισμάτων, είναι εκείνη που προέρχεται από τα προνοητικά θελήματά
του και μας φανερώνει ότι ο Θεός είναι αγαθός, σοφός, δυνατός και γενικά έχει
όλα τα άλλα εκείνα χαρακτηριστικά, τα οποία λέγονται ότι είναι περί την ουσία3.
Τα προνοητικά θελήματα του Θεού ταυτίζονται με τους λόγους των όντων, διαμέσου
των οποίων ο Θεός φανερώνει τα ιδιώματα του Τριαδικού θελήματός του4. Όπως θα
δούμε στο κεφάλαιο αυτό, ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς, χρησιμοποιεί την αναλογία με
σκοπό να αποδείξει ότι οι δυνάμεις και τα παραδείγματα των όντων προϋπάρχουν ως
λόγοι, αλλά όχι ως ουσίες ούτε ως αυθυπόστατα, ούτε πάλι συντελούν με κάποιο
τρόπο στην ύπαρξη του Θεού5. Τα όντα δεν υπάρχουν ανάλογα προς την ουσία ή την
ύπαρξη του Θεού, αλλά διαμέσου της ενότητας, της οποίας η αιτία και ο λόγος
είναι η θεία ενότητα6. Η απουσία αναλογίας ανάμεσα στα θεία και στα ανθρώπινα,
φαίνεται και από το γεγονός ότι είναι άλλο πράγμα η γνώση των λόγων από το
«διανοητικό» της ψυχής και άλλο η «ενορατική σύλληψη» των εικόνων των λόγων
διαμέσου του «διορατικού» της ψυχής, η οποία αγγέλλει το Θεό και ταυτόχρονα
οδηγεί στη δοξολογία του Δημιουργού διαμέσου των κτισμάτων. Ωστόσο, με βάση την
«αναλογία της μεθέξεως» είναι δυνατό να γνωρίσουμε ότι η ύπαρξη των λόγων αφορά
σε εκείνο τον τρόπο ζωής, σύμφωνα τον οποίο μπορούμε να καταστούμε ένθεοι και
να ενωθούμε πραγματικά με το Θεό. Η μετοχή στη θεία έλλαμψη χορηγείται από το
Θεό στον άνθρωπο ανάλογα προς την αξία και το μέτρο της πνευματικής του
κατάστασης. Αλλά και η γνώση των όντων που χορηγείται διαμέσου της θείας
ελλάμψεως είναι ανάλογη προς το μέτρο της καθαρότητας και της αγιότητας που
έχουν όσοι μετέχουν σ’ αυτήν.
2.3.4.1 Η «αναλογία
της μεθέξεως»
Σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, υπάρχουν κάποιες αρχές
οι οποίες βρίσκονται μεταξύ της αμέθεκτης ουσίας και των μετεχόντων του Θεού,
διαμέσου των οποίων τα μετέχοντα μετέχουν στο Θεό7. «Ἅπασαι ἀρχαὶ οὐδὲν ἕτερόν
εἰσιν, ἢ οἱ λόγοι τῶν ὄντων καὶ τὰ παραδείγματα, μεθεκτοὶ μὲν τοῖς οὖσιν, ἐξῃρημένοι
δὲ τῶν ὄντων, ὡς τῷ δημιουργικῷ νῷ ἐνυπάρχοντες καὶ προϋπάρχοντες, καθ’ οὓς
γέγονε τὰ πάντα»8. Όλες οι αρχές οι οποίες προσδιορίζουν τα όντα, λέει ο άγ.
Γρηγόριος Παλαμάς, δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι λόγοι των όντων, δηλαδή τα
παραδείγματα τα οποία υπάρχουν μέσα στο δημιουργικό νου9. Προϋπάρχουν,
μετέχονται και βρίσκονται πάνω από όλα τα όντα, και σύμφωνα με αυτά έχουν
δημιουργηθεί όλα όσα υπάρχουν. Εφόσον υπάρχουν αφενός αυτά που μετέχουν του
Θεού, αφετέρου η ουσία του Θεού η οποία είναι εντελώς αμέθεκτη, «ἔστιν ἄρα τι
μεταξὺ τῆς ἀμεθέκτου οὐσίας καὶ τῶν μετεχόντων, δι’ οὗ ταῦτα τοῦ Θεοῦ μετέχουσιν»10.
