Πηγή: Νίκου Ι. Νικολαϊδη «Θέματα Πατερικής Θεολογίας»
Θεσσαλονίκη 2009. σελ. 65-68.
Ποτέ οι πατέρες της Εκκλησίας δε θεωρούνται θεόπνευστοι, με
την ειδική έννοια του όρου. Στις ιδιαίτερες περιπτώσεις θεοπνευστίας, όπου
"υπό Πνεύματος Αγίου φερόμενοι ελάλησαν [Άγιοι] από Θεού άνθρωποι",
αυτοί είναι οι ιεροί συγγραφείς των κειμένων της Αγίας Γραφής ή, ειδικότερα,
στη νέα οικονομία, αυτοί οι θεόπνευστοι άνθρωποι παρέδωσαν τις θείες αλήθειες
μέσα στην Εκκλησία. Αναμφίβολα οι Απόστολοι, είτε παρέδιδαν προφορικά δια ζώσης
τη θεία αποκάλυψη είτε "δι’ επιστολών", ενεργούσαν κατ' έμπνευση του
Αγίου Πνεύματος.
«Ου γαρ θελήματι ανθρώπου ηνέχθη ποτέ προφητεία, αλλ’ υπό
Πνεύματος Αγίου φερόμενοι ελάλησαν [Άγιοι] από Θεού άνθρωποι»101.
«Ημείς δε ου το πνεύμα του κόσμου ελάβομεν, αλλά το Πνεύμα
το εκ του Θεού, ίνα είδωμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα ημίν· ά και λαλούμεν ουκ
εν διδακτοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις, αλλ’ εν διδακτοίς Πνεύματος [Άγιου],
πνευματικοίς πνευματικά συγκρίνοντες»102.
Επομένως, το Πνεύμα το Άγιο, χωρίς να υπαγορεύει,
επιστατούσε στην ορθή και κατ' έννοια κατανόηση, καταγραφή και παράδοση της
θείας αποκάλυψης. Και, στην προκειμένη περίπτωση, ο ρόλος του Αγίου Πνεύματος,
μαζί με το φωτισμό του νου των ιερών συγγραφέων, απέβαινε και αποκαλυπτικός του
θελήματος του Θεού και των του Θεού πραγμάτων για τον άνθρωπο. Έτσι, μαζί με τη
θεοπνευστία, οι ιεροί συγγραφείς καθίσταντο αποδέκτες και διδάσκαλοι για πρώτη
και μοναδική περίπτωση της ροής των θείων αληθειών.
Στους πατέρες, αντίθετα, δεν έχομε αποκάλυψη νέων αληθειών,
ως συνέχεια της θείας αποκάλυψης. Ούτε έχομε και επιστασία του Αγίου Πνεύματος
για καταγραφή των θείων αυτών πραγμάτων. Αλλά, λέγοντας ότι οι πατέρες είναι
θεόπνευστοι, εννοούμε στην εκκλησιαστική γλώσσα και θεολογία, ότι είναι μεστοί
Πνεύματος Αγίου. Έχουν βιώσει, εν τη πράξει, τη ζωή και την εμπειρία της
Εκκλησίας και ως γνώστες των θείων πραγμάτων, μπορούν να γίνουν ορθοί
ερμηνευτές της ήδη αποκαλυμμένης θεόπνευστης παράδοσης.
Στο σημείο τούτο εύγλωττος και έντονα διαφωτιστικός
αποβαίνει ο άγιος Eπιφάνιος, διερμηνεύοντας ότι, επειδή οι Άγιοι γίνονται
κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος, γι’ αυτό και τους καταξιώνει ο Θεός Πατήρ να
αποβαίνουν γνώστες του Υιού του και του Αγίου Πνεύματός του, στο μέτρο, του,
κατά τα ανθρώπινα μέτρα, δυνατού. Τούτο δηλοποιεί ότι η του έργου του Υιού και
του Αγίου Πνεύματος γνώση, περιέχει τη σύνολη οικονομία του Θεού στον κόσμο,
της οποίας και μπορούν οι Άγιοι πατέρες να έχουν και την αληθινή αίσθηση και
την αλάνθαστη οριοθέτηση 103. Μέσα στο πλαίσιο τούτο εξηγείται πως οι πατέρες
ομόφωνα συνεγείρονται στην αιρετική πρόκληση και με μια φωνή, χωρίς
προσυνεννόηση, απορρίπτουν την κακοδοξία και διατυπώνουν την ορθόδοξη απάντηση,
προσκομίζοντας, πολλές φορές, τα ίδια επιχειρήματα.