Αν κάποιος αφαιρούσε αυτά που υπάρχουν μεταξύ του αμεθέκτου και των μετεχόντων,
τότε θα απομάκρυνε το σύνδεσμό τους και θα τοποθετούσε ανάμεσα τους μέγα και
αδιάβατο χάσμα11. Εξαιτίας των λόγων ο Θεός δεν θεωρείται μόνο αυτοτελής,
αυτενέργητος, θεατής του εαυτού του διαμέσου του εαυτού του, αλλά και αγαθός,
γιατί έτσι δεν αρκείται μόνο στη δική του θεωρία, ούτε είναι ανίκανος να
ευεργετεί, ούτε ακίνητος, αλλά κινείται και παρίσταται σε όλους διαμέσου των
δημιουργικών και προνοητικών προόδων και ενεργειών12. Αν δεν υπήρχαν οι λόγοι
ως σύνδεσμοι ανάμεσα στα μετέχοντα και στην αμέθεκτη ουσία, τότε θα έπρεπε να
αναζητήσουμε ένα Θεό που να είναι οπωσδήποτε με κάποιο άλλο τρόπο μεθεκτός,
στον οποίο «μετέχοντες ἕκαστος οἰκείως ἑαυτοῦ κατὰ τὴν τῆς μεθέξεως ἀναλογίαν ὄντες
καὶ ζῶντες καὶ ἔνθεοι ἐσόμεθα»13. Αφού δεν υπάρχει κάτι άλλο ανάμεσα στα
μετέχοντα και στην αμέθεκτη ουσία, έπεται ότι οι λόγοι των όντων είναι αυτοί με
βάση τους οποίους ο καθένας μετέχει στο Θεό, «οἰκείως ἑαυτοῦ κατὰ τὴν τῆς
μεθέξεως ἀναλογίαν». Το «οἰκείως ἑαυτοῦ» τότε, σημαίνει ότι οι λόγοι μας
συνδέουν με το Θεό με κάποιον τρόπο ο οποίος αφορά όχι μόνο στο Θεό αλλά και σε
εμάς τους ίδιους. Αυτό γίνεται «κατὰ τὴν τῆς μεθέξεως ἀναλογίαν»: η μέθεξη,
δηλαδή ο τρόπος σύνδεσης του καθενός με το Θεό, είναι ανάλογος όχι μόνο με τα
μέτρα του Θεού αλλά και με τα δικά μας μέτρα, με τα δικά μας δηλαδή ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Ο σκοπός για τον οποίο η μέθεξη στο Θεό διαμέσου των
λόγων είναι ανάλογη και προς τα δικά μας φυσικά γνωρίσματα, είναι το να
οδηγηθούμε σε ένα τέτοιο τρόπο ζωής, σύμφωνα με τον οποίο «ὄντες καὶ ζῶντες καὶ
ἔνθεοι ἐσόμεθα»14. Συνεπώς, η «αναλογία της μεθέξεως» δεν αφορά την ύπαρξη
οποιασδήποτε φυσικής ή υπαρκτικής αναλογίας ανάμεσα στα θεία και στα ανθρώπινα,
η οποία στηρίζεται στην παρουσία των λόγων ως ενδιάμεσων της αμέθεκτης ουσίας
και των μεθεκτών. Αντίθετα, σκοπός της είναι να φανερώσει ότι η ύπαρξη των
λόγων αφορά σε εκείνο τον τρόπο ζωής τον οποίο ακολουθώντας μπορούμε να
καταστούμε ένθεοι και να ενωθούμε πραγματικά με το Θεό. Αυτός ο τρόπος ζωής δεν
είναι άλλος από το να ζούμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
2.3.4.2 Η αναλογία
του κέντρου και των ακτίνων του κύκλου, ως παράδειγμα για τον τρόπο που
σχετίζονται οι θείες δυνάμεις και τα θεία παραδείγματα με το Θεό
Υπάρχουν τόσοι λόγοι και παραδείγματα, όσα ακριβώς είναι και
τα μετέχοντα15. Οι ενδιάμεσοι λόγοι δεν υφίστανται ως ανεξάρτητες υποστάσεις,
αλλά αποτελούν δυνάμεις της θείας υπερουσιότητας, η οποία «μοναχῶς καὶ ἑνιαίως
προειληφυίας καὶ συνειληφυίας τὴν τῶν μεθεκτῶν ἅπασαν πληθύν, δι᾿ ἥν κατά τὰς
προόδους πολυπλασιαζομένη καὶ μετεχομένη παρὰ πάντων ἀν ἐκφοιτήτως ἔχεται τοῦ ἀμεθέκτου
καὶ ἑνός»16. Προκειμένου να γίνει αυτό πιο κατανοητό, παραθέτει το εξής
παράδειγμα: «Εἰ γὰρ καὶ τὸ τοῦ κύκλου κέντρον, ἔχον τὴν τοῦ ἀφιέναι παρ᾿ ἑαυτοῦ
πάσας τὰς τοῦ κύκλου γραμμὰς δύναμιν ἐν ἑαυτῷ, οὐ δύο ἤ πολλά ἐστι σημεῖα, πολλῷ
μᾶλλον ὁ Θεὸς πᾶσαν διπλόην ἀπαναίνεται, τὰς δυνάμεις ἐν ἑαυτῷ καὶ τὰ
παραδείγματα τῶν γενητῶν προέχων»17. Πρόκειται για μία αναλογική σύγκριση, στην
οποία:
α) το κέντρο του κύκλου αναλογεί στη θεία υπερουσιότητα,
β) η δύναμη του κέντρου να αφήνει από μόνο του όλες τις
γραμμές του κύκλου αναλογεί στις δυνάμεις και τα παραδείγματα των κτιστών τα
οποία υπάρχουν μέσα στο Θεό,
γ) κάθε γραμμή αντιστοιχεί στον ιδιαίτερο λόγο του κάθε
όντος,
δ) το γεγονός ότι το κέντρο του κύκλου είναι ένα και όχι δύο
ή πολλά σημεία αναλογεί στο γεγονός ότι ο Θεός απορρίπτει κάθε «διπλότητα» και
παραμένει ένας και απλός.
Με βάση την αναλογία αυτή, αποδεικνύεται τότε ότι οι
δυνάμεις και τα παραδείγματα των όντων προϋπάρχουν ως λόγοι, αλλά όχι ως ουσίες
ούτε ως αυθυπόστατα, ούτε πάλι συντελούν με κάποιο τρόπο στην ύπαρξη του
Θεού18. Διότι ο Θεός αποτελεί την αιτία της δικής τους υπάρξεως, καθόσον ο
ίδιος δεν προέρχεται με κανένα τρόπο από αυτά, αλλά αντίθετα αυτά προέρχονται
από το Θεό.
Ο σκοπός για τον οποίο γίνεται χρήση της εν λόγω αναλογίας
αφορά στις απόψεις των έξω φιλοσόφων, σχετικά με τα παραδείγματα των όντων19. Ο
Πυθαγόρας, ο Πλάτων και ο Σωκράτης, σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, από
τους οποίους παρέλαβε τις απόψεις του ο Βαρλαάμ, εξέλαβαν κατά τρόπο ταπεινό
και ανάξιο του Θεού τα παραδείγματα αυτά ως αυθύπαρκτες και συναίτιες με το Θεό
αρχές20.
Τους προσάπτει έτσι την κατηγορία ότι αυτοσχεδιάζοντας
τοποθέτησαν μεταξύ της υπερουσιότητας του Θεού και των γενητών άλλες θείες
ουσίες αρχικές των όντων21. Εμείς, λέει ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς, και οι Πατέρες
μας, δε θεωρούμε τίποτε από όλα αυτά ως αυθύπαρκτο, γι’ αυτό και τα αποκαλούμε
προορισμούς, προγνώσεις και θελήματα του Θεού, που υπάρχουν σ’ αυτόν πριν από
τα κτίσματα22. Υπάρχουν πάντοτε και κυριολεκτικά, έτσι, ο προορισμός, η
πρόγνωση, η πρόνοια και τα παρόμοια και είναι αδιαίρετα ενωμένα με το Θεό, αν
και είναι διαφορετικά από την υπερούσια ουσία, η οποία βρίσκεται πάνω από
αυτά23. Οι λόγοι των όντων υπάρχουν μέσα στο Θεό ενοειδώς, ως θελήματα του Θεού
με βάση τα οποία δημιουργούνται και έρχονται στην ύπαρξη τα όντα24. Δεν είναι
δυνατό οι προορισμοί και τα θεία θελήματα, τα ποιητικά των όντων να είναι
κτιστά αλλά άκτιστα25. Δεν αποτελούν ενδιάμεσες οντότητες από τις οποίες
διέρχεται η θεία ουσία και μερίζεται στα όντα, ούτε αυθύπαρκτες ουσίες,
αποκομμένες τόσο από το Θεό όσο και από τα όντα, διαμέσου των οποίων ο Θεός
προσδίδει ύπαρξη στα όντα26. Αυτές οι θεωρίες είτε υποβιβάζουν το Θεό,
εντάσσοντάς Τον στις τάξεις των κτιστών όντων, είτε ανεβάζουν τα κτιστά στην
τάξη του ακτίστου27. Σ’ αυτές ακριβώς τις πλάνες οδηγούνταν οι σχολαστικοί,
υποστηρίζοντας ότι η βαθύτερη φύση του κάθε όντος συνίσταται στο ότι μετέχει με
αναλογικό τρόπο στη θεία τελειότητα28. Όπως έχουμε δει, ο Ακινάτης θεωρούσε ότι
ο ιδιαίτερος λόγος του κάθε όντος, συνίσταται στον τρόπο και το βαθμό
αναλογικής μετοχής και μίμησης προς το αρχέτυπό του, το οποίο προϋπάρχει μέσα
στη θεία ουσία29. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, ωστόσο, ο Θεός δε δημιουργεί τον κόσμο
από το μηδέν και τα όντα δεν έχουν ανάγκη από μία νέα κτίση για να έλθουν σε
επαφή με το Θεό30. Μάταιη αποβαίνει έτσι η ενανθρώπηση του Θεού και ουδεμία
ουσιαστική διαφορά υπάρχει ανάμεσα στην ελληνική φιλοσοφία και στο χριστιανική
θεολογία.
2.3.4.3 Η αναλογία
του αισθητού ήλιου
Σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, «εἰ κατ᾿ αἰτίαν τὸν Θεὸν
ἕν οὐκ εὔλογον εἰπεῖν, οὐδὲ τοῦ ἑνὸς αἴτιος ἔσται, καὶ γὰρ ὧν ἐστιν αἴτιος, ἀπὸ
τούτων ἔχει τὰς προσηγορίας»31. Αν ο Θεός ονομάζεται αίτιος του ενός, αυτό
συμβαίνει επειδή λαμβάνει τις προσηγορίες του από εκείνα των οποίων είναι
αίτιος. Τα ονόματα που αποδίδονται στο Θεό, σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά,
προέρχονται από τα αίτιά του και όχι από τον ίδιο32. «Εἰ δὲ τοῦ ἑνὸς οὐκ ἔστιν ὁ
Θεὸς αἴτιος, οὐδενὸς τῶν ὄντων ἐστὶν αἴτιος˙ τῷ γὰρ εἶναι τὸ ἕν, πάντα ἐστὶ τὰ ὄντα,
καὶ τῶν ὄντων ἕκαστον ἕν ἐστιν ἤ γένει ἤ εἴδει ἤ ἀριθμῷ, καὶ οὐδ᾿ ἄν πολλὰ ἕκαστον
αὖθις τούτων εἴη τῇ κατ᾿ αὐτὰ διαφορᾷ, εἰ μὴ τὸ ἕν εἴη˙ τὸ γὰρ ἕν ἐστι
στοιχειωτικὸν καὶ συνεκτικὸν καὶ συστατικὸν ἁπάντων. Ὥσθ᾿ ὁ τοῦ ἑνὸς μὴ ὤν αἴτιος
οὐδενὸς ἐστιν αἴτιος»33. Ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς, υποστηρίζει ότι ο Θεός είναι
αίτιος της ενότητας στην οποία ανάγονται όλα τα όντα κατά το γένος, κατά το
είδος και κατά τον αριθμό. Η θέση αυτή σχετικά με τον τρόπο συνοχής των όντων
σε μία ενότητα προέρχεται από τον Αριστοτέλη, ο οποίος αναφέρει και ένα τέταρτο
τρόπο συνοχής, την ενότητα με βάση την αναλογία34.
Οι τρεις τρόποι συνοχής των όντων με βάση την αριστοτελική
λογική αναφέρονται από τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, ως ένδειξη για την ύπαρξη του
ενός, του οποίου αίτιος είναι ο Θεός. Από το ένα αυτό, τότε, λαμβάνει και ο
Θεός την προσηγορία του ενός, όχι επειδή υπάρχει κατ’ αναλογία προς αυτό, αλλά
επειδή αποτελεί την αιτία του. Ο Θεός, σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά,
είναι ο αίτιος κάθε μορφής ενότητας και συνοχής, η οποία συγκροτεί, συνέχει και
συνιστά τα όντα35. Ο Θεός είναι η αιτία της ύπαρξης των πάντων διά του ενός,
και όχι το ίδιο το ἓν36. Ο Θεός με το να είναι υπεράνω όλων, καθίσταται αίτιος
του ενός που συνέχει τα όντα και διαμέσου του ενός μεταδίδει στα όντα την
άκτιστη ενέργεια της αγαθότητάς του, «μετεχόμενος ἀμεθέκτως»37. Παρά το γεγονός
ότι ο Θεός είναι ένας κατά την ύπαρξη και κατά την αιτία, το ένα δεν ταυτίζεται
με την ουσία του Θεού38. Αυτό φαίνεται και από το παράδειγμα του αισθητού
ήλιου: όπως ο αισθητός ήλιος είναι ένας παρά το γεγονός ότι το ένα δεν αποτελεί
την ουσία του, έτσι ακριβώς και ο Θεός είναι ένας χωρίς ωστόσο το ένα να
ταυτίζεται με την ουσία του39. Είναι άλλο πράγμα η ουσία του Θεού και άλλο η
θεία ενότητα, η οποία συνέχει και συνιστά τα κτιστά όντα. Η ενότητα των όντων
δεν έχει ως αιτία τη μετοχή στην ουσία αλλά στις ενέργειες του Θεού40. Τα όντα
δεν υπάρχουν ανάλογα προς την ουσία ή την ύπαρξη του Θεού, αλλά διαμέσου της
ενότητας, της οποίας η αιτία και ο λόγος είναι η θεία ενότητα. Διαμέσου του
λόγου της ενότητας μπορούμε να χαρακτηρίσουμε το Θεό και ως την ουσία των
όντων, καθώς αυτός αποδεικνύεται ως ζωή των ζώντων, ως σοφία των σοφιζομένων,
και οντότητα γενικώς όλων των μετεχόντων του «εἶναι καὶ τοῦ εὖ εἶναι»41. «Εἰ δὲ
καὶ ὑπάρξεώς τινος μετέχει τὰ περὶ Θεόν, οὐχ ὡς οὐσίαι, οὐδ᾿ ὡς ἀνυπόστατα, ἀλλ᾿
ὡς ἐνέργειαι οὖσαι τοῦ Θεοῦ»42. Διότι εάν μετείχαν με κάποιο τρόπο στην ουσία
του Θεού, δεδομένου ότι και τα κτίσματα ανήκουν στα «περὶ τὸν Θεόν», τότε η
θεία ουσία δε θα ήταν άκτιστη αλλά κτιστή43. Η σοφία, το αγαθό, το φως, η ζωή
και όσα άλλα λέγονται «περὶ τὸν Θεόν» παρουσιαζόμενα διά ονομάτων, όπως
παρατηρούμε και από τα κτιστά, δεν είναι ουσίες αλλά ενέργειες44. Εκείνοι, άρα,
λέει ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς, οι οποίοι επιθυμούν να υμνήσουν αληθινά τη
θεαρχική υπερουσιότητα, δεν την θεωρούν ούτε ως λόγο, ούτε ως δύναμη ή ζωή ή
ουσία ή αγαθότητα, αλλά ως εντελώς απαλλαγμένη παντός ονόματος και πράγματος45.
Ο Θεός είναι πάνω από όσα λέγονται «περὶ αὐτόν», γι’ αυτό διαφέρουν τα «περί αὐτόν»
στο Θεό από τα «καθεαυτόν» στα κτιστά46. Από τα «περὶ τὸ Θεόν» άλλα λέγονται
ότι ανήκουν στο θεό περισσότερο, άλλα λιγότερο, τόσο επί των θέσεων όσο και επί
των αφαιρέσεων. Πράγματι, λέγεται περί Θεού περισσότερο ότι είναι ζωή παρά
αύρα, ή ότι είναι περισσότερο μη αύρα παρά μη ζωή47. Σύμφωνα με τον άγ.
Γρηγόριο Παλαμά, όσα αποτελούν καθαυτά στα κτιστά όντα δεν υπάρχουν περισσότερο
ή λιγότερο μέσα σ’ αυτά, όπως για παράδειγμα ο άνθρωπος δεν είναι περισσότερο ή
λιγότερο ουσία48. Αντίθετα το θείο δεν είναι με κανένα τρόπο καθαυτό διότι
είναι αναίτιο49. Τα καθαυτά δεν ανήκουν στο λόγο ο οποίος δεικνύει τι είναι ο
Θεός, διότι δεν επιτρέπεται καν να αναζητούμε τι είναι ο Θεός50. Το θείο δεν
είναι δυνατό να γίνει καταληπτό με τον τρόπο που τα καθαυτά ανήκουν στο λόγο
τους, διότι είναι παντελώς πέραν από κάθε έννοια51.
2.3.4.4 Η αναλογία ως
συμφωνία και ισότητα ανάμεσα στη γνώση των όντων και στο μέτρο της πνευματικής
κατάστασης όσων μετέχουν στη θεία έλλαμψη
«Ἀλλ’ εἰ καὶ τὸ κατ’ εἰκόνα μᾶλλον ἡμεῖς τῶν ἀγγέλων ἔχομεν
καὶ μέχρι νῦν, πρὸς τὸ καθ’ ὁμοίωσιν εἶναι τοῦ Θεοῦ πολλῶ ἐλαττούμεθα, καὶ
μάλιστα νῦν, τῶν ἀγαθῶν ἀγγέλων»52. Πράγματι, η τελείωση του καθ’ ομοίωση Θεού
πραγματοποιείται διά της τελείας ελλάμψεως που χορηγείται από το Θεό53. Αυτήν
ακριβώς την έλλαμψη έχουν οι θείοι νόες, γι’ αυτό ονομάζονται φώτα δεύτερα και
«τοῦ πρώτου φωτὸς ἀπορροή»54. Από αυτή την έλλαμψη, σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο
Παλαμά, οι αγαθοί άγγελοι έχουν και τη γνώση των αισθητών. Διότι δεν
αντιλαμβάνονται τα αισθητά όπως εμείς, με αισθητική και φυσική δύναμη, αλλά τα
γνωρίζουν με θεοειδή δύναμη, από την οποία δεν μπορεί να αποκρυβεί τίποτε από
τα παρόντα, τα παρελθόντα ή τα μέλλοντα55. «Ταύτης τῆς ἐλλάμψεως οἱ μετέχοντες,
μέτρω ταύτην ἔχοντες, ἀναλόγως τῷ μέτρῳ καὶ τὴν γνῶσιν ἔχουσι τῶν ὄντων»56. Η
μετοχή στη θεία έλλαμψη χορηγείται από το Θεό στον άνθρωπο ανάλογα προς την
αξία και το μέτρο της πνευματικής του κατάστασης. Αλλά και η γνώση των όντων
που χορηγείται διαμέσου της θείας ελλάμψεως, είναι ανάλογη προς το μέτρο της
καθαρότητας και της αγιότητας που έχουν όσοι μετέχουν σ’ αυτήν. Η αναλογία
αποτελεί έτσι συμφωνία και ισότητα ανάμεσα:
α) στη χορήγηση της θείας ελλάμψεως και στο μέτρο της
πνευματικής κατάστασης των μετεχόντων,
β) στη γνώση των όντων και στο μέτρο χορήγησης της θείας
ελλάμψεως,
γ) στη γνώση των όντων και στο μέτρο της πνευματικής
κατάστασης των μετεχόντων στη θεία έλλαμψη.
Επιστολή Λωρίτου Ελένης πρός τον παναγιώτατον μητροπολίτην Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμον για το θέμα του π.Θεοδώρου Ζήση : "Μην προκαλείτε, Μήν υποτιμάτε την νοημοσύνη μας"
Επιστολή Λωρίτου Ελένης πρός τον παναγιώτατον μητροπολίτην Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμον
Παναγιώτατε την ευχή σας !
Θα
ήθελα να μου επιτρέψετε με την παρούσα επιστολή μου να εκφράσω την
συμπαράστασή μου στον πνευματικό μου πατέρα π. Θεόδωρο Ζήση ως προς την
κρίσι , που έχουμε πληροφορηθεί ότι περνούν οι σχέσεις μεταξύ εκείνου
και υμών ως προϊσταμένης εκκλησιαστικής αρχής του
Συμπαραστεκόμαστε στον πνευματικό μας πατέρα π. Θεόδωρο ολοθύμως και εγκαρδίως
Ακατάλυτος είναι ο πνευματικός
δεσμός που συνδέει τους διακονούντας μέ ταπείνωση την ποίμνη του Χριστού
αόκνως και θυσιαστικά μέ εμάς τους ευεργετηθέντας, γιατί αυτός ο
πνευματικός δεσμός ανάγεται στον Χριστον.
Θα θέλαμε να σας παρακαλέσουμε να
μην προκαλέσετε τά αισθήματα της αγάπης, αφοσιώσεως, ευγνωμοσύνης που
τρέφουμε στα πρόσωπα των ποιμένων, που καταβάλλουν κόπο και θυσίες για
να είναι κοντά μας στον καθ’ημέραν πνευματικό μας αγώνα.
Παναγιώτατε, αγαπούμε τον π.
Θεόδωρο όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά γιατί τον βλέπουμε να αγωνίζεται
για τά θέματα της πίστεως που και εμάς μας γεμίζουν μέ αγωνία. Μήν υποτιμάτε τόσο πολύ την νοημοσύνη μας να
πιστεύετε ότι ο π. Θεόδωρος μας "ξεσηκώνει". Και αυτό να συνέβαινε θα
έπρεπε να τον επαινείτε, γιατί αφυπνίζει συνειδήσεις και τις οδηγεί στην
μάνδρα της εκκλησίας
Νά σας πούμε και κάτι έτσι ωμά;
Έχουμε σιχαθεί την συμβατικότητα η οποία δυστυχώς μέ την εκκοσμίκευση
έχει γίνει η κυρίαρχη στάση και μέσα στην εκκλησία. Δηλαδή ο
εκκλησιαστικός χώρος έχει γίνει μία από τά ίδια άν όχι και
χειρότερη,ένας χώρος αμοραλισμού.
Θά περίμενε κανείς μέσα στην
εκκλησία να είναι τά πράγματα καλύτερα καί ιδανικότερα και όχι
ευτελέστερα από τον "κόσμο". Τότε γιατί κανείς να εντάσσεται στην
εκκλησία και όχι σέ κάποιο άλλο club, που επιδίδεται σέ αθωότερα σπόρ
και όχι σέ ό,τι ευτελίζει τον άνθρωπο;
Μας σκανδαλίζει η αφωνία των διαφόρων εκκλησιαστικών χώρων, μονών, Αγίου Όρους, αδελφοτήτων, μεμονωμένων προσώπων κληρικών και
θεολόγων, ανθρώπων που στηρίζουν τον βιοπορισμό τους, αλλά και το
κοινωνικό τους προφίλ στην εκκλησία, αλλά αρνούνται να πάθουν κάτι
γι'αυτήν, έστω να έρθουν σέ μία δυσμένεια μέ τον δεσπότη. Μπήκαμε μέσα
στην εκκλησία από μικρά παιδιά για να μάθουμε αυτά, να ξεχάσουμε ακόμα
και κάθε ανθρώπινη έννοια αξιοπρεπούς στάσεως μέσα στην ζωή; Ο χώρος της
εκκλησίας ίσως πάντα, αλλά ειδικά σήμερα με την αίρεση του
οικουμενισμού είναι ένας χώρος σκληρού αρριβισμού, όπου πρώτιστο
κριτήριο στάσεως είναι το ίδιον συμφέρον.
Παναγιώτατε, στο διαδίκτυο είδα
ένα βίντεο παλαιό συγκινητικό από τον αγώνα που διεξήγαγε η εκκλησία μας
ενωμένη επί υπουργού Τρίτση. Είσαστε νέοι με μαύρα μαλλιά και εσείς
και ο μακαριστός Χριστόδουλος και σας καμαρώσαμε , μπορώ να πώ ότι πάντα
σας καμαρώναμε
Ανήκατε στους ανθρώπους που
έκλεισαν τις μικρές των επαρχίες και τις έκαναν διάσημες, όπως ο άγιος
Γρηγόριος ο Ναζιανζού. Είσαστε και μπορώ να πω παραμείνατε μέσα στην
καρδιά μας ως ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος! Θέλουμε τα εκκλησιαστικά πρόσωπα να ρίχνονται στον αγώνα και όχι να επαναπαύονται στα προνόμια που η εκκλησία τους εξασφάλισε. Θέλουμε οι κληρικοί όλων των βαθμίδων να είναι μιμηταί των αγίων και των μαρτύρων και όχι κοσμικοί άρχοντες.
Ο π. Θεόδωρος θα πρέπει να
τιμωρηθεί γιατί; Επειδή ανταποδίδει στον Θεό ως θυμίαμα αυτά που ο Θεός
του χάρισε, δηλαδή τα πνευματικά χαρίσματα της ευφυΐας και οξυδέρκειας,
που και ο ίδιος καλλιέργησε και ανήλθε την ακαδημαϊκή κλίμακα, έγινε
μία καθολική πνευματική προσωπικότητα, αλλά δεν τά κρατά ιδιοτελώς για
τον ευατόν του, τά αντιπροσφέρει στην εκκλησία στην οποία και τά οφείλε ,
απέκτησε την ιεροσύνη την οποία ακάματα διακονεί και δεν αρνείται το
χρέος της ομολογίας; Αν δεν το κάνουν αυτό οι πνευματικοί άνθρωποι ποιος
θα το κάνει ; Από αυτούς περιμένουμε να γίνουν οι ηγέτες που θα΄ μας
οδηγήσουν από τά σκοτάδια της αιρέσεως στο φώς του Χριστού.
Εγώ καθόλου δεν γνώριζα τον π.
Θεόδωρο εκτός από κάποια βιβλία του που είχα διαβάσει και δεν θα υπήρχε
λόγος να τον αναζητήσω, αν από της ελεύσεως στον Βόλο του νύν μητροπολίτου Ιγνατίου δεν
άρχιζε ο εν λόγω επίσκοπος την έντονη και γυμνή τη κεφαλή διακήρυξη των
οικουμενιστικών βλασφημιών εναντίον του παναγάθου ονόματος του
Τριαδικού Θεού μέσω της αιρετικής Ακαδημίας θεολογικών σπουδών. Με
"ξεσήκωσε" κανείς π. Θεόδωρος ή οι βλασφημίες του εν λόγω μητροπολίτου
με άφησαν εμβρόντητη και αναζήτησα ερείσματα ; Αν δεν ηταν ο π.
Θεόδωρος, θα ήταν κάποιος άλλος. Αν εσείς φιμώσετε τον π. Θεόδωρο θα
ζημιώσετε την ψυχή σας, γιατί γίνεστε θεομάχος και τίποτα δεν θα
καταφέρετε, γιατί άλλον ο Θεός θα αναστήσει για να ποιμάνει τον λαό του.
Θα πρέπει οι επίσκοποι να καταλάβουν ότι ένας δρόμος μόνο υπάρχει η
αντίσταση, η ομολογία και όχι ο συμβιβασμός με ετούτον τον αιώνα και τά
όργανά του, που καλά έχουν στρογγυλοκαθήσει μέσα στον θρόνο του Θεού και
στον σβέρκο της εκκλησίας και της δύσμοιρης πατρίδας. Θα θέλαμε
παναγιώτατε να σας δούμε να είστε συμπαραστάτης του π. Θεόδωρου στον
αγώνα του, προστάτης στην ομολογία του, εγγυητής των θεσμών της
εκκλησίας Σας ευχόμαστε να έχετε υγεία και μακροημέρευση !
Με σεβασμό στην αρχιερωσύνη σας
Λωρίτου Ελένη
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